Εργαζόμενοι: Τουλάχιστον 500.000 σε καθεστώς ευέλικτης απασχόλησης
Στην Ελλάδα είναι ορατό ότι δεν θα υπάρξει η απαιτούμενη κυβερνητική στήριξη προς στην μεσαία τάξη αλλά και προς τους εργαζομένους συνολικότερα. Μέρα με τη μέρα εμπεδώνεται το γεγονός ότι το οικονομικό support είναι κατώτερο των περιστάσεων τόσο στην στήριξη επιχειρηματικότητας όσο και των εργαζομένων.
Το πιθανότερο είναι ότι πάνω από μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι και εργαζόμενες από την 1η Ιουνίου θα τεθούν σε καθεστώς ευέλικτης απασχόλησης, με το κράτος να επιδοτεί το 60% των απωλειών που θα έχουν οι μισθοί τους λόγω του μειωμένου ωραρίου.
Το αντίτιμο θα είναι η προστασία από την απόλυση, καθώς όποιος τεθεί υπό τη λειτουργία του μηχανισμού, που η κυβέρνηση ονόμασε «Συν-Εργασία», θα απαγορεύεται να απολυθεί. Πρόκειται για μία λογική που στηρίζεται στο δίλημμα «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Το καλό είναι ότι θα είναι πλήρως ασφαλισμένος, καθώς οι εισφορές του θα υπολογισθούν στον αρχικό μισθό. Θα καταβάλλονται εξ ολοκλήρου από τον εργοδότη, επιμερίζοντας έτσι ένα μέρος του βάρους και στους επιχειρηματίες.
Βασικό κριτήριο για την ένταξή τους στον μηχανισμό «Συν-Εργασία» είναι ο τζίρος, και για την ακρίβεια το πόσο μειωμένος είναι τους τελευταίους μήνες. Ζητούμενο παραμένει όμως εάν τελικώς οι επιχειρήσεις που πληρούν το κριτήριο της μείωσης του τζίρου κατά 20% θα μπορούν να εντάξουν το σύνολο των εργαζομένων τους στο πρόγραμμα ή ένα μέρος αυτών.
Δεν αποκλείεται, μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, η τελική διάταξη να ορίζει ότι στο πρόγραμμα θα μπορεί μια επιχείρηση που έχει μειωμένο τζίρο κατά τους 2 με 3 τελευταίους μήνες (σε σύγκριση με τους τζίρους των 3 τελευταίων ετών) να εντάξει έως το 50% των εργαζομένων της με σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Στην πλειονότητά τους οι επιχειρήσεις, με αιχμή αυτές που πλήττονται περισσότερο και σταδιακά επανεκκινούν, θα μπορούν παράλληλα με το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», που θα τρέξει για τους μήνες Ιούνιο - Σεπτέμβριο, να κάνουν χρήση και των άλλων δύο εργαλείων, της αναστολής συμβάσεων έως και του 100% του προσωπικού τους, καθώς και του μέτρου για προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας – ήτοι μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση με διευθυντικό δικαίωμα και χωρίς κρατική επιχορήγηση, για τουλάχιστον το 50% του προσωπικού τους.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή το τρίπτυχο αυτό των μέτρων θα συντείνει στην προσπάθεια περιορισμού των δραματικών συνεπειών της πανδημίας στην απασχόληση. Ανάλογα βεβαίως με το πώς θα χρησιμοποιηθούν, μπορεί και να αποτελέσουν την κερκόπορτα για πρακτικές που στρεβλώνουν τον υγιή ανταγωνισμό, δημιουργούν συνθήκες φτωχοποίησης των εργαζομένων και οδηγούν σε δραματική αύξηση των απολύσεων και της ανεργίας, έχοντας στην πράξη τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα.
Όπως, επισημαίνουν μιλώντας στην «Κ» έγκριτοι νομικοί αλλά και συνδικαλιστές, το πώς μια επιχείρηση θα επιλέξει να κάνει χρήση του ενός ή του άλλου μέτρου, παράλληλα με το ποιους εργαζομένους θα βάλει σε αναστολή συμβάσεων, ποιους θα επιλέξει να θέσει ως προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας χωρίς καμία κρατική στήριξη και ποιους θα θέσει υπό την ομπρέλα του συνεργατικού προγράμματος, αναμένεται να αποτελέσει στο αμέσως επόμενο διάστημα σημαντικό σημείο τριβής.
Να σημειωθεί ότι, ανάλογα με το εργαλείο, διαφοροποιούνται και οι δεσμεύσεις των επιχειρήσεων ως προς το μεγάλο ζητούμενο, την προστασία των εργαζομένων από τις απολύσεις. Έτσι, για παράδειγμα, στο πρόγραμμα «Συν-Εργασία» θα προστατεύονται μόνο όσοι εργαζόμενοι ενταχθούν σε αυτό και για όσο διάστημα αυτό ισχύει.
[caption id="attachment_1620720" align="alignnone" width="1024"] (EUROKINISSI)[/caption]
Στην περίπτωση της παράτασης των αναστολών στις συμβάσεις, ο εργοδότης υποχρεώνεται να μην προχωρήσει σε μείωση προσωπικού κατά τη διάρκεια των αναστολών αλλά και 45 ημέρες μετά. Αντίθετα, εάν κάποιος δεν προχωρήσει στην παράταση των αναστολών, δεν έχει καμία δέσμευση ως προς τις απολύσεις, εκτός βέβαια αυτών που ισχύουν ούτως ή άλλως στο εργατικό δίκαιο (ομαδικές απολύσεις κ.λπ.).
Τέλος, εφόσον κάποιος εργοδότης επιλέξει τη λύση του προσωπικού ασφαλούς λειτουργίας, δεν μπορεί να προχωρήσει σε απολύσεις για όσο διάστημα τουλάχιστον το 50% του προσωπικού του εργάζεται με καθεστώς μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας.