Θαρρώ πως το 2020 σημαίνει, με πολλούς τρόπους και σε κάθε επίπεδο, το τέλος μιας εποχής -το τέλος της εποχής που ξέραμε. μιας εποχής που, ας μιλήσω με πληθυντικό γενιάς, αναγνωρίζαμε τις θέσεις των πραγμάτων, τα μεγέθη, τις διαδικασίες, τους κώδικες. έστω στις εικόνες τους – όσο σοκαριστικές και να υπήρξαν – και σίγουρα στο αποτύπωμά τους.
Και έχω από προχτές την άμεση αίσθηση, ότι η αναχώρηση του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα επισφραγίζει εντυπωσιακά, και εν μέρει κάπως οδυνηρά, αυτό το τέλος. Ένα fade out μάλλον, αφού σε κάθε τέλος ενυπάρχει το ίχνος του νέου, μιας εποχής άλλων προκλήσεων, δοκιμασιών και πληροφοριών.
Και ίσως είναι τούτη, που ξεκίνησε με πρώτο σήμα μια ασθένεια, μια άγνωστη πανδημική παγκοσμιότητα.
Ανήκουμε σε μια γενιά -και όχι απαραίτητα ηλικιακά- που έζησε, άμεσα ή διαμεσολαβημένα, την επιτάχυνση των ρυθμών του ιστορικού χρόνου. Μιλώ για το τελευταίο τέταρτο του προηγούμενο αιώνα και πέρα. Μια γενιά εκ των πραγμάτων ενημερωμένη, που υπήρξε μάρτυρας κοσμογονικών εξελίξεων και στιγμιοτύπων: ο φόβος του πυρηνικού ολέθρου, οι αφηγήσεις του μεταπολεμικού τραύματος, η τρομακτική ανάπτυξη της τεχνολογίας και των παραγωγικών αυτοματισμών, η ρομποτική δυστοπία του μέλλοντος, η κατάρρευση ενός εναλλακτικού πολιτειακού σχεδίου.
Και εν γένει οι ματαιώσεις των μεγάλων οραμάτων, τα αδιέξοδα των αστικών δημοκρατιών, η ολοκλήρωση του καπιταλισμού σε καιρό ειρήνης και αφθονίας, ο καταναλωτισμός ως προϋπόθεση ύπαρξης του ανθρώπου, η γιγάντωση της ποπ κουλτούρας, οι αποτρόπαιες εκφάνσεις του τυφλού μίσους στις πόλεις…
Η θεαματική επανάκαμψη του θρησκευτικού φανατισμού, το παράλογο έγκλημα, ο ατομικισμός ως ανώτατο στάδιο της εξέλιξης, η εκτόξευση των ψυχικών νόσων, ο πόλεμος των φαρμακοβιομηχανιών, οι τεράστιες οικολογικές καταστροφές, και πάει λέγοντας.
Οι φρικώδεις εικόνες που πέρασαν μπροστά από τα μάτια μας, είτε τις είδαμε είτε όχι, καθώς και τα γεμάτα κάθε ελπίδα αντίβαρά τους – γι’ άλλους φορτίο και γι’ άλλους αέρας κοπανιστός – χαρτογράφησαν έναν τόπο πέρα από κάθε κόλαση. «Fuck Armageddon, this is Hell», που τραγουδούσαν και κάτι φίλοι Αμερικανοί. και εντός της κόλασης, τόποι που δεν έγιναν κόλαση.
Δεν είναι «οκ boomer» αυτές οι διαπιστώσεις, αλλά η αναγνώριση του μεταίχμιου μιας πρόκλησης – της επερχόμενης εποχής στην οποία μάλλον ελάχιστα αναγνωρίζουμε, και για την οποία ακόμα λιγότερα γνωρίζουμε. Ο υγειονομικός πανικός, η καθημερινότητα μέσα σε ένα πλήθος ανήκουστων περιορισμών, η κατάθλιψη και τα πάσης φύσης αδιέξοδα, η κατάρρευση των βεβαιοτήτων, ο κλονισμός της πίστης στην επιστήμη, δεν είναι παρά μόνο ψήγματα στα οποία δοκιμάζεται ήδη η προσαρμοστικότητα του είδους μας.
Γυρνώντας στον Μαραντόνα και στα μεταίχμια, σκέφτομαι ότι ως προσωπικότητα αποτέλεσε με κάθε παρουσία του το σημείο αναφοράς ενός ντιμπέιτ δύο κόσμων – η παλιά μπάλα και η καινούρια μπάλα˙ η φαντασία και τα εργομετρικά˙ ο τσαμπουκάς και η πειθαρχία˙ η αυθάδεια και ο καθωσπρεπισμός˙ η διαφορετικότητα των αντιφάσεων και η κανονικότητα της συμμόρφωσης˙ με τους ανθρώπους ή με τους αριθμούς.
Κάθε παρουσία του Μαραντόνα, στο τερέν, στις ειδήσεις, στον πάγκο (πόσο λίγο έχουμε μιλήσει γι’αυτό…), στην κερκίδα, καλούσε σε μια θέση, μια στάση, ένα απεταξάμην, μια δικαιολογία. Ήμασταν πάντα εντελώς σίγουροι, αλλά οι προχτεσινές εικόνες των θρηνούντων στην Αργεντινή και τη Νάπολη (που σχεδόν μοιάζουν με εξεγερμένοι) το επιβεβαιώνουν εμφατικά, ότι η περίπτωση του Μαραντόνα συνιστά ένα φαινόμενο που ξεπερνά το πεδίο δράσης του με ασύλληπτες διαστάσεις, εγγίζοντας πεδία όπως η θρησκεία, η πολιτική (και η επανάσταση, γιατί όχι;), ο λαϊκός πολιτισμός, η τέχνη, οι κοινωνικές συμπεριφορές, αλλά και τα πάθη, τις καταχρήσεις, τις υπερβολές, τις αντιφάσεις, τις εμφάσεις και – φυσικά – τις φάσεις. ότι οι άνθρωποι είναι οι φάσεις τους.
Ο κάθε άνθρωπος είναι οι φάσεις του αλλά και όλες οι φάσεις του (και μόνο όλες) συγκροτούν τον άνθρωπο. και ότι η πιο σταθερή φάση του Ντιέγκο υπήρξε το να βρίσκεται εκεί για τους ανθρώπους, με όποια μορφή τους ήταν απαραίτητος: σαν ήρωας, σαν ενοχή, σαν άκρο, σαν σκιά, σαν μεγάλος ηγέτης.
Γυρνώντας και μόνο στον Μαραντόνα, φέρνω στο νου τα λόγια του Σεφέρη – ότι ο μεγάλος καλλιτέχνης δεν είναι της εποχής του, αλλά είναι αυτός ο ίδιος μια εποχή.
(το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε στo προφίλ του καλλιτέχνη στο FB)