Flash by night: Οι κυρίες τραγουδούν, διότι το λέει η περδικούλα τους
Flash – By night: Αυτή την περίοδο που βαδίζουμε σε αγεωγράφητους δρόμους, δεν διαβάζουμε ειδήσεις πριν πάμε για ύπνο, αλλά ακούμε μουσική. Κεντρικό μεταμεσονύχτιο θέμα μας, επιτυχίες που έκαναν γυναικείες φωνές στο ελληνικό τραγούδι. Δυναμώστε την ένταση και... μπείτε στο πνεύμα τους.
Κατερίνα Κούκα: Η Σερραία τραγουδίστρια με την πληθωρική φωνή, γεννήθηκε φτωχή και έμαθε να παλεύει στη ζωή της. «Όταν ήμουν 11 χρονών οι γονείς πήραν την απόφαση -όπως τόσοι άλλοι Έλληνες εκείνη την εποχή- να πάνε στην Γερμανία για δουλειά. Και δυστυχώς δεν επιστρέψαμε ποτέ. Εγώ πήγα δημοτικό στην Ηράκλεια και μετά συνέχισα το σχολείο στην Γερμανία. Όταν γύρισα παντρεύτηκα στην Χαλκίδα. Και όταν χώρισα ξεκίνησα το τραγούδι στην Αθήνα… Είμαι περήφανη που είμαι παιδί από τις Σέρρες. Είμαι περήφανη για την αγωγή που έλαβα από τους γονείς μου που ήταν “μεροδούλι-μεροφάι” , από τους ανθρώπους του μόχθου που αγωνιζόντουσαν για την ζωή τους - όπως και όλοι γύρω γύρω δηλαδή - για να μας μεταδώσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αρχές και ήθος σε μία Ελλάδα που τότε είχε μεγάλες δυσκολίες και φτώχεια».
Ο ωραίος κι η ωραία
Μαίρη Χρονοπούλου: Η εντυπωσιακή γυναίκα και ταλαντούχα ηθοποιός, έγινε σταρ στην καλή εποχή του κινηματογράφου τη δεκαετία του ’60. Η θηλυκότητά της, η φινέτσα της, τα πλούσια υποκριτικά της προσόντα και το ταμπεραμέντο της, σφραγίζουν κάθε ρόλο που υποδύθηκε στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Και κάθε τραγούδι που είπε. «Είμαι μία απόλυτα χορτασμένη γυναίκα και δεν έχω χαριστεί σε κανέναν. Ούτε σε εκδότη, ούτε σε παραγωγό. Δεν είχα ποτέ σύντροφο κάποιον σπουδαίο σημαντικό παράγοντα. Πέστε με φτηνή, αλλά πάντα μου άρεσαν οι ωραίοι!» Είναι από τις κυρίες που έχουν μεγαλώσει με ωριμότητα, στωικότητα σκέψης και φιλοσοφίας της ίδιας της ζωής.
Του αγοριού απέναντι
Κονιτοπούλου Στέλλα: Από την οικογένεια των Κονιτοπουλέων, εμφανιζόταν από τα 13 της χρόνια ζωντανά σε μουσικό στέκι της εποχής μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της. Έχει βραβευτεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για την προσφορά της στην παράδοση και στο νησιώτικο τραγούδι. «Όταν πρωτοξεκίνησα να τραγουδάω στα πανηγύρια με την οικογένειά μου ήμουν 11 χρονών, οι εποχές ήταν αρκετά πίσω. Το πανηγύρι τότε σήμαινε να βγεις να τραγουδήσεις με σειρά προτεραιότητας χορού, γιατί πλήρωνε ο κόσμος τότε, σου πετούσαν χρήματα. Αυτό ήταν πάρα πολύ σκληρό για ένα κοριτσάκι μικρό, το θεωρούσα εξευτελιστικό. Ξεκινούν από πολύ νωρίς να κάθονται στις καρέκλες, μέχρι όσο πάει. Πας στο πανηγύρι και δεν ξέρεις πότε θα σταματήσει, ανέχεσαι τον κάθε μεθυσμένο. Μια φορά μας είχε σηκώσει όρθιους ένας την ώρα που χόρευε να του χτυπάμε παλαμάκια. Ο θείος μου μού έλεγε να μαζεύω τα χρήματα από κάτω. Εγώ εκείνη την ώρα ήμουν να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Όλα γυρίζουν. Θυμάμαι πως από τα μέσα δεκαετίας του ’90 και μέχρι το 2002 γινόταν χαμός με το νησιώτικο τραγούδι. Μετά ήρθαν στη μόδα τα κλαρίνα και τα λαϊκά…»
Τα σφάλματά σου πέλαγα
Ρένα Κουμιώτη: Γεννήθηκε στην Αθήνα, στη Νέα Ιωνία, από γονείς πρόσφυγες, ο πατέρας της Σμυρνιός, η μάνα της Κωνσταντινοπολίτισσα, αλλά μεγάλωσε στην Κοκκινιά. «Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός. Τη μητέρα μου την έχασα όταν ήμουν επτά μηνών, νεότατη, στα 20 της Μας μεγάλωσε η μητέρα της, η γιαγιά μου, εμένα, που ήμουν το πιο μωρό, και τα δύο αδέρφια μου. Αν και επίσης πολύ νέος ο μπαμπάς μου όταν χάσαμε τη μητέρα μου, όχι μόνο δεν ξαναπαντρεύτηκε αλλά ούτε καν ακούσαμε ότι «τον είδαμε εκεί με την τάδε γυναίκα». Δεν ήθελε επ' ουδενί λόγω να βάλει μητριά να μας μεγαλώσει.
Αποχώρησε σχετικά νωρίς, συγκριτικά με άλλους συναδέλφους της. Η μακρά αποχή από τη δισκογραφία, όμως δεν την έβλαψε. Η ανεπανάληπτη χροιά, η δωρική στάση του σώματος και το καθαρό μέταλλο της φωνής της, δικαίως την κατατάσσουν στις κορυφαίες Ελληνίδες τραγουδίστριες της γενιάς της. Οι συγκλονιστικές ερμηνείες της παραμένουν αξεπέραστες.
Άναψε καινούργιο μου φεγγάρι
Χαρούλα Αλεξίου και «Ο φαντάρος»: Κάθε τραγούδι έχει τη δική του ιστορία, έτσι κι Σύμφωνα με μαρτυρία του Ρασούλη, «για να πείσω τον Μάνο να γράψουμε τσιφτετέλι, χρειάστηκαν …έξι μήνες». Ο λόγος ήταν ότι ως πολιτικά αριστερός, ο συνθέτης δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις με τον εν λόγω ρυθμό και ήταν καθαρά θέμα ιδεολογίας η άρνησή του. Παράλληλα, ο Λοΐζος δε γνώριζε καλά όλους τους λαϊκούς «δρόμους» κι έτσι ζήτησε από τον Χρήστο Νικολόπουλο να του γράψει μια κασέτα μ’ αυτούς παίζοντας το μπουζούκι του και ο Μάνος την άκουγε νυχθημερόν, μέχρι να τους μάθει καλά ώστε να ετοιμάσει τα τραγούδια! ελικώς, ο συνθέτης πείστηκε να γράψει τσιφτετέλι αλλά τα προβλήματα δε σταμάτησαν εδώ. Όταν η Αλεξίου άκουσε στο δεύτερο κουπλέ του «Φαντάρου» το δίστιχο: «Η πόλη σαν τη γκόμενα, όλο ματιές κι επόμενα» αρνήθηκε κατηγορηματικά να το τραγουδήσει. Ο Ρασούλης υποχρεώθηκε ν’ αλλάξει τους στίχους και να γράψει αυτούς που ξέρουμε και τραγουδάμε όλοι, δηλαδή «Η πόλη σαν τη γόησσα, σαν την παλιά αρχόντισσα». Δικό σας!
Ο φαντάρος