Ανοσία της αγέλης: Μακρύς ο δρόμος μέχρι την απόκτηση της
Η ανθρωπότητα δεν είναι κοντά στο να αποκτήσει συλλογική ανοσία έναντι στον κορονοϊό. Το συμπέρασμα προκύπτει ευρήματα των δειγματοληπτικών ερευνών μέσω τεστ αντισωμάτων που έχουν γίνει μέχρι στιγμής σε διάφορες πόλεις. Συγκεκριμένα δείχνουν ότι το ποσοστό του πληθυσμού με ανοσία είναι μάλλον μονοψήφιο σε πολλές περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες για να αναπτυχθεί συλλογική ανοσία, ώστε πλέον οι πολλοί που έχουν νοσήσει και έχουν πια αναπτύξει αντισώματα να λειτουργούν ως ασπίδα για όσους δεν έχουν μολυνθεί, πρέπει το ποσοστό των λοιμώξεων να φθάσει τουλάχιστον το 60% του πληθυσμού μίας χώρας (ίσως και έως το 80%), άρα και του παγκόσμιου πληθυσμού. Oι "Τimes" σε δημοσίευμα τους εξηγούν ότι ο κόσμος απέχει πολύ από αυτόν τον στόχο.
Με βάση τα έως τώρα δεδομένα, η συλλογική ανοσία «είναι απίθανο να επιτευχθεί σύντομα», σύμφωνα με τον επιδημιολόγο Μάικλ Μίνα της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Ένα επίπεδο ανοσίας μικρότερο του 60% μπορεί να επιβραδύνει την εξάπλωση της Covid-19, αλλά όχι να αποτρέψει οριστικά ένα μελλοντικό μεγάλο νέο ξέσπασμα της νόσου.
«Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν έχουμε κάποιο καλό τρόπο για να χτίσουμε ανοσία με ασφάλεια, τουλάχιστον όχι βραχυπρόθεσμα. Εκτός και αν αφήσουμε τον ιό ανεξέλεγκτο ξανά, όμως νομίζω ότι η κοινωνία έχει αποφασίσει πως κάτι τέτοιο δεν αποτελεί διαθέσιμη επιλογή», τόνισε ο δρ Μίνα.
Δεν έχει χτιστεί ακόμη η συλλογική ανοσία
Αυτά είναι κάποια από τα επίπεδα επίπεδα ανοσίας που έχουν εκτιμηθεί για τον πληθυσμό μεγάλων πόλεων (σε παρένθεση η ημερομηνία ανακοίνωσης): Βαρκελώνη 7,1% (13 Μαΐου), Στοκχόλμη 7,3% (20 Μαΐου), Βοστώνη 9,9% (15 Μαΐου), Γουχάν Κίνας 10% (20 Απριλίου), Μαδρίτη 11,3% (13 Μαΐου), Λονδίνο 17,5% (21 Μαΐου), Νέα Υόρκη 19,9% (2 Μαΐου). Όμως, αυτά τα ποσοστά είναι εκτιμήσεις και μπορεί κάλλιστα να υπερεκτιμούν το επίπεδο ανοσίας του πληθυσμού. Στη Γουχάν π.χ. το ποσοστό αντισωμάτων 10% υπολογίστηκε μόνο σε όσους εργαζόμενους επέστρεψαν στην εργασία τους και έκαναν τεστ, αλλά όχι στο σύνολο του πληθυσμού της πόλης.
Είναι σαφές ότι σε μεγάλο βαθμό η πλειονότητα των ανθρώπων παραμένει ευάλωτη απέναντι στον ιό, γι' αυτό και είναι πιθανό ένα δεύτερο ή και τρίτο επιδημικό κύμα μέσα στους επόμενους μήνες. Ακόμη και χώρες που πειραματίστηκαν με πιο χαλαρά μέτρα και αποφυγή lockdown, όπως η Βρετανία (στην αρχική φάση) και η Σουηδία (σε μόνιμη βάση), σε μία προσπάθεια να «χτίσουν» ανοσία στον πληθυσμό τους έστω και με τίμημα περισσότερες ζωές κατά το πρώτο επιδημικό κύμα, δεν φαίνεται να έχουν πετύχει την αναμενόμενη ανοσία που προσδοκούσαν.
Τα ορολογικά τεστ αντισωμάτων δεν είναι ακριβή αλλά μπορούν να δώσουν μία καλή εικόνα σχετικά με το ρυθμό εξάπλωσης του κορονοϊού. Αυτή την εικόνα δεν μπορούν να δώσουν τα μοριακά διαγνωστικά τεστ σύμφωνα, με τον καθηγητή βιολογίας Καρλ Μπέργκστρομ του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Η συλλογική αγέλη διαφέρει από μέρος σε μέρος
Σύμφωνα με τους επιστήμονες η συλλογική ανοσία εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η πυκνότητα του πληθυσμού και η συχνότητα των κοινωνικών επαφών. Γι' αυτό και διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Οι λοιμωξιολόγοι ωστόσο συμφωνούν στο γεγονός ότι για να χτιστεί η συλλογική ανοσία, πρέπει το ποσοστό των λοιμώξεων να φτάσει τουλάχιστον το 60% του πληθυσμού. , αλλά υπάρχει σχετική επιστημονική συναίνεση πως δύσκολα μπορεί να είναι κάτω από 60% του πληθυσμού. Αυτό που μένει να διαπιστωθεί είναι η διάρκεια της φυσικής ανοσίας, από τη στιγμή που δεν υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο.
Όμως, ακόμη και να υπάρξει τελικά ανοσία «αγέλης», μερικοί άνθρωποι θα συνεχίσουν να αρρωσταίνουν από τον κορονοϊό. «Ο κίνδυνος καθενός, αν εκτεθεί στον ιό, παραμένει ο ίδιος. Απλώς (με τη συλλογική ανοσία) είναι λιγότερο πιθανό κανείς να εκτεθεί στον ιό», σύμφωνα με την καθηγήτρια επιδημιολογίας Τζιψιάμπερ Ντ' Σούζα της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς.
Σύγκριση γρίπης - κορονοϊού
Στην περίπτωση της εποχικής γρίπης εκτιμάται ότι κάθε χρονιά περίπου το 50% του πληθυσμού κινδυνεύει να αρρωστήσει, καθώς πολλοί άνθρωποι έχουν κάποιου είδους ανοσία, είτε λόγω εμβολιασμού είτε επειδή στο παρελθόν είχαν εκτεθεί σε κάποιο συγγενικό ιό της γρίπης. Αυτό το ποσοστό δεν είναι αρκετό για συλλογική ανοσία, γι' αυτό η γρίπη συνεχίζει να κυκλοφορεί σε όλον τον κόσμο και να σκοτώνει ανθρώπους.
Όμως, συγκριτικά με την Covid-19, όπου το επίπεδο ανοσίας είναι ακόμη πολύ χαμηλότερο, ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων κινδυνεύουν να κολλήσουν γρίπη και να αρρωστήσουν σοβαρά από αυτή, ενώ επίσης οι ασθενείς την εξαπλώνουν με πολύ πιο αργό ρυθμό από ό,τι τον νέο κορονοϊό. Συνεπώς, ο αριθμός των ανθρώπων που κινδυνεύουν να πεθάνουν από γρίπη είναι πολύ μικρότερος από ό,τι να πεθάνουν από κορονοϊό.