Ντίνος Χριστιανόπουλος: Σήμερα η κηδεία δημοτική δαπάνη
Αυτή την ώρα ψάλλεται η εξώδιος ακολουθία στη κηδεία του μεγάλου ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου, στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 40 Εκκλησίες, και θα ακολουθήσει, στις 12:00, η ταφή στο νεκροταφείο Αναστάσεως του Κυρίου, στη Θέρμη. Η κηδεία είναι δημοτική δαπάνη, σύμφωνα με ανακοίνωση του κεντρικού δήμου. Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνος Ζέρβας, έγραψε σχετικά: «Εμβληματικός ποιητής της γενιάς του και χαρακτηριστική φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος αγάπησε την πόλη μας όσο λίγοι.
Επέλεξε να περάσει σ’ αυτήν όλη του τη ζωή, παρά τις κατά καιρούς σειρήνες, καθώς η φήμη του έφτασε σε όλη την Ελλάδα τόσο μέσα από το έργο του όσο και μέσα από τον συχνά τολμηρό δημόσιο λόγο του. Η Μικρή Πινακοθήκη ‘Διαγώνιος’, δημιούργημα δικό του, αποτέλεσε το βήμα για πολλούς νέους καλλιτέχνες της εποχής, οι οποίοι έγραψαν τη δική τους ιστορία στα εικαστικά και στη λογοτεχνία. Συνεπής μελετητής και βαθύς γνώστης της ιστορίας και της λογοτεχνίας της Θεσσαλονίκης, άφησε εποχή προσεγγίζοντας τα τραγούδια του Β. Τσιτσάνη με τον δικό του τρόπο. Θα τον θυμόμαστε πάντα μέσα από το έργο του», δήλωσε ο δήμαρχος.
Εχτές Τρίτη έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών ο ποιητής, Ντίνος Χριστιανόπουλος. Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή ο συγγραφέας και φιλόλογος Θωμάς Κοροβίνης: «Απεδήμησε εις Κύριον ο δάσκαλός μας Ντίνος Χριστιανόπουλος. Τα στερνά του ήταν οδυνηρά για τον ίδιο και για άλλους. Ένα κραταιό κεφάλαιο της Θεσσαλονίκης, μαζί με την πολυποίκιλη προσφορά, αλλά και τις αντινομίες του, χάνεται μαζί του. Μένει το έργο, στο οποίο χρωστάμε πολλοί.».
Το πραγματικό όνομα του Ντίνου Χριστιανόπουλου ήταν Κωνσταντίνος Δημητριάδης, υπήρξε ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, εκδότης και βιβλιοκριτικός. Γεννήθηκε το 1931 στη Θεσσαλονίκη και φοίτησε στο Τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το οποίο μάλιστα τον αναγόρευσε σε επίτιμο διδάκτορα τον Ιούνιο του 2011. Εργάστηκε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και ως επιμελητής εκδόσεων, ενώ ίδρυσε και διηύθυνε το ιστορικό λογοτεχνικό περιοδικό«Διαγώνιος».
Από το 1949 συμμετείχε άοκνα μέσω του συγγραφικού και ερευνητικού του έργου στα πολιτιστικά δρώμενα της Θεσσαλονίκης και της χώρας. Τα ποιήματα του έχουν ως κυρίαρχο θέμα την εφήμερη ομοφυλοφιλική σχέση και το ερωτικό πάθος που οδηγεί στην ταπείνωση και στη μοναξιά. Επίσης, αρκετά ποιήματά του έχουν μια κοινωνική οπτική, ενώ υμνεί συχνά το ρεμπέτικο τραγούδι.
Το όνομά του συνδέθηκε με το έργο σπουδαίων καλλιτεχνών, όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σταύρος Κουγιουμτζής και ο Διονύσης Σαββόπουλος, που μελοποίησαν τους στίχους του, καθώς και του Γιώργου Ιωάννου, του Νίκου – Αλέξη Ασλάνογλου, του Τάσου Κόρφη, αλλά και των Νίκου Νικολαΐδη και Κάρολου Τσίζεκ, με τους οποίους ίδρυσε, το 1974, τη Μικρή Πινακοθήκη της Διαγωνίου, με στόχο την προβολή νέων εικαστικών καλλιτεχνών της πόλης. Παρόλα αυτά, έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις του ότι είναι κατά της μελοποίησης, γιατί θεωρεί ότι υποβιβάζει την ποίηση.
Το 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του, αλλά αρνήθηκε να το παραλάβει παραπέμποντας στο κείμενό του «Εναντίον» από το 1979 όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης απ’ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία από το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο “ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων”, που μας άφησαν οι αρχαίοι».