«Αιχμαλωσία λύκων στην Πάρνηθα με «πράσινο φως» εισαγγελέα – Τι απαντά η Εισαγγελία στον σάλο
Στο τραπέζι έπεσαν ακόμη και πιο ακραία μέτρα, όπως η θανάτωση των λύκων, ή η αιχμαλώτιση και στη συνέχεια η στείρωσή τους.

Εντύπωση έχει προκαλέσει η είδηση πως ο Εισαγγελέας Προστασίας Ζώων έδωσε εντολή να αιχμαλωτιστούν οι λύκοι της Πάρνηθας και να μεταφερθούν σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας. Μια είδηση που αναπαράχθηκε αρχικά σε ιστοσελίδες κυνηγετικού περιεχομένου και στη συνέχεια ευρύτατα, ενώ σε δημοσιεύματα ("Καθημερινή", "ΕΡΤ", κλπ) αποτυπώνονται οι ανησυχίες της επιστημονικής κοινότητας.
Τα ερωτήματα του flash.gr
Το flash.gr έψαξε τι ακριβώς έχει συμβεί, από εισαγγελικής πλευράς, θέτοντας τα σχετικά ερωτήματα.
Επί του θέματος, εισαγγελικές πηγές αναφέρουν πως οι ενέργειες του Εισαγγελέα Προστασίας Ζώων δεν ήταν μία ξαφνική απόφαση, αλλά διενεργήθηκαν με γνώμονα το κοινωνικό συμφέρον.
Στην προκειμένη περίπτωση, στο γραφείο του αρμόδιου εισαγγελέα έφτασαν καταγγελίες για υπερβολική αύξηση του αριθμού των λύκων σε συγκεκριμένα σημεία της Πάρνηθας, με αναφορές πως έχει διαταραχθεί η ισορροπία του οικοσυστήματος στην περιοχή.
Μάλιστα, πολίτες σημείωναν πως συχνά το τελευταίο διάστημα, αγέλες λύκων έχουν κάνει την εμφάνισή τους ακόμη και σε κατοικημένες περιοχές, σε πλατείες και δρόμους στην Ιπποκράτειο Πολιτεία.
Οι επιθέσεις σε ελάφια
Σύμφωνα με εισαγγελικές πηγές, έγινε έλεγχος στοιχείων του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος, από τα οποία αποτυπώνονται ενδείξεις αύξησης του αριθμού των λύκων σε συγκεκριμένα σημεία του βουνού, έναντι υπερβολικής μείωσης του αριθμού των ελαφιών, τα οποία τείνουν να γίνουν πλέον είδος υπό εξαφάνιση στην Πάρνηθα.
Τα στοιχεία αυτά οδήγησαν τον Εισαγγελέα Προστασίας Ζώων να εκκινησει ποινική προκαταρκτική έρευνα, ερευνώντας εάν έχει τελεστεί ποινικό αδίκημα για τη διατάραξη του οικοσυστήματος διά παραλείψεως από πλευράς συγκεκριμένου αρμόδιου προσώπου, με βάση τις ποινικές διατάξεις του νόμου περί προστασίας του περιβάλλοντος.
Συγκεκριμένα, η έρευνα έχει σκοπό να τεκμηριώσει το μέγεθος της αύξησης του αριθμού των λύκων και να διαπιστώσει εάν κάποιος αρμόδιος φορέας με τις παραλείψεις του, οδήγησε σε αυτήν την αύξηση, στην οποία περίπτωση ο υπεύθυνος θα είναι ποινικά υπόλογος.
Σκέψεις για ακραία μέτρα
Κατόπιν, κατά τις ίδιες πηγές, συνεκλήθη σύσκεψη με τη συμμετοχή των αρμόδιων φορέων, με τους οποίους υπήρξε εκτενής συζήτηση όλων των ενδεχομένων, ώστε να προστατευθεί το οικοσύστημα, χωρίς κάποιος φορέας να φέρει οποιαδήποτε αντίρρηση.
Στο τραπέζι έπεσαν ακόμη και πιο ακραία μέτρα, όπως η θανάτωση των λύκων, ή η αιχμαλώτιση και στη συνέχεια η στείρωσή τους. Μέτρα τα οποία δεν προτιμήθηκαν, με τον εισαγγελέα να αποφασίζει τελικά να διατάξει την αιχμαλωσία και μεταφορά τους στη Βόρεια Ελλάδα.
Κατά τις ίδιες πηγές, οι ευρωπαϊκές αρχές έχουν δώσει το πράσινο φως για τέτοιου είδους μέτρα, σε περιπτώσεις αυξημένου αριθμού λύκων, έχοντας πλέον τοποθετήσει το λύκο στα προστατευόμενα είδη, από τα είδη υπό εξαφάνιση που βρισκόταν μέχρι πρότινος, λόγω αύξησης του πληθυσμού του ζώου σε ολόκληρη την ήπειρο.
Τα μέτρα
Εισαγγελικές πηγές σημειώνουν ότι όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες έκαναν σε ταχύτατο χρόνο τα δέοντα για να βρεθεί η δέουσα λύση, οργανώνοντας τον τρόπο με το οποίο θα διεξαχθεί το εγχείρημα. Προσθέτουν μάλιστα ότι τα στοιχεία που οδήγησαν στην έρευνα δεν έχουν αμφισβητηθεί από καμία αρμόδια αρχή.
Τονίζουν, επίσης, ότι αναγνωρίζουν την τεράστια δυσκολία που ενέχει το σχέδιο αιχμαλωσίας των λύκων, σημειώνοντας ότι αυτή ήταν η έσχατη λύση στην οποία αναγκαστικά διαφεύγουν (απορρίπτοντας τη θανάτωση και τη στείρωση) προσβλέποντας να δοθεί έστω μια μερική λύση στο πρόβλημα, με δεδομένες τις καταγγελίες και τα στοιχεία.
Επι του σχεδίου, σημειώνουν ότι αρχικά θα πρέπει να γίνει λεπτομερής καταγραφή του οικοσυστήματος, ώστε να εντοπιστούν συγκεκριμένα σημεία της Πάρνηθας που έχει εντοπιστεί η αύξηση και στη συνέχεια να εκπονηθεί το περίπλοκο πλάνο αιχμαλωσίας συγκεκριμένου αριθμού λύκων.
Ένα πλάνο το οποίο καλούνται να εκπονήσουν οι δασικές υπηρεσίες με τον ΟΦΥΠΕΚΑ, με εισαγγελικές πηγές να τονίζουν ωστόσο ότι λόγω της δυσκολίας του εγχειρήματος, έχει συμφωνηθεί μεταξύ των υπηρεσιών μεγάλο χρονικό διάστημα (συγκεκριμένα 12 μηνών), για την ολοκλήρωσή του.