Δίκη Κυριακής Γρίβα: «Να καείς στην κόλαση, μετάνιωσε κάθαρμα» - Συγκλονιστική κατάθεση της μητέρας
«Θέλω να γίνω η φωνή του παιδιού μου, να δικαιωθεί η ψυχή του παιδιού μου», είπε στην κατάθεσή της στο δικαστήριο η Δέσποινα Καλλέα.

Μέσα σε έντονη συγκινησιακή φόρτιση ξεκίνησε την κατάθεσή της η μητέρα της Κυριακής Γρίβα, στη δίκη στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών.
Η κ. Δέσποινα Καλλέα έδωσε στον δολοφόνο της κόρης της μια φωτογραφία της Κυριακής, από το μνήμα...
«Τις αναγνωρίζεις τις φωτογραφίες; Η φροντίστριά σου! Αυτός είναι ο τόπος που πηγαίνω για να αγκαλιάσω το παιδί μου, γιατί εσείς θα δείτε τα παιδιά σας, θα τα πάρετε τηλέφωνο, εγώ δε θα το δω το παιδί μου, εσείς θα τα δείτε, θα τα αγκαλιάσετε, θα τα μυρίσετε.

Είμαι καλός άνθρωπος στην ψυχή μου, δεν είμαι σαν αυτό το τέρας εδώ πίσω. Θέλω να γίνω η φωνή του παιδιού μου, να δικαιωθεί η ψυχή του παιδιού μου, γιατί τη Δευτέρα γιορτάζει είναι της Αγίας Κυριακής. Αυτός ο άνθρωπος της στέρησε το δικαίωμα να γιορτάζει, να χαίρεται, να την αγκαλιάζω.
Το βλέπεις Θανάση; Εκεί είναι τώρα η φροντίστριά σου, εκεί κατάφερες να την πας, τις αναγνωρίζεις τις φωτογραφίες της, ήσασταν μαζί, δεν έκανε ρούπι, δεν την αγάπησες ούτε στο ελάχιστο, της έδωσες πέντε μαχαιριές στο αστυνομικό τμήμα».
«1η Απριλίου σταμάτησε η ζωή μου»
Αναφερόμενη στα περιστατικά του φόβου είπε ότι έμαθε τι συνέβη «μέσα από την τηλεόραση».
«1η Απριλίου σταμάτησε η ζωή μου. Άνοιξα την τηλεόραση κι άρχισα να κάνω τις δουλειές μου.
Έπεσα κάτω, ήρθε και με μάζεψε ο άντρας μου...». «Αυτό που μου λείπει πιο πολύ είναι που ήμασταν φίλες. Μου έλεγε τα προβλήματά της, λέγαμε αστεία.
Πέρναγε πολύ δύσκολα από τους πρώτους έξι μήνες. Το μετάνιωνε, έφερνε πεσκέσια και πολλά παρακάλια και συγγνώμη.
Πάντα χειροδικούσε σε κάθε διένεξη. Είναι με μακριά πουκάμισα και δε φαίνονται οι σβάστικες, τα σκουλαρίκια, τα σατανιστικά σύμβολα... μην τον βλέπετε έτσι. Πάντα ερχόταν με δώρα με συγγνώμες.
Είναι κρίμα που δε γνώρισαν την Κυριακή να της ανάψει ένα κερί, ο δρόμος προς τον παράδεισο θα ναι πολύ φωτεινός. Το παιδί μου τον αγάπησε πραγματικά κι εύχομαι να καείς στην κόλαση, να μη βρεις τόπο να σταθείς, αμαρτία που το λέω. Σε περιμένει για να σου δώσει άλλη μια φορά το χέρι της! Μετάνιωσε κάθαρμα και ζήτα συγγνώμη πραγματική!»
«Θα έμενε μόνη της, το είχε πάρει απόφαση»
Πρόεδρος: Πότε επικοινωνήσατε τελευταία φορά;
Μάρτυρας: Την προηγούμενη μέρα πήγα στο καινούργιο σπίτι της. Κάναμε σχέδια, πως θα φτιάξουμε το σπίτι, τα έπιπλα… θα έμενε μόνη της, το είχε πάρει απόφαση.
Πρόεδρος: Τη ρωτήσατε πώς πήρε την απόφαση;
Μάρτυρας: Μου είπε ότι δεν μπορεί άλλο, έχω φτάσει στα όρια μου, δεν μπορώ άλλο να είμαι η καλή, θέλω να ξεφύγω. Είχε κουραστεί από τη σχέση της.
Πρόεδρος: Βλέπουμε στις φωτογραφίες ένα συμπαθητικό αγόρι…
Μάρτυρας: Αυτό το βλέπετε ως συμπαθητικό;
(Διαμαρτυρίες των δικηγόρων της)
Πρόεδρος: Έτσι θα το χαρακτήριζα εγώ. Βλέποντας μόνο από τη φωτογραφία που μας προσκομίσατε από κάποια Χριστούγεννα. Δεν βλέπεις τίποτα νοσηρό ή άρρωστο. Βλέπεις φυσιολογικούς ανθρώπους νεαρής ηλικίας να χαίρονται.. ωστόσο ερευνούμε ένα έγκλημα για το πώς αυτός ο άνθρωπος έφτασε στο σημείο να σκοτώσει το παιδί σας. Πότε καταλάβατε ότι υπάρχει ζήτημα; Τι βλέπατε;
Μάρτυρας: Αυτό που φαίνεται δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Στις φωτογραφίες βγαίνουμε με χαμόγελο και ας είναι η ψυχή μας μαύρη. Σε καμία περίπτωση δεν έδειχνε να είναι ψυχιατρικά ή ψυχολογικά διαταραγμένος. Ήμουν πάντα κοντά στα παιδιά μου. Θέλησα να είμαι όσο πιο καταδεκτική μητέρα για να είμαι κοντά τους σαν φίλη κάνοντας κάποιες υποχωρήσεις. Το πρώτο εξάμηνο της σχέσης τους περπατούσαν στο δρόμο και τους συνάντησε ένας συμμαθητής της και της μίλησε. Αυτό δεν άρεσε σε αυτό το τέρας και τη χτύπησε, της έδωσε δύο χαστούκια. Μιλήσαμε με βιντεοκλήση, μου το είπε ως κάτι κολακευτικό, ότι τη ζηλεύει άρα την αγαπάει. «Είσαι αποκλειστικά δικιά μου, δεν θα σε πάρει κανένας».
Πρόεδρος: Σταδιακά πέρασε και σε άλλες πράξεις;
Μάρτυρας: Κλιμακώθηκε η κακοποίηση σταδιακά, με αποτέλεσμα εκείνη να μην έχει χρήματα, να της παίρνει τις κάρτες. Δεν εργαζόταν ποτέ, πάντα η Κυριακή. Ο μόνος του σκοπός ήταν πώς θα πάρει χρήματα χωρίς να δουλέψει, από επιδόματα πχ.