Σύνοδος Κορυφής: Μέτρια αποτελέσματα, αγεφύρωτες οι διαφωνίες και το μπαλάκι στην... Κομισιόν [vid]
Σύνοδος Κορυφής: Διπλωματικές πηγές, που παρακολούθησαν την τηλεδιάσκεψη των «27» είπαν ότι η συζήτηση δεν ήταν σε τόσο υψηλούς τόνους όσο πριν από έναν μήνα. Όμως η διάσταση απόψεων εκφράστηκε με σαφήνεια, ενώ διαψεύστηκαν όσοι ανέμεναν την παρουσίαση κάποιας πρότασης από την Κομισιόν επί του νέου κοινοτικού προϋπολογισμού ή επί του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν παραδέχτηκε ότι αν δεν υπάρχει κοινή αντίδραση θα διευρυνθούν οι ανισότητες στην ΕΕ και τόνισε ότι θα γίνει ενδελεχής μελέτη της πρότασης. Σημείωσε ότι ο δημοσιονομικός αντίκτυπος διαφέρει, καθώς κάποια κράτη μπορούν να διαθέσουν περισσότερα κεφάλαια από άλλα. Όπως είπε η κρατική ενίσχυση αθροίζεται σε 1,8 τρισ. ευρώ, αλλά η κατανομή στις επιμέρους χώρες είναι ανισομερής. Δήλωσε ότι μόνο ένα εργαλείο μπορεί να βοηθήσει: Ο προϋπολογισμός της ΕΕ που θα συνδεθεί με το Ταμείο Ανάκαμψης. Ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός 2021-27 πρέπει να ενισχυθεί και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, σημείωσε. Ωστόσο, παρέπεμψε για παρουσίαση των προτάσεών της στη δεύτερη ή και στην τρίτη εβδομάδα του Μαΐου – ένδειξη σαφής του πόσο περίπλοκη είναι η εξίσωση που έχει μπροστά της η ένοικος του Berlaymont. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Politico, ίσως η πρόταση να έλθει νωρίτερα (πχ στις 6 Μαΐου).
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ δήλωσε ότι συμφωνήσαμε ότι η υγεία και η ασφάλεια των πολιτών μας έρχεται σε πρώτη προτεραιότητα αλλά και να συνεργαστούμε για μια σταδιακή άρση των περιορισμών στις κινήσεις. Στις δηλώσεις του μετά την Σύνοδο σημείωσε ότι έγινε αποδεκτό το πακέτο των 540 δισ. ευρώ που συμφωνήθηκε στο Eurogroup προ ημερών και ζητήθηκε όλο το πακέτο να είναι ενεργό από την 1η Ιουνίου. Συμφωνήθηκε η δημιουργία ενός Ταμείου Ανάκαμψης «ικανού μεγέθους» για να αντιμετωπίσει την πρωτοφανή κρίση. Η Κομισιόν αναλαμβάνει να κάνει την πρόταση για τη χρηματοδότησή του. Από την πλευρά του, το Eurogroup θα παρακολουθεί την κατάσταση.
Το «στρατόπεδο» των βόρειων χωρών,-Αυστρία, Δανία, Σουηδία και Ολλανδία-, που περιλαμβάνει και τη Γερμανία, τάχθηκε υπέρ της σύνδεσης του νέου Ταμείου Ανάκαμψης με τον επόμενο πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2021-27.
Από την άλλη, ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε είπε στους ομολόγους του ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα πρέπει να προικοδοτηθεί με ποσό 1,5 τρισεκ. ευρώ και να παρέχει επιδοτήσεις στις χώρες μέλη ώστε να διασφαλιστεί μια «συμμετρική απάντηση σε ένα ασύμμετρο σοκ». Τελικά, συμφωνήθηκε να δοθούν αρχικά τα 540 δισεκ. ευρώ αρχής γενομένης από αρχές Ιουνίου 2020 και τα υπόλοιπα θα επαναξιολογηθούν... εν καιρώ.
Τόσο ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν όσο και ο Πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ επέμειναν ότι η βοήθεια για την ανάκαμψη δεν πρέπει να συνιστά δανεισμό αλλά επιχορήγηση (grants) για να μην αυξηθεί το χρέος. Στην πρόταση αυτή διαφώνησαν οι γνωστές 4 χώρες Ολλανδία, Αυστρία, Δανία και Σουηδία ενώ η Γερμανία στη γνώριμη τακτική της δεν πήρε θέση χρησιμοποιώντας τις άλλες χώρες προκειμένου να εναντιωθούν στην ιδέα των επιχορηγήσεων. Τελικά η Ιταλία έκανε ένα βήμα πίσω και αποδέχθηκε μέρος των κεφαλαίων να έχει την μορφή δανείων.
Σύμφωνα με διπλωματική πηγή, οι Ευρωπαίοι ηγέτες πετούν το μπαλάκι στην Κομισιόν, που θα πρέπει να βρει τρόπο να... τετραγωνίσει τον κύκλο και να παρουσιάσει έως τις 6 Μαϊου τις προτάσεις για τη χρηματοδότηση και τρόπο λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το Eurogroup στις 18 Μαΐου θα αξιολογήσει τα δεδομένα και θα υποβάλλει προτάσεις για την αξιοποίηση των 540 δισεκ. που αντιστοιχούν στο 3% του ΑΕΠ της Eυρωζώνης ενώ στη συνεδρίαση θα τεθεί και το θέμα με το Ταμείο Ανάκαμψης. Η βασική ανησυχία είναι μήπως τελικά όλα αυτά γίνονται για το θεαθήναι και με τις χρονοκαθυστερήσεις τελικά οι Ευρωπαίοι ακυρώσουν ό,τι έχουν αποφασίσει.
Βεβαίως η Κριστίν Λαγκάρντ, επικεφαλής της ΕΚΤ προειδοποίησε τους «27» πριν την Σύνοδο Κορυφής ότι η ύφεση στην Ευρώπη θα φθάσει στο 15%, ποσοστό πτώσης του ΑΕΠ υψηλότερο και από τις αρνητικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ. Ωστόσο, δεν έκαμψε τις αντιρρήσεις των ευρωπαίων ηγετών.