Σακελλαροπούλου Σφαγή των Καλαβρύτων: Παραμένει ενεργός ο αγώνας της επανόρθωσης
Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου ενημερώνει πως προσκλήθηκε από τον δήμο Καλαβρύτων να παραστεί στις εκδηλώσεις τιμής και μνήμης, αλλά δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί λόγω των περιοριστικών μέτρων και δημοσιοποιεί την επιστολή της προς τον δήμαρχο.
Αναφέρει στην επιστολή της μεταξύ άλλων: "Η σφαγή των Καλαβρύτων, η μεγαλύτερη ναζιστική θηριωδία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου σε ελληνικό έδαφος, έχει χαραχθεί ανεξίτηλα στην ιστορική και συλλογική συνείδηση του λαού μας. Ένα ειδεχθές και αποτρόπαιο γεγονός, που όχι μόνο προκαλεί βάναυσα και τραυματίζει ανεπανόρθωτα το ανθρώπινο αίσθημα, αλλά μας καλεί, κάθε χρόνο, τη μέρα της επιστροφής μας στον τόπο του μαρτυρίου, σε εγρήγορση για τη θωράκιση της δημοκρατίας μας, στην Ελλάδα και την Ευρώπη, από τους εχθρούς της, τους επιγόνους του φασισμού και του ναζισμού. Στη μνήμη της αδικοχαμένης και ηρωικής γενιάς των Καλαβρυτινών παραμένει ενεργός ο δίκαιος αγώνας της επανόρθωσης".
Ενός λεπτού σιγή στη Βουλή
Στην Ολομέλεια της Βουλής όπου συζητείται για τρίτη ημέρα το σχέδιο Προϋπολογισμού του 2021, τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή.
Φωτογραφίες από την Eurokinissi
Η Σφαγή των Καλαβρύτων
Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 δυνάμεις της Βέρμαχτ σκότωσαν σχεδόν όλους τους άρρενες κατοίκους των Καλαβρύτων, σε αντίποινα για την εκτέλεση αιχμάλωτων γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ. Το τελευταίο ιδίως έτος της Κατοχής είχαν αυξηθεί δραματικά οι ακρότητες των κατακτητών, καθώς η κυριαρχία τους βρισκόταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από την αντίσταση και οι δυνάμεις τους δεν επαρκούσαν για να ελέγχουν τη χώρα. Η τύχη των Καλαβρύτων φαίνεται να προδιαγράφτηκε μετά την ήττα των Γερμανών από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Κερπινής (20 Οκτωβρίου 1943), κατά την οποία σκοτώθηκαν δεκάδες γερμανοί στρατιώτες και αιχμαλωτίστηκαν 78. Τέθηκε σε εφαρμογή από το γερμανικό στρατηγείο η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalavryta»), με στόχο την περικύκλωση των ανταρτών στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων και την εξόντωσή τους. Την εκτέλεση της αποστολής ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, με επικεφαλής τον υποστράτηγο Καρλ φον Λε Ζουίρ. Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου, όταν οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να συρρέουν στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη. Στο διάβα τους έκαιγαν χωριά και μοναστήρια (Μέγα Σπήλαιο και Αγία Λαύρα) και σκότωναν άοπλους πολίτες και μοναχούς.
Στις 9 Δεκεμβρίου έφθασαν στα Καλάβρυτα, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη. Καθησύχασαν τους κατοίκους, διαβεβαιώνοντας ότι στόχος τους ήταν η εξόντωση των ανταρτών και μάλιστα ζήτησαν από όσους την είχαν εγκαταλείψει να επιστρέψουν άφοβα πίσω στα Καλάβρυτα. Όμως, το πρωί της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στην κεντρική πλατεία και οδήγησαν τον άρρενα πληθυσμό άνω των 13 ετών σε μια επικλινή τοποθεσία, που ονομαζόταν «Ράχη του Καπή», ενώ τα γυναικόπαιδα τα κλείδωσαν στο σχολείο.
Το σήμα για την εκτέλεση έδωσε με φωτοβολίδα από το κέντρο των Καλαβρύτων ο ταγματάρχης Χανς Εμπερσμπέργκερ και επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος ήταν ο υπολοχαγός Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ. Με ριπές πολυβόλων, εκτέλεσαν τους συγκεντρωμένους, γύρω στους 800 ανθρώπους. Μόνο 13 Καλαβρυτινοί διασώθηκαν και αυτοί επειδή είχαν καλυφθεί από τα πτώματα των συμπολιτών τους και οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς. Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με την πυρπόληση όλων σχεδόν των σπιτιών των Καλαβρύτων. Όσον αφορά την τύχη των γυναικόπαιδων, αυτά σώθηκαν χάρη στον ανθρωπισμό ενός αυστριακού στρατιώτη, στον οποίο είχε ανατεθεί η φύλαξή τους. Αυτός άφησε ελεύθερη την είσοδο του σχολείου και διευκόλυνε την απομάκρυνσή τους. Όμως, το πλήρωσε με τη ζωή του, αφού καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.
Κατά τη διάρκεια της «Επιχείρησης Καλάβρυτα», σκότωσαν 1.101 άτομα, κατέστρεψαν και λεηλάτησαν πάνω από 1.000 σπίτια, κατάσχεσαν 2.000 αιγοπρόβατα και απέσπασαν 260.000.000 δραχμές.
Κανείς από τους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δεν λογοδότησε στη Δικαιοσύνη. Ο στρατηγός Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1954, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο και ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972, σε ηλικία 67 ετών. Μόνο ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι (1885-1965), καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος.
Στις 18 Απριλίου του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάνες Ράου, επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα και εξέφρασε τη βαθιά θλίψη του για την τραγωδία. Εντούτοις, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.
Ντοκιμαντέρ για τη Σφαγή των Καλαβρύτων