Ουσίες που αξίζουν πολλές χιλιάδες ευρώ ακόμη και σε πολύ μικρές ποσότητες βρίσκονται κρυμμένες στα υποπροϊόντα της οινοποιίας, μιας δραστηριότητας που είναι ευρύτατα διαδεδομένη καθώς το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς του κρασιού υπολογίζεται σε πάνω από 25,7 δισ. ευρώ το χρόνο.
Και ενώ στην Ελλάδα, τα υποπροϊόντα αυτά όχι μόνο δεν αξιοποιούνται, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις, αλλά καταλήγουν στο περιβάλλον ρυπαίνοντας έδαφος και υδροφόρο ορίζοντα ή γεμίζοντας με ταχύτατους ρυθμούς χωματερές ή ΧΥΤΑ, η λίστα των πολύτιμων ουσιών που πηγαίνουν χαμένες μοιάζει ατελείωτη. Η δράση τους είναι αντιοξειδωτική, αντιβακτηριδιακή, αντιγηραντική, αντιθρομβωτική, αντιφλεγμονώδης και πολλά ακόμη ενώ οι δυνατότητες αξιοποίησής τους καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων από τη βιομηχανία τροφίμων, τη φαρμακευτική βιομηχανία, την κοσμετολογία, ακόμη και την παραγωγή ζωοτροφών και εδαφοβελτιωτικών.
“Η τιμή ορισμένων ουσιών σε καθαρή μορφή φτάνει ακόμη και τις 10.000 ευρώ το γραμμάριο. Αυτό σημαίνει ότι ένα κιλό καθαρής μορφής από κάποια ουσία είναι κάτι πολύ σπουδαίο” ανέφερε ο καθηγητής της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Λέανδρος Σκαλτσούνης, μιλώντας στο διεθνές συνέδριο “Καινοτόμες μέθοδοι για την ολοκληρωμένη διαχείριση των αγροτικών παραπροϊόντων” που πραγματοποιείται στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ), στη Θεσσαλονίκη.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας διαδικασίας ο Χημικός Μηχανικός του ΕΚΕΤΑ Σωτήρης Πάτσιος ανέφερε το τρυγικό οξύ (tartaric acid), το οποίο, όπως είπε, ανακτάται από την τρυγία, το ίζημα που δημιουργείται στα τοιχώματα ή στον πυθμένα των βαρελιών όπου ωριμάζει το κρασί. “Είναι ένα πολύ χρήσιμο προϊόν για τη βιομηχανία τροφίμων καθώς λειτουργεί ως αντιοξειδωτικό, διορθωτής οξύτητας και γαλακτωματοποιητής. Το τρυγικό οξύ χρησιμοποιείται και στη βιομηχανία οινοποίησης για τη φάση της σταθεροποίησης του κρασιού. Το παράδοξο είναι ότι ενώ υπάρχει ήδη στα απόβλητα της οινοποιίας, οι ιδιοκτήτες των οινοποιίων το αγοράζουν από το εμπόριο, και μάλιστα από το εξωτερικό γιατί δεν το έχουν οι ίδιοι σε καθαρή μορφή” σημείωσε, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ.
Παρουσιάζοντας τα υποπροϊόντα και απόβλητα της οινοποίησης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης εκμετάλλευσής τους, αναφέρθηκε επίσης στα κλαδέματα και τα κοτσάνια από το αμπέλι, τα στέμφυλα (απομεινάρια από το πάτημα των σταφυλιών και την αφαίρεση του μούστου), τις φλούδες και τα κουκούτσια (από τη συμπίεση των σταφυλιών) και τις διάφορες λάσπες (που παράγονται κατά τη διάρκεια της οινοποίησης στη φάση της ζύμωσης, της σταθεροποίησης του κρασιού και της διαύγασης).
Σε όλα τα παραπάνω περιέχονται, μεταξύ άλλων, χρήσιμα χημικά στοιχεία όπως:
-οι πολυφαινόλες, που δίνουν το κόκκινο χρώμα στο κρασί και έχουν αντιοξειδωτική, αντικαρκινική δράση σε κύτταρα του παχέος εντέρου, αντιβακτηριακή δράση, αντιθρομβωτική δράση,
-το τρυγικό οξύ που αναφέρθηκε ήδη,
-σάκχαρα που μπορούν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή βιοαιθανόλης και την παραγωγή ενέργειας,
-σκουαλένιο που έχει συσχετιστεί με την προστασία του οργανισμού από τη φωτοοξείδωση των λιπιδίων του δέρματος και με την πρόληψη των καρδιαγγειακών αλλά και δερματικών παθήσεων.
Από την πλευρά του, ο καθηγητής και διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικών Πόρων και Εναλλακτικών Μορφών ενέργειας (ΕΦΕΜ) του Ινστιτούτου Χημικών Διεργασιών και Ενεργειακών Πόρων (ΙΔΕΠ) του ΕΚΕΤΑ, Αναστάσιος Καράμπελας, υπογράμμισε ότι σε μια λογική ολοκληρωμένης αξιοποίησης των πολύτιμων αλλά και παραμελημένων αποβλήτων της οινοποιίας, αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν από βιομηχανίες τροφίμων και φαρμακευτικές εταιρείες για τη δημιουργία συμπληρωμάτων διατροφής, τροφίμων με υψηλή διατροφική αξία, φαρμακευτικών προϊόντων, καλλυντικών, αλλά ακόμη και για την παραγωγή ζωοτροφών ή εδαφοβελτιωτικών προϊόντων.
Αναφερόμενος στον τρόπο αξιοποίησης μιας τέτοιας ιδέας μίλησε για ένα εγγενές πρόβλημα που συναντάται στην Ελλάδα λόγω της ύπαρξης πολλών, μικρών και διάσπαρτων μονάδων παραγωγής κρασιού, γεγονός που, όπως εκτιμά, καθιστά μια τέτοια επένδυση εγχείρημα υψηλού κόστους. Στο πλαίσιο αυτό και καθώς η οινοποιητική δραστηριότητα συγκεντρώνεται σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, σημείωσε ότι θα μπορούσαν να δημιουργηθούν τέτοιου είδους μονάδες ανά περιοχή. Παράλληλα υπάρχουν περιθώρια ανάπτυξης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με την παράλληλη βοήθεια από χρηματοδοτικές ενισχύσεις ή χρηματοδοτικά προγράμματα. “Ο ρόλος των ερευνητικών φορέων είναι να αναπτύξουν τη δέουσα τεχνολογία, να συνεργαστούν με κατασκευαστικούς φορείς και παραγωγικές μονάδες ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ύπαρξης και διαμόρφωσης καλά οργανωμένων επενδυτικών σχεδίων” πρόσθεσε.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κ. Σκαλτσούνης, μίλησε στο συνέδριο για τις δυνατότητες αξιοποίησης του νερού που χρησιμοποιείται στα ελαιοτριβεία αλλά και των λυμάτων από το στάδιο της επεξεργασίας τις επιτραπέζιας ελιάς, για την παραγωγή υδροξυτυροσόλης (hydroxytyrosol) που συσχετίζεται με αντιθρομβωτικές, αντιφλεγμονώδεις και αντικαρκινικές ιδιότητες και με την αναστολή της τοξικότητας από υδράργυρο.
Είπε επίσης ότι από τα υπολείμματα της επεξεργασίας του λαδιού και του ραφιναρίσματός του είναι δυνατή η παραγωγή εκχυλίσματος με σκουαλένιο ενώ από τα φύλλα της ελιάς παράγεται εκχύλισμα πλούσιο σε ελαιοευρωπαϊνη (oleuropein) που είναι ισχυρό αντιοξειδωτικό. Άλλωστε, τα στέμφυλα περιέχουν κατεχίνες, επικατεχίνες και ρεσβερατρόλη (resveratrol) η οποία είναι φυσικό αντιβιοτικό, ισχυρό αντιοξειδωτικό και έχει συσχετιστεί με δράση κατά της νόσου Alzheimer. Ακόμη και τα υπολείμματα της επεξεργασίας του ρυζιού περιέχουν την αντιοξειδωτική ουσία y-oryzanol ενώ το λουλούδι του κρόκου Κοζάνης που απορρίπτεται, δεδομένου ότι χρησιμοποιούνται μόνο οι στήμονες, χρησιμοποιείται στην κοσμετολογία.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις υψηλές τιμές των ουσιών αυτών στην αγορά και το ενδεχόμενο αλλαγής τους από την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων ο κ. Σκαλτσούνης απάντησε: “Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε τις ανάγκες της αγοράς. Θα πρέπει να κάνουμε αναλυτική δουλειά, να παράγουμε εκχυλίσματα με συγκεκριμένες σταθμισμένες ποσότητες ουσιών, να δοκιμάσουμε την ανταπόκριση της αγοράς σε τέτοια προϊόντα κατά τη διάρκεια αντίστοιχων εκθέσεων και βεβαίως να σεβαστούμε τους κανόνες με τους οποίους λειτουργεί η αγορά φαρμάκων. Δεν είναι απλή δουλειά”.
Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ