«Έμπαινε Γιούτσο»: Το ντεμπούτο στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό και το σύνθημα που «δονούσε» το Καραϊσκάκη
Από τους λίγους παίκτες που το όνομα του δονούσε τα τσιμέντα του Καραϊσκάκη. Έγινε σύνθημα στα χείλη εκατομμυρίων οπαδών του Ολυμπιακού και το σλόγκαν «Έμπαινε Γιούτσο» παραμένει επίκαιρο και αναγνωρίσιμο έξι δεκαετίες μετά.
Σαν σήμερα, 10 Ιανουαρίου του 1965, ο παίκτης του Ολυμπιακού Νίκος Γιούτσος πραγματοποιεί το ντεμπούτο του κόντρα στον Παναθηναϊκό και τρελαίνει τους φιλάθλους όλης της Ελλάδας. Είναι η ημέρα που γεννήθηκε η φράση-σύνθημα «έμπαινε Γιούτσο»! Είναι μια φράση που την έχουμε χρησιμοποιήσει όλοι. Μέχρι και σε παλιές ελληνικές ταινίες την έχουμε ακούσει. Αλλά δεν είναι μια τυχαία φράση, χωρίς νόημα. Το «έμπαινε Γιούτσο» κρύβει πίσω του μεγάλη ιστορία και πολλές επιτυχίες. Μια φράση που γεννήθηκε στις κερκίδες του γηπέδου Καραϊσκάκη, έγινε σύνθημα από τους οπαδούς του Ολυμπιακού και σταδιακά έγινε διαχρονική. Από και για τον Νίκο Γιούτσο.
Ποιος είναι ο Νίκος Γιούτσος
Ο Νίκος Γιούτσος γεννήθηκε στο Μακροχώρι της Καστοριάς τον Απρίλιο του 1941 και όχι τον Μάρτιο, όπως αναφέρθηκε λανθασμένα στην αίτηση δελτίου του στον Ολυμπιακό και μεγάλωσε στην Ουγγαρία, όπου είχε καταφύγει μαζί με τη μητέρα του και την αδελφή του ως πολιτικοί πρόσφυγες. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στον Όλυμπο, ομάδα Ελλήνων προσφύγων και αργότερα αποκτήθηκε από την ουγγρική Τσέπελ. Κατά τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, οι ποδοσφαιρικές του επιδόσεις τον είχαν κάνει εξαιρετικά δημοφιλή στην ελληνική κοινότητα της Ουγγαρίας. Στην Ουγγαρία ονομαζόταν Μίκλος (σημαίνει Νίκος) Γιούτσοφ ή Γιουτσώφ, όπως τον ανέφεραν οι ελληνικές εφημερίδες της εποχής.
«Είμαι ο πιο ήρεμος ποδοσφαιριστής του κόσμου. Όλοι οι αντίπαλοί μου με βρίζουν χυδαία, αλλά εγώ κατορθώνω να συγκρατώ τα νεύρα και την αγανάκτησή μου. Πάντως πικραίνομαι γιατί ακούω να μου λένε πολλές απαράδεκτες χυδαιότητες όπως: «Παλιοκομμουνιστή, σήμερα θα πεθάνεις» και κάτι άλλες βρωμιές που ντρέπομαι να τις πω. Βέβαια, πολλοί παίκτες προσπαθούν με κάθε τρόπο να εκνευρίσουν τους αντιπάλους τους, αλλά δεν νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει με μένα έχει προηγούμενο. Σε κάθε παιχνίδι ακούω φοβερά πράγματα. Πάντως, τους προειδοποιώ όλους: «Ας λένε ό,τι θέλουν! Δεν πρόκειται να με νευριάσουν!». Με αυτή του τη δήλωση στην εφημερίδα «Ολυμπιακός Αγών» τον Δεκέμβριο του 1965, ολοκληρώνεται η αναφορά στην πολιτική, δεδομένου ότι πράγματι δεν μπλεκόταν σε καβγάδες και εντάσεις.
Πώς τον «έκλεψε» o Ολυμπιακός από την ΑΕΚ
Tον Οκτώβριο του 1964, όταν πια είχε κλείσει τα 23 του, ο ελληνικός Τύπος αναφέρει για πρώτη φορά το όνομα του Γιούτσου, με αφορμή το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού.Την ίδια χρονιά ο Ούγγρος ομοσπονδιακός τεχνικός, ο Λάγιος Μπάροτι, του ζήτησε να αλλάξει υπηκοότητα, προκειμένου να φορέσει τη φανέλα της ένδοξης εθνικής ομάδας της χώρας που ζούσε, αλλά εκείνος έδωσε αρνητική απάντηση. Παράλληλα, όταν ο γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στη Βουδαπέστη, ονόματι Παππάς, ήρθε στην Αθήνα για μία χειρουργική επέμβαση, σε συζήτηση που είχε με τον γιατρό Βασίλη Χατζηγιάννη (διατελούσε και παράγοντας της ΑΕΚ), αναφέρθηκε στο ταλέντο του Γιούτσου.
Τότε έμαθε για το προσφυγόπουλο και ο αείμνηστος Θεόδωρος Νικολαΐδης, ο διευθυντής της εφημερίδας «Φως των Σπορ», ο οποίος συνεργάστηκε με έναν βιομήχανο, παράγοντα του Ολυμπιακού, καθώς και με τον Μανώλη Γλέζο. Τα πράγματα όμως αρχικά δεν είναι τόσο ρόδινα γι’ αυτόν. Το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών δυσκολευόταν να δώσει βίζα στον Γιουτσόφ καθώς ίσχυε η απαγόρευση επανόδου στη χώρα πολιτικών προσφύγων και ιδιαίτερα μακεδονικής καταγωγής. Ως Γιουτσόφ ήταν αδύνατον να του επιτραπεί η είσοδος και παραμονή στην Ελλάδα γι’ αυτό και ο Ολυμπιακός τον έφερε με διαβατήριο μίας χρήσης, με φωτογραφία από δημοσίευμα ουγγρικής εφημερίδας! Έτσι, ο Γιούτσοφ, έγινε Γιούτσος και έπαιξε και στην Εθνική Ελλάδας.
Ήταν μία εποχή που ο Ολυμπιακός για έξι χρόνια ήταν χωρίς πρωτάθλημα, αλλά το σκηνικό θα αλλάξει ριζικά εκείνο το καλοκαίρι του 1965 όταν στον Πειραιά θα πάει ο Μάρτον Μπούκοβι. Ο Μαγυάρος «δάσκαλος» θα δημιουργήσει μια από τις θεαματικότερες και πιο επιθετικές ομάδες που είδαν ποτέ οι Έλληνες φίλαθλοι. «Κινητήριος μοχλός» έμελλε να γίνει ο Γιούτσος, καθώς ο Μπούκοβι εκμεταλλευόμενος τα πολλαπλά χαρίσματα του ποδοσφαιριστή του, «έστησε» εκείνη την ομάδα πάνω και γύρω από αυτόν. Ο τίτλος ήρθε από την πρώτη χρονιά, έστω κι αν ήταν βγαλμένος μέσα από ταινία θρίλερ και έφερε «φαρδιά-πλατιά» την υπογραφή του Νίκου Γιούτσου.
Ντεμπούτο κόντρα στον Παναθηναϊκό
Ο Νίκος Γιούτσος πραγματοποίησε το επίσημο ντεμπούτο του στο εκτός έδρας ντέρμπι της 10ης Ιανουαρίου 1965 κόντρα στον Παναθηναϊκό (1-1 το σκορ). Είναι η ημέρα που γεννήθηκε η φράση-σύνθημα «έμπαινε Γιούτσο»!
Αγαπημένος του αντίπαλος ο ΠΑΟΚ
Αδιαμφισβήτητα, ο αγαπημένος του αντίπαλος αποδείχθηκε -εκ των πραγμάτων- ο ΠΑΟΚ, αφού εναντίον του έβαλε το πρώτο του γκολ και, μάλιστα, στην Τούμπα (17/1), ενώ στο Στάδιο Καραϊσκάκη σκόραρε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1965, ξανά κόντρα στον «δικέφαλο». Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής, ο Νίκος Γιούτσος θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην κορυφαία ενδεκάδα της Ιστορίας του Ολυμπιακού. Ψηλός για τα δεδομένα της εποχής, οργανωτικός, πανέξυπνος, εκπληκτικός στο χαμηλό παιχνίδι, συνεργαζόταν υπέροχα με τους Γιώργο Σιδέρη και Βασίλη Μποτίνο, ενώ συχνά-πυκνά έβρισκε δίχτυα.Το σήμα κατατεθέν του, όμως, ήταν ο «καλπασμός» προς την αντίπαλη εστία, όταν πετούσε την μπάλα συρτά δεξιά ή αριστερά από τον εκάστοτε αντίπαλό του και έτρεχε με τις φτέρνες σχεδόν να ακουμπούν στους γλουτούς.
Με την απλότητα της ουσίας, ο εγκεφαλικός αυτός μεσοεπιθετικός έπαιζε ποδόσφαιρο κλάσεως και ξεσήκωνε το κοινό του Σταδίου Καραϊσκάκη με τα «μπασίματά» του, όπως γράφει το sport-retro.gr. Μάλιστα για τη συνεργασία του με Σιδέρη- Μποτίνο έχει πει: «Θεωρώ τον Σιδέρη ένα από τα πολύ μεγάλα σέντερ φορ, κρούσεως που σκόραρε εύκολα. Κι ο Μποτίνος ήταν ένα μεγάλο ταλέντο. Ήμασταν και οι πέντε επιθετικοί πολύ γρήγοροι, ενώ σκοράραμε όλοι ανά πάσα στιγμή. Και να μην ήταν ο ένας σε καλή μέρα, «καθάριζε» ο άλλος».
Δέκα χρόνια αργότερα, τo καλοκαίρι του 1974, αποχώρησε από τον σύλλογο, καθώς δεν ακολούθησε την αποστολή του Ολυμπιακού που ταξίδεψε για προετοιμασία στη Γερμανία. Είχε προηγηθεί μια αντιπαράθεση με τον τότε προπονητή των "ερυθρολεύκων" Λάκη Πετρόπουλο πριν από τον χαμένο τελικό κυπέλλου Ελλάδος του 1974 με τον ΠΑΟΚ και είχε αποχωρήσει από το ξενοδοχείο. Σε μια συμφωνία κυρίων με τον Νίκο Γουλανδρή, θα αποχωρήσει σαν φίλος και θα πάει στον Εθνικό. Θα αγωνιστεί άλλη μια χρονιά εκεί και θα κρεμάσει για πάντα τα ένδοξα ποδοσφαιρικά παπούτσια του.
Ρίζωσε στον Πειραιά και υπήρξε από τους στενούς συνεργάτες του Σωκράτη Κόκκαλη, όταν αυτός πρωτοανέλαβε την προεδρία του συλλόγου. Άλλωστε συνδέονταν οι δυo τους με φιλία ετών. Μάλιστα το 1994, βρέθηκε για ένα μήνα να εκτελεί και χρέη υπηρεσιακού προπονητή, όταν ο Κόκκαλης ζήτησε από αυτόν και από τον Σιδέρη ως γενικό αρχηγό, να «συμμαζέψουν» την κατάσταση στην ομάδα, μέχρι να προσληφθεί νέος προπονητής. Ασχολήθηκε και με τα κοινά της πόλης, καθώς το 2006 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος Πειραιά, με τον συνδυασμό του Παναγιώτη Φασούλα.
Στις 27 Ιανουαρίου του 1967, ο Ολυμπιακός σημειώνει τη 12η νίκη του σε 13 παιχνίδια. Ο Γιώργος Σιδέρης ανοίγει το σκορ μόλις στο 3’ και ο Νίκος Γιούτσος διαμορφώνει το τελικό 2-0 στο 58’.
Στην πλούσια καριέρα του κατέκτησε 4 Πρωταθλήματα (1966, 1967, 1973, 1974), 4 Κύπελλα (1965, 1968, 1971, 1973) ενώ πέτυχε 99 γκολ με τη φανέλα του Ολυμπιακού (όντας ο 5ος σκόρερ στην ιστορία του Θρύλου) και δύο με αυτή του Εθνικού. Στα «παράσημά» του και η δήλωση στην «Αθλητική Ηχώ» του μεγάλου Φέρεντς Πούσκας, ενώ ήταν προπονητής του Παναθηναϊκού... Πως ο Γιούτσος μαζί με τον Δομάζο είναι οι καλύτεροι Έλληνες ποδοσφαιριστές!