Λάμπρος Χούτος: Ανακοίνωσε πότε θα παντρευτεί με την Ματίνα Ζάρα [vids]
Αποκαλύψεις για το πώς γνωρίστηκαν και ανακοινώσεις για το γάμο τους έκαναν ο Λάμπρος Χούτος και η αγαπημένη του, Ματίνα Ζάρα, στην πρώτη κοινή συνέντευξη που έδωσαν, στην εκπομπή του Γρηγόρη Αρναούτογλου, The 2night show, την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020.
Η Ματίνα Ζάρα, ανέφερε πως όσα έμαθε για τον Λάμπρο Χούτο ήταν μέσα από τη συμμετοχή του στο Survivor, κάτι που και η ίδια θεωρεί άδικο, όμως μέχρι πριν 6 χρόνια, οπότε και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στην Ελλάδα, ζούσε μόνιμα στον Καναδά. «Πρώτη φορά την είδα σε ένα μαγαζί έξω τυχαία μέσω κοινής φίλης. Μετά βρεθήκαμε πάλι μέσω της κοινής φίλης σπίτι μου… Εκεί νιώσαμε την έλξη. Το ένιωσα κατευθείαν, αυτό το ανεξήγητο», είπε χαρακτηριστικά η Ματίνα.
Ο δε Λάμπρος Χούτος είπε πως η πρόταση γάμου έγινε τυχαία χωρίς δαχτυλίδι σε μία από τις εξορμήσεις τους στο Λυκαβηττό. Περιγράφοντας την πρόταση γάμου, ο πρώην διεθνής ποδοσφαριστής σχολίασε πως ήταν αρκετά αυθόρμητη, καθώς έγινε σε μια εκκλησία στον Λυκαβηττό, χωρίς μάλιστα να έχει καν μαζί του δαχτυλίδι, ενώ φυσικά, το «ναι» από την ταλαντούχα τραγουδίστρια ήρθε αμέσως. «Ήταν αυθόρμητο. Πήγαμε σε μία εκκλησία στον Λυκαβηττό για να προσευχηθούμε και σε κάποια φάση το ένιωσα πάρα πολύ έντονα και έτσι όπως ήμουν της είπα να παντρευτούμε».
Μάλιστα, όπως αποκάλυψαν σχεδιάζουν να παντρευτούν το επόμενο καλοκαίρι στη Σκιάθο. Σε ερώτηση του παρουσιαστή για το αν σχεδίαζε να ανέβει ξανά τα σκαλιά της εκκλησίας, μετά τον χωρισμό του από την πρώην σύζυγό του με την οποία έχουν αποκτήσει και έναν γιο, ο Λάμπρος Χούτος παραδέχθηκε πως ήταν για πολλά χρόνια μόνος, παρά το γεγονός ότι ήταν «σχεσάκιας» και πως η επιθυμία του να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην προσωπική του ζωή, τού γεννήθηκε όταν γνώρισε τη Ματίνα Ζάρα.
Λίγα λόγια για τον Λάμπρο Χούτο
Ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο από πολύ μικρός, αρχικά στην παιδική ομάδα του Αστέρα Πολύγωνου, όπου τον εντόπισαν οι ιθύνοντες του Παναθηναϊκού και του προσέφεραν θέση στις ποδοσφαιρικές ακαδημίες τους στην Παιανία. Δυο χρόνια αργότερα αναχώρησε για την Ιταλία ώστε να ενταχθεί στη Ρόμα Πριμαβέρα, εφηβική ομάδα της Ρόμα.
Στον σύλλογο της ιταλικής πρωτεύουσας υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο το 1995 σε ηλικία 15,5 ετών. Παρέμεινε επί μία τετραετία, μια σειρά όμως τραυματισμών δεν τον βοήθησαν να καθιερωθεί. Τον Ιανουάριο του 2000 επανήλθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ολυμπιακού Πειραιώς, με κόστος μεταγραφής 3 εκατομμύρια ευρώ, παίζοντας το πρώτο του παιχνίδι στις 20 Φεβρουαρίου του 2000 στην εντός έδρας νίκη του Ολυμπιακού από του Απόλλωνα Σμύρνης με 2-0.
Στον Ολυμπιακό αγωνίστηκε 4,5 περιόδους κατακτώντας 3 πρωταθλήματα Ελλάδας. Παρά τους σοβαρούς τραυματισμούς (έμεινε 4,5 μήνες εκτός γηπέδων, για να ακολουθήσει άλλος ένας τραυματισμός που τον υποχρέωσε σε νέα 12μηνη αποχή), το συγκεκριμένο διάστημα αποτέλεσε το πλέον σημαντικό της καριέρας του, καθώς εκείνη την περίοδο καθιερώθηκε στην εθνική Ελπίδων και κλήθηκε έπειτα στην αντίστοιχη των Ανδρών.
Τον Ιούλιο του 2004 και με ελεύθερη μεταγραφή επανέκαμψε στην Ιταλία για την ομάδα της Ίντερ, στην οποία δεν κατόρθωσε να διακριθεί. Επί 6 μήνες βρέθηκε εκ νέου συμπαίκτης με τον Γιώργο Καραγκούνη, φίλο του από τις ακαδημίες του Παναθηναϊκού. Ωστόσο στη συνέχεια για 1,5 χρόνο περιπλανήθηκε ως δανεικός σε διάφορους συλλόγους, όπως η Αταλάντα, η Μαγιόρκα στην Πριμέρα Ντιβιζιόν της Ισπανίας (όπου συγκρούστηκε με τον Αργεντινό προπονητή του Έκτορ Ραούλ Κούπερ) και η Ρετζίνα.
Επέστρεψε στο Μιλάνο την περίοδο 2006-07 και κατά την τελευταία αγωνιστική, όταν η Ίντερ πανηγύρισε εντός έδρας την απονομή του δεύτερου συνεχόμενου τίτλου στη Σέριε Α, αυτός αγωνίστηκε με τη φανέλα της μερικά λεπτά. Ως αποτέλεσμα, ο Λάμπρος Χούτος αποτελεί τον μοναδικό Έλληνα διεθνή ποδοσφαιριστή που υπήρξε στέλεχος σε 4 διαφορετικούς συλλόγους Α' κατηγορίας της Ιταλίας και έναν από τους μόλις πέντε διεθνείς που αγωνίστηκαν με 6 ή περισσότερους συλλόγους εκτός Ελλάδας (Γκέκας 9, Χαριστέας 8, Κωνσταντόπουλος 7, Τζιόλης 6).
Το ίδιο καλοκαίρι έμεινε ελεύθερος να διαπραγματευτεί τη μετακίνησή του, ερχόμενος τελικά σε συμφωνία με τον Πανιώνιο τον Δεκέμβριο του 2007. Αγωνίστηκε στον δεύτερο γύρο του πρωταθλήματος, βοηθώντας σημαντικά, με 10 τέρματα σε 14 εμφανίσεις, βοηθώντας τον νέο του σύλλογο να καταταγεί 5ος και να προκριθεί στη φάση των πλέι οφ, όπου ο Χούτος σημείωσε τέσσερις επιπλέον συμμετοχές.
Τον επόμενο Ιούλιο σκόραρε 2 φορές στα πλαίσια του κυπέλλου Ιντερτότο της UEFA και πριν από την έναρξη της περιόδου 2008-09 του δόθηκε το περιβραχιόνιο του αρχηγού στην ομάδα. Σύντομα όμως αντιμετώπισε πρόβλημα συνεργασίας με έναν ακόμη προπονητή, τον Έβαλντ Λίνεν από τη Γερμανία, με συνέπεια ο μεν τελευταίος να απομακρυνθεί, ο δε παίκτης να τιμωρηθεί επί μεγάλο διάστημα. Παρά την αλλαγή της τεχνικής ηγεσίας, είχε επέλθει οριστική ρήξη στις σχέσεις του με τη διοίκηση του Πανιωνίου και στις αρχές του 2009 τέθηκε υπό παραχώρηση, έχοντας συμπληρώσει 27 αγώνες και 12 τέρματα για την ομάδα.
Προς τα τέλη του Ιανουαρίου μεταγράφηκε με κόστος 150 χιλιάδων ευρώ στον ΠΑΟΚ, όπου δεν ικανοποίησε και το καλοκαίρι έμεινε ελεύθερος. Από το Σεπτέμβριο του 2009 αγωνίστηκε στην Πεσίνα της Γ' κατηγορίας Ιταλίας για έναν χρόνο και έως την οικονομική χρεοκοπία της, ενώ αποσύρθηκε στη συνέχεια από την ενεργό δράση πριν ολοκληρώσει τα 31 του.
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την Ελλάδα στις 16 Δεκεμβρίου 1999, λίγες ημέρες αφού συμπλήρωσε τα 20 και ως ποδοσφαιριστής της Ρόμα, σε έναν νικηφόρο φιλικό αγώνα με 2-0 επί της Μολδαβίας στη Λάρισα, όπου ο ομοσπονδιακός προπονητής Βασίλης Δανιήλ τον χρησιμοποίησε αλλαγή στη θέση του Θωμά Κυπαρίσση με την έναρξη του β' ημιχρόνου. Σε διάστημα 11 μηνών σημείωσε 6 διεθνείς εμφανίσεις -δύο ως βασικός- αλλά καμία τα επόμενα χρόνια 2001 και 2002, όντας η άτυχη διετία κατά την οποία υπήρξε σοβαρά τραυματισμένος.