Κορονοϊός φάρμακο: Η μάχη των Ελλήνων επιστημόνων - Γιατί ο Τσιόδρας βάζει «φρένο» στις δημόσιες ανακοινώσεις για νέες θεραπείες
Κορονοϊός φάρμακο:Η επιστημονική κοινότητα σε ολόκληρο τον κόσμο έχει ριχτεί στη μάχη για την ανακάλυψη του φαρμάκου θα σταματήσει τη θανατηφόρο δράση του κορονοϊού. Στην Ελλάδα επιστημονικές ομάδες από την αρχή της πανδημίας έχουν ξεκινήσει τη χορήγηση φαρμάκων σε ασθενείς με στόχο να εμποδίσουν την επιθετική εξάπλωση της νόσου.
«Στην Ελλάδα οι περισσότεροι ασθενείς έχουν πάρει χλωροκίνη. Η θνητότητα είναι στο 3% και παγκόσμια στο 6%. Αυτό δεν ξέρουμε αν έγινε επειδή πήραν θεραπεία έγκαιρα. Χρειάζεται προσοχή για να πούμε ότι αυτό το φάρμακο δουλεύει περισσότερο από κάποιο άλλο. Πιστεύουμε ότι θα υπάρξει βοήθεια από αυτό το φάρμακο , η χλωροκίνη), αλλά υπάρχουν αντικρουόμενα δεδομένα. Είναι ένα φάρμακο που υιοθετούν στρατηγικά οι περισσότερες χώρες αυτή τη στιγμή», είπε ο Σωτήρης Τσιόδρας και εξήγησε ότι έχει χορηγηθεί σε Έλληνες ασθενείς σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα.
Η ανακοίνωση του Γιαμαρέλλου
Ο Ευάγγελος Γιαμαρέλλος καθηγητής Ιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Χαράλαμπος Γώγος καθηγητής Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών προχώρησαν σε ανακοινώσεις την περασμένη Τετάρτη κάνοντας λόγο για ένα «νέο, βαρύ «όπλο» στη «μάχη» για την ανάσχεση της εξέλιξης της λοίμωξης Covid-19 σε ολόκληρο τον κόσμο, το οποίο μπορεί να ανακόψει τη ραγδαία επιδείνωση και τη διασωλήνωση των πασχόντων». Ανέφεραν με λεπτομέρειες την ανακάλυψη του ρόλου ενός βιοδείκτη, ο οποίος ανιχνεύεται μέσω μιας απλής εξέτασης στο αίμα των ασθενών από την πρώτη ημέρα εισαγωγής τους στο νοσοκομείο, και με αυτόν είναι δυνατόν να ταυτοποιηθούν με ακρίβεια, στο πρώτο, ακόμα, «στάδιο» της ήπιας μορφής της νόσου, εκείνοι που πρόκειται να έχουν δυσμενή εξέλιξη και να χρειαστούν διασωλήνωση, πριν καν εμφανίσουν τα πρώτα συμπτώματα επιδείνωσης. Το επίτευγμα αυτό , ωστόσο, δεν σταματά εκεί, καθώς η Ελληνική Ομάδα Μελέτης της Σήψης Ε.Ο.Μ.Σ. διατείνεται ότι είναι σε θέση να προτείνει και την ακριβή θεραπεία που θα οδηγήσει τους ασθενείς στην ίαση!
Η απάντηση Τσιόδρα
Από την πλευρά του ο Σωτήρης Τσιόδρας εμμέσως πλην σαφώς χθες στην καθιερωμένη ανακοίνωση απάντησε στις ανακοινώσεις των δύο επιστημόνων, θέλοντας να κρατήσει χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή. Έσπευσε να σημειώσει πως θα πρέπει όλοι μας να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, αναφορικά με όσα ανακοινώνονται για θεραπείες, φάρμακα και εμβόλια ενάντια στον κορονοϊό. «Παρακαλώ να είμαστε όλοι πολύ προσεκτικοί σε δημόσιες ανακοινώσεις στο ευρύ κοινό, επιστημονικών προτάσεων ή ευρημάτων για νέες μορφές διάγνωσης ή θεραπείας, πριν αυτές αξιολογηθούν με τα κριτήρια της ιατρικής κοινότητας» σημείωσε χαρακτηριστικά. Ο καθηγητής είναι ξεκάθαρο πως εκτιμά ότι είναι νωρίς να μιλήσει κανείς για ανακάλυψη φαρμάκου που μπορεί να ανακόψει τη ραγδαία επιδείνωση και τη διασωλήνωση των πασχόντων, ακόμα και την ίαση.
Ελπίδες από την Κίνα
Ο κ. Τσιόδρας αναφέρθηκε επίσης σε νέο πειραματικό φάρμακο, επισημαίνοντας ότι η Ακαδημία επιστημών της Κίνας σημειώνει πρόοδο. Ο ίδιος χαρακτήρισε το φάρμακο «πολύ πιο αποτελεσματικό από όλα τα φάρμακα που υπάρχουν διαθέσιμα ως σήμερα, ενάντια στη νόσο Covid-19». Μία από τις τελευταίες έρευνες που έχουν γίνει για την εύρεση θεραπείας του κορονοϊού, στην οποία αναφέρθηκε ο κ. Τσιόδρας, κάνει λόγο για τον αναστολέα σύντηξης ek1c4, ο οποίος φέρεται να να έχει την ικανότητα να εμποδίζει τη μόλυνση του ανθρώπου από τον κορονοϊό, καθώς στοχεύει στη λεγόμενη πρωτεΐνη-ακίδα (λόγω του σχήματός της), την οποία χρησιμοποιεί ο ιός να γραπωθεί στην επιφάνεια του υγιούς κυττάρου, να το επιμολύνει και έτσι να ξεκινήσει η διαδικασία του πολλαπλασιασμού του κορονοϊού στο ανθρώπινο σώμα.
Η έρευνα αυτή αναφέρεται, όπως και κάποιες προηγούμενες, στην πρωτεΐνη S. Σύμφωνα με αυτή, ο μηχανισμός σύντηξης του SARS-CoV-2 είναι ένας σημαντικός στόχος για την ανάπτυξη αναστολέων σύντηξης του κορωναϊού. Με τη σύζευξη του μορίου χοληστερόλης με το πεπτίδιο ΕΚ1, διαπιστώθηκε ότι ένα από τα λιποπεπτίδια, το EK1C4, παρουσίασε εξαιρετικά ισχυρή ανασταλτική δραστικότητα έναντι σύντηξης μεμβράνης που προκαλείται από SARS-CoV-S που τον βοηθά να μολύνει τον οργανισμό. Τα πειράματα έχουν γίνει μέχρι στιγμής σε ποντίκια. Για να φτάσει στο στάδιο παραγωγής θα χρειαστεί τουλάχιστον 1 χρόνο.