Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Ο μεγάλος ηθοποιός, το φιλί που τον οδήγησε στο σανίδι και οι 134 ταινίες [vids & pics]
Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος γεννήθηκε το καλοκαίρι του 1912 και ήταν το όγδοο από τα δέκα παιδιά της οικογένειας. Από μικρός ήταν ιδιαίτερα φιλομαθής και αγαπούσε το διάβασμα. Διάβαζε με μανία τα πάντα, ακόμα και τις εφημερίδες με τις οποίες τύλιγαν τα ψάρια στην αγορά. Μάλιστα, από μια τέτοια εφημερίδα ξεκίνησε και η αγάπη του για την αρχαία γραμματεία, καθώς μια μέρα ο ψαράς τύλιξε τα ψάρια σε μια σελίδα του Ηρόδοτου. Την αγάπη του για το θέατρο την ανακάλυψε στο Γυμνάσιο, με αφορμή τον ερχομό ενός νέου καθηγητή, ο οποίος ανέβασε μία θεατρική παράσταση, στην οποία ο μικρός Διονύσης, συμμετείχε. Αυτό που τον τράβηξε όμως να ασχοληθεί με το θέατρο ήταν... ένα φιλί. "Δώσαμε μια ερασιτεχνική παράσταση, πρωταγωνιστής εγώ, κι εσημείωσα θριαμβευτική επιτυχία. Στο τέλος της παράστασης πέρασαν μαθητές και μαθήτριες από το καμαρίνι και μας γέμισαν φιλιά. Το δικό της ήταν τόσο γλυκό που είπα: Δεν γίνεται. Θα βγω στη σκηνή και θα την κάνω να με φιλά κάθε βράδυ".
Έχοντας "κολλήσει" το "μικρόβιο" της υποκριτικής, μελετούσε θεατρικά κείμενα και ανέβαζε παραστάσεις με φίλους του. Όταν ανακοίνωσε στους γονείς του πως ήθελε να φύγει για την Αθήνα, αυτοί έφεραν αντιρρήσεις, παρότι τους είχε πει ψέμματα πως θα σπουδάσει δάσκαλος και θα γυρίσει πίσω να ασκήσει το επάγγελμα στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Ωστόσο δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια και επιστράτευσε και πάλι ένα ψέμα. Πήγε στον ιερέα του χωριού και τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει ώστε να πείσει τους δικούς του να τον αφήσουν να πάει στην πρωτεύουσα για να γίνει διάκονος. Αυτή τη φορά τα κατάφερε και το 1936 βρέθηκε στην Αθήνα. Εκεί έδωσε εξετάσεις για το Βασιλικό Θέατρο, ωστόσο δεν είχε μεγάλη επιτυχία λόγω της κακής προφοράς του - τόνιζε πολύ το "λ" και το "σ".
Ωστόσο δεν τα παράτησε. "Κάθισα κι εγώ και έλεγα 100 φορές όλες τις λέξεις που είχανε σίγμα και λα για να πάψω να μιλάω χωριάτικα. Ξαναδίνω εξετάσεις τον επόμενο χρόνο και πετυχαίνω" είχε πει σε συνέντευξή του. Την περίοδο που ήταν σπουδαστής, εργαζόταν και ως υπάλληλος σε μπακάλικο για να μπορεί να καλύψει τα έξοδα σπουδών του. Δύο χρόνια αργότερα αποφοίτησε με άριστα. Με την κήρυξη του πολέμου του 1940, κλήθηκε να υπηρετήσει στην πρώτη γραμμή. Ανέφερε για τις εμπειρίες του: "Δεν ξεχνιούνται όσα χρόνια και αν περάσουν. Πώς να σβήσει από τη μνήμη μου η εξόρμησις στο ύψωμα του Αγίου Αθανασίου στη Χειμάρα; Ανεβήκαμε με χέρια και πόδια, πολεμώντας με πέτρες. Είχα, θυμάμαι, πέντε φυσίγγια επί 20 ώρες. Εκεί που είχαμε σκαρφαλώσει, δεν μπορούσαν να μας φτάσουν τα μεταγωγικά. Κι εμείς πολεμούσαμε με πέτρες".
Τα χρόνια που ακολούθησαν συνέπραξε με τους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, των Αρώνη - Χορν, Χατζίσκου - Συνοδινού, του Μουσούρη και του Ντίνου Ηλιόπουλου. Ως τα μέσα της δεκαετίας του 1950 εμφανίστηκε σε ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου, ενώ αργότερα άρχισε να εμφανίζεται σε ελαφρές κωμωδίες. Το 1961 συγκρότησε τον δικό του θίασο, δίνοντας αξέχαστες ερμηνείες, σε έργα όπως "Ζήτω η ζωή" του Γεράσιμου Σταύρου και "Δεσποινίς Διευθυντής" των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Στο τελευταίο ενσάρκωσε τον κ. Βασιλείου, έναν ρόλο που επανέλαβε το 1964 στη μεγάλη οθόνη, δίπλα στην Τζένη Καρέζη.
Πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή του ήταν το 1947, στην ταινία "Παιδιά της Αθήνας" του Τάκη Μπακόπουλου. Ακολούθησαν άλλες 134 ταινίες, στις περισσότερες από τις οποίες κράτησε δευτερεύοντες ρόλους, κλέβοντας όμως πάντα την παράσταση. Ξεχωρίζουν: "Το Ξύλο βγήκε από τον παράδεισο" (1959), "Χτυποκάρδια στο θρανίο" (1963), "Η βίλα των οργίων" (1964), "Μια τρελή, τρελή οικογένεια" (1965), "Υπάρχει και φιλότιμο" (1965), "Κάτι κουρασμένα παλικάρια" (1967), "Για ποιον χτυπά η κουδούνα" (1968), "Ένας ιππότης για τη Βασούλα" (1968), "Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά" (1970), "Ο Κυρ Γιώργης εκπαιδεύεται" (1977). Το ρόλο του Μπαρμπα-Γιώργη είχε ενσαρκώσει με μεγάλη επιτυχία και στην τηλεοπτική σειρά "Το Λούνα Παρκ" το 1974.
Πέθανε ολομόναχος, στο διαμέρισμά του στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, στις 13 Απριλίου του 1984.
Με πληροφορίες από Σαν Σήμερα και Μηχανή του Χρόνου