Επιστράτευση: Σε ποιες περιπτώσεις κηρύσσεται - Τι είναι το «θερμό επεισόδιο»
Με φόντο τη διπλή πρόκληση της Τουρκίας με την έκδοση NAVTEX, με την οποία δεσμεύει μεγάλο εύρος στο θαλάσσιο χώρο νότια της Ρόδου και του Καστελόριζου στην ανατολική Μεσόγειο μέχρι τις 2 Αυγούστου για σεισμικές έρευνες και τις υπερπτήσεις στο σύμπλεγμα της Μεγίστης, το flash.gr υπενθυμίζει τι ακριβώς σημαίνει ο όρος «θερμό επεισόδιο» και πότε αποφασίζεται «γενική επιστράτευση». Γενικά με τον όρο επιστράτευση χαρακτηρίζεται η μετάπτωση των στρατιωτικών δυνάμεων από ειρηνικής περιόδου σε εμπόλεμη κατάσταση. Στην Ελλάδα παλαιότερα η επιστράτευση κηρύσσονταν με βασιλικό διάταγμα που ανακοινώνονταν, παρούσας της Βουλής την ίδια μέρα, διαφορετικά ανακοινώνονταν σ΄ αυτή με την πρώτη σύγκλησή της.
Σήμερα η αρμοδιότητα αυτή έχει περάσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας με έκδοση προεδρικού διατάγματος. Η επιστράτευση μπορεί να είναι «γενική» ή «μερική», όπου η δεύτερη αφορά συγκεκριμένες εφεδρικές κλάσεις ή ορισμένες περιοχές, περιφέρειες ή διαμερίσματα της επικράτειας καθώς και ειδικές κατηγορίες ή ειδικότητες εφέδρων, (αξιωματικών, στρατιωτών). Στην προκειμένη περίπτωση τα λεγόμενα «στρατολογικά διαμερίσματα» είναι εκείνες οι στρατιωτικές υπηρεσίες στις οποίες προσέρχονται οι καλούμενοι έφεδροι («επίστρατοι»), όπου και συγκροτούνται εξ αυτών 1 - 3 τάγματα πεζικού ή και μεγαλύτεροι σχηματισμοί. Η μετακίνηση αυτή των εφέδρων γίνεται δωρεάν με κάθε πρόσφορο μεταφορικό μέσον. Η επιστράτευση γίνεται με «πρόσκληση» είτε γενική (π.χ. με διάγγελμα), είτε προσωπική (μυστική), σε όλες όμως τις περιπτώσεις τυγχάνει να είναι απόλυτα υποχρεωτική.
Παράλληλα με την επιστράτευση που αφορά πρόσωπα γίνεται και η επίταξη των από καιρού ειρήνης προβλεπομένων αναγκαίων υλικών και μέσων για την επιτυχία αυτής αλλά και την κάλυψη των εκτάκτων αναγκών και οργάνωσης των ενόπλων δυνάμεων. Την επιμέλεια της προπαρασκευής για την ταχύτερη εκτέλεση της επιστράτευσης έχει το Αρχηγείο Στρατού ή Γενικό Επιτελείο Στρατού, στην Ελλάδα το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης, που από τον καιρό της ειρήνης καθορίζονται τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν από τους μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς των Όπλων (Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας). Παράλληλα οι τελευταίοι καθορίζουν και κατανέμουν στις υπ’ αυτών επιμέρους υπηρεσίες αντίστοιχες προπαρασκευές, όπως χώρους υποδοχής και ενδιαίτησης επιστράτων, χορήγησης αναγκαίου υλικού κ.λπ. έτσι ώστε ολόκληρη η στρατιωτική διάρθρωση των υπηρεσιών να συμβάλει καθεμία κατά αρμοδιότητα ευθύνης της. Αναμφίβολα μια επιστράτευση δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση, η δε επιτυχία της εξαρτάται από τον καλό σχεδιασμό αλλά και από την ετοιμότητα των εμπλεκομένων φορέων και υπηρεσιών που για το λόγο αυτό θα πρέπει ν΄ ασκούνται τακτικά σε παρόμοιες ασκήσεις (είτε πραγματικές είτε εικονικές).
Στη νεότερη ελληνική ιστορία η πρώτη γενική επιστράτευση έγινε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 όπου η κατάσταση που επικράτησε τότε ήταν αποκαρδιωτική, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν ήταν ομοίως και εκείνη, ίσως και χειρότερη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία που δεν φάνηκε όμως τόσο λόγω του πολυπληθέστερου στρατού της που μπορούσε να παρατάξει. Στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο η κατάσταση είχε σαφώς βελτιωθεί, χάρη στον προηγούμενο, και η επιστράτευση δεν άργησε να ολοκληρωθεί. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η επιστράτευση ξεκίνησε «μυστική» πριν την έναρξη του πολέμου και ολοκληρώθηκε κατ΄ αυτή με συνέπεια ο χρόνος ολοκλήρωσής της να περιοριστεί στο ελάχιστο.
Τελευταία γενική επιστράτευση διατάχθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Φαίδωνα Γκιζίκη το καλοκαίρι του 1974, μετά το πραξικόπημα του Σαμψών που επιχειρήθηκε στην Κύπρο. Η επιστράτευση εκείνη αν και ξεκίνησε σύμφωνα με τα υφιστάμενα σχέδια ταχύτατα, τελικά κατέληξε αξιοθρήνητη, λόγω διακοπής της ροής των προβλεπομένων διαταγών, με συνέπεια να δημιουργηθεί ένα χάος που έδωσε έδαφος για παράλογη μεν, κατευθυνόμενη δε, προπαγάνδα μείωσης του ηθικού και όχι μόνο των Ελλήνων επιστράτων. Μερική ολιγόωρη επιστράτευση έγινε στην παραμεθόριο κατά τις Ελληνοτουρκικές κρίσεις του 1987 και του 1996. Το 2002 ήρθη πλήρως το καθεστώς παρατεταμένης επιστράτευσης στο οποίο είχε κηρυχτεί η Ελλάδα μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
«Θερμό επεισόδιο»
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένος ορισμός της παραπάνω φράσης, σε κανένα στρατιωτικό εγχειρίδιο. Αλλά στην πράξη και στην καθομιλουμένη όταν λέμε θερμό επεισόδιο, εννοούμε μια στρατιωτική εμπλοκή μικρής σχετικά έντασης και όχι πόλεμο. Ουσιαστικά λειτουργεί σαν βαλβίδα ασφαλείας εκτόνωσης σε μια περιοχή όπου έχουμε υπερσυσσώρευση στρατιωτικών δυνάμεων. Σε πολλές δε περιπτώσεις, επέρχεται η νηνεμία και λειτουργεί λυτρωτικά προς αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης.
Ως εκ τούτου δεν πρέπει να υπάρχει πανικός στο άκουσμα της φράσης «θερμό επεισόδιο» καθόσον δεν σημαίνει πόλεμος, αλλά μια μικρή στρατιωτική εμπλοκή ολίγων ωρών ή και ημερών με λίγες στρατιωτικές δυνάμεις. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις «θερμών επεισοδίων», ήταν οι Ελληνοτουρκικές κρίσεις του 1987 και του 1996. Στα τέλη Μαρτίου 1987, η κρίση ξεκίνησε όταν η Τουρκία έμαθε ότι η Ελλάδα ξεκινούσε γεωτρήσεις σε αμφισβητούμενα ύδατα του Αιγαίου στα περίχωρα της Θάσου. Ως απάντηση, το Τουρκικό πλοίο Σισμίκ εστάλη να διεξάγει έρευνα στην περιοχή με συνοδεία τουρκικών πολεμικών πλοίων.
Το 1973 ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα πετρελαίου έξω από την Θάσο. Η Ελλάδα υποστήριξε ότι μόνο αυτή είχε δικαίωμα εξόρυξης στην υφαλοκρηπίδα της που εκτείνεται σε όλα της τα νησιά στο Αιγαίο. Η Τουρκία πρότεινε ότι η οριοθέτηση της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας πρέπει να γίνει με διαπραγματεύσεις. Η κρίση μεγάλωνε και οι ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών βρίσκονταν σε κατάσταση συναγερμού. Το συμβάν παραλίγο να προκαλέσει ελληνοτουρκικό πόλεμο. Ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, Ανδρέας Παπανδρέου, έδωσε διαταγή βύθισης του πλοίου σε περίπτωση που βρεθεί σε αμφισβητούμενα ύδατα διεκδικούμενα από την Ελλάδα. Ο τούρκος πρωθυπουργός Τουργκούτ Οζάλ δήλωσε ότι «αν η Ελλάδα παρέμβει στο σκάφος με οποιοδήποτε τρόπο, και αυτό είναι που λέει ο Παπανδρέου, θα αντιδράσουμε με τον ίδιο τρόπο. Ως αποτέλεσμα αυτό μπορεί να είναι αιτία πολέμου», Πρόσθεσε, δε, ότι «περιμένουμε την πρώτη κίνηση από αυτούς»
Ο τότε Βρετανός γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Λόρδος Κάρινγκτον, ζήτησε από την Ελλάδα και την Τουρκία να αποφύγουν την προσφυγή στα όπλα και προσφέρθηκε να δράσει ως διαμεσολαβητής. Η κρίση τελείωσε όταν ο Οζάλ ανακοίνωσε ότι αν η ελληνική κυβέρνηση δεν μπει στα αμφισβητούμενα ύδατα, οι Τούρκοι θα μείνουν επίσης έξω από αυτά. Επίσης είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον Παπανδρέου.
Ως κρίση των Ιμίων ονομάζεται συμβατικά η ένοπλη αμφισβήτηση της Ελληνικής θαλάσσιας κυριαρχίας που έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 1996 από την Τουρκία, με αφορμή την προσάραξη πλοίου στις βραχονησίδες των Ιμίων. Κατά την διάρκεια της ολιγοήμερης αυτής κρίσης, οι δύο χώρες μετέφεραν στρατιωτικές δυνάμεις (κυρίως ναυτικές) γύρω από τα Ίμια και τις ανέπτυξαν φτάνοντας κοντά στην ένοπλη σύρραξη. Τελικά με την παρέμβαση του ΝΑΤΟ, και κυρίως των ΗΠΑ, η ένταση εκτονώθηκε και οι δύο χώρες απέσυραν τους στόλους τους. Την εποχή της κρίσης αυτής πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Κώστας Σημίτης. Υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος, υπουργός Εθνικής Αμύνης ο Γ. Αρσένης και Αρχηγός ΓΕΕΘΑ ο ναύαρχος Χ. Λυμπέρης, ενώ πρωθυπουργός της Τουρκίας ήταν η Τανσού Τσιλέρ και υπουργός Εξωτερικών Ντενίζ Μπαϊκάλ.
Αφορμή της κρίσης ήταν η αμφισβητούμενη από την Τουρκία εγκυρότητα ενός προσαρτήματος της Ιταλοτουρκικής Σύμβασης του 1932 που καθόριζε τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των Ιταλικών Δωδεκανήσων και των ακτών της Τουρκίας. Η τουρκική κυβέρνηση απέρριψε το προσάρτημα ως νομικά άκυρο, με την αιτιολογία ότι δεν είχε κατατεθεί στην Κοινωνία των Εθνών στη Γενεύη. Αυτό, σύμφωνα με την τουρκική θέση, σημαίνει ότι η κυριαρχία σε έναν άγνωστο αριθμό μικρών νησίδων και βραχονησίδων στα Δωδεκάνησα παραμένει απροσδιόριστη και πρέπει να καθοριστεί με κάποια καινούργια σύμβαση. Αντίθετα, η ελληνική θέση υποστήριξε ότι το εν λόγω προσάρτημα παραμένει έγκυρο. Περί τις τελευταίες ώρες της κρίσης, τρεις Έλληνες αξιωματικοί, του Πολεμικού Ναυτικού έχασαν την ζωή τους όταν το ελικόπτερο όπου επέβαιναν κατέπεσε στην θάλασσα. Το ατύχημα αποδόθηκε σε τεχνικά αίτια και την κόπωση του πληρώματος . Η τουρκική πλευρά δεν ανέφερε απώλειες.