Βάσει νόμου τα προϊόντα υποκλοπής μπορεί να χρησιμοποιηθούν υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν υπόθεση οικονομικού εγκλήματος ή διαφθοράς καθώς υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο άρθρο 14 του νόμου 4637/2019 (σε τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα ΦΕΚ 18 Νοεμβρίου 2019 ) το οποίο ορίζει ότι αποδεικτικό μέσο που αφορά κακουργηματικές πράξεις μπορεί να ληφθεί υπόψη από εισαγγελείς. Το άρθρο ορίζει ότι η χρήση του αποδεικτικού μέσου γίνεται δεκτή εφόσον κριθεί αιτιολογημένα ότι:

  • η βλάβη που προκαλείται με την κτήση του είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος, τη σπουδαιότητα και την έκταση από τη βλάβη ή τον κίνδυνο που προκάλεσε η ερευνώμενη πράξη,
  • η απόδειξη της αλήθειας θα ήταν διαφορετικά αδύνατη
  • η πράξη με την οποία το αποδεικτικό μέσο αποκτήθηκε δεν προσβάλλει την ανθρώπινη αξία.

Και φαίνεται πως το ζήτημα δεν αφορά μόνο ένα κόμμα αλλά όλη την δημόσια ζωή. Στις 24 Ιουνίου ένα σχετικό δημοσίευμα από την εφημερίδα Kontranews δεν αναπαράχθηκε ιδιαίτερα αν και συζητήθηκε πολύ σε δημοσιογραφικούς, πολιτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους.

Το δημοσίευμα ανεφέρε μεταξύ άλλων:

«17 υπερσύγχρονοι κοριοί που ανήκουν σε ιδιωτικές εταιρείες έχουν καταγράψει συνομιλίες χιλιάδων ωρών – Η νομιμοποίηση των υποκλοπών προκαλεί επικίνδυνες παρενέργειες.

Η νομιμοποίηση των υποκλοπών μπορεί να προκαλέσει επικίνδυνους τριγμούς στο πολιτικό σύστημα. Σε περίπτωση που αρχίσει να βγαίνει στον αέρα το υλικό που έχουν καταγράψει 17 υπερσύγχρονοι κοριοί που ανήκουν σε ιδιωτικές εταιρείες, τότε μεγαλόσχημοι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες θα αρχίσουν να πηδάνε από τα παράθυρα. Πρόκειται για υποκλοπές που έχουν διενεργηθεί για λογαριασμό μεγάλων οικονομικών συμφερόντων τα τελευταία χρόνια.

Είναι κοινό μυστικό ότι οι βαρόνοι της διαπλοκής παρακολουθούσαν ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί τους πολιτικούς, τους διοικητές ΔΕΚΟ, αλλά και τραπεζίτες. Συγκέντρωναν υλικό για να εκβιάζουν καταστάσεις ειδικά σε περιόδους που παίζονταν μεγάλες δουλειές και συμβάσεις του δημοσίου. Βέβαια κανείς δεν τολμούσε να δημοσιοποιήσει το υλικό, γιατί ο νόμος ήταν αυστηρός και κινδύνευαν με κακουργηματικές διώξεις.

Λέμε «βαλιτσάκια» εντελώς σχηματικά. Θα μπορούσαμε να λέμε π.χ «βανάκια» σαν και αυτό που εντοπίστηκε στην Κύπρο τον Δεκέμβριο του 2019 σε ένα ακόμη σκάνδαλο παρακολουθήσεων. 

Με την αλλαγή του νόμου, αλλά και με την αποδοχή από την προανακριτική επιτροπή της Βουλής υλικού υποκλοπών, νομιμοποιείται η χρησιμοποίηση του υλικού με το πρόσχημα ότι μέσα από τις συνομιλίες αποκαλύπτονται ποινικά αδικήματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον νόμο που ισχύει σήμερα δεν θεωρείται παράνομη η κατοχή βαλίτσας υποκλοπών.

Δίωξη ασκείται μόνο αν κάποιος συλληφθεί επ΄ αυτοφώρω να κάνει υποκλοπές κάτι που είναι σχεδόν αδύνατο, γιατί με τη σύγχρονη τεχνολογία οι κοριοί γράφουν από απόσταση. Αντιλαμβάνεστε τι έχει να γίνει όταν κάποιοι ισχυροί όμιλοι αρχίσουν να στραβώνουν, γιατί έχασαν κάποια μεγάλη δουλειά.

Θα αρχίσουν αμέσως να απειλούν με το υλικό από υποκλοπές, το οποίο μπορεί να προκαλέσει μπόχα και δυσωδία στη δημόσια ζωή. Το περιεχόμενο μιας κασέτας από μόνο του μπορεί να αποδομήσει υπουργούς, βουλευτές, διοικητές ΔΕΚΟ και τραπεζίτες, ειδικά αν η διαρροή είναι αποσπασματική.

Ο κίνδυνος να μετατραπεί σε ζούγκλα η δημόσια ζωή από τη δράση των κοριών πρέπει να κινητοποιήσει το πολιτικό σύστημα και τη Δικαιοσύνη. Σε διαφορετική περίπτωση ενδέχεται να βρεθούν προ δυσάρεστων εκπλήξεων και μπροστά σε μια αλυσίδα εκβιασμών με ό,τι συνεπάγεται μια τέτοια εξέλιξη.

Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες γνωρίζουν πολύ καλά, ποιοι έχουν στην κατοχή τους βαλιτσάκια υποκλοπών και παράνομο λογισμικό για υποκλοπές. Ακόμα και αν κάποιοι ολιγάρχες κρύβονται πίσω από κάποιους απόστρατους αξιωματικούς, οι οποίοι έχουν στήσει ιδιωτικές υπηρεσίες ασφαλείας, στην πιάτσα είναι γνωστό ποιος δουλεύει για ποιον.»

Παρέμβαση Κουβέλη με νόημα

Ο γενικά πολύ προσεκτικός στις τοποθετήσεις του και αναμφισβήτητα εμπειρότατος  κ. Φώτης Κουβέλης που είναι υπεύθυνος για θέματα δικαιοσύνης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με ένα σύνυτομο σημειωμά του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» επανήλθε γράφοντας χαρακτηριστικά:

«Πληροφορούμαστε πως γερμανική εταιρεία διαφημίζει ότι έχει πουλήσει στην Ελλάδα 17 βαλιτσάκια παρακολούθησης συνομιλιών.

Κατά τα άλλα, η ανεργία καλπάζει και οι εργασιακές σχέσεις διαλύονται. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραδίδονται σε αδιέξοδη πορεία και η ύφεση, που άρχισε να καταγράφεται πριν από την πανδημία, ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής, προβλέπεται με διψήφιο αριθμό.

Η κυβέρνηση επιτίθεται στα κοινωνικά δικαιώματα, εγκαθιστώντας την «κανονικότητα» του αυταρχισμού.

Σταθερά εμμένει στην προβολή και τον εξωραϊσμό της με την επικοινωνιακή πολιτική της, αζήμια για την ίδια και ζημιογόνα για τους πολίτες και τη δημοκρατία.»
και καθώς ο πρώην υπουργός και μέλος του Πολιτικού συμβουλίου ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία δεν ξοδεύει συνήθως τις παρεμβάσεις του, ειδικά τα τελευταία χρόνια το ζήτημα φαίνεται να έχει μεγάλο παρασκήνιο.

Τι συμβαίνει με τα βαλιτσάκια

Η λέξη «βαλιτσάκια» συνήθως στο παρελθόν συνοδευόταν από την λέξη ΕΥΠ αλλά τα τελευταία χρόνια αυτό δεν απηχεί την πραγματικότητα. Ειδικά την περίοδο μετά το 2012 υπήρξαν ουκ ολίγα δημοσιεύματα  σύμφωνα με τις οποίες, μέρος των μυστικών κονδυλίων της ΕΥΠ (περίπου 8 εκατ. ευρώ) είχαν δαπανηθεί για να αγοραστούν «βαλιτσάκια» που κατέληξαν στα χέρια επιχειρηματιών.
Το θέμα είχαν ανακινήσει με ερωτήσεις τους βουλευτές της αντιπολίτευσης.

Τον Φεβρουάριο του 2012, ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ (2004-2009) και βουλευτής Επικρατείας του ΛΑΟΣ Γιάννης Κοραντής ζητούσε ενημέρωση για το θέμα της προμήθειας από ιδιώτες συστημάτων παρακολούθησης, επισημαίνοντας ότι τα «βαλιτσάκια», πέραν της χρήσης που μπορούσαν να έχουν για βιομηχανική, επιχειρηματική κατασκοπεία ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν και για την παρακολούθηση κρατικών υπηρεσιών. Οι απαντήσεις των αρμοδίων υπουργών εκείνης της περιόδου απλά πετούσαν την μπάλα την εξέδρα. Βέβαια οι επιχειρηματίες δεν περιμένουν τα μυστικά κονδύλια της ΕΥΠ.

Τα όσα είδαμε τις προηγούμενες εβδομάδες αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου. Οι λιγότερο θερμοκέφαλοι πολιτικοί που κάνουν και καμιά δεύτερη σκέψη, πήραν αποστάσεις από την «φωτιά που έκαιγε» για τους αναφερόμενους στις συνομιλίες. Αυτοί γνωρίζουν ότι αν κάτι πάει στραβά σε ένα έργο ή σε μία σχέση με έναν από τους επιχειρηματίες που κατέχουν τα βαλιτσάκια δεν αποκλείεται και το δικό τους όνομα να παρελάσει κάποια στιγμή στον Τύπο ή καμιά προανακριτική του μέλλοντος.

Και ξέρετε, η τηλεφωνική υποκλοπή έχει ένα χαρακτηριστικό. Είναι μια σκανδάλη που τραβιέται σε συγκεκριμένο χρόνο (ηχογράφηση) αλλά η σφαίρα μπορεί να σε σκοτώσει και πέντε και δέκα χρόνια μετά. Το διακύβευμα λοιπόν είναι συγκεκριμένο. Θέλουμε μία δημόσια ζωή που να εξαρτάται από την ανά πάσα στιγμή δημοσίευση ιδιωτικών συνομιλιών;

Και όποιος σπεύσει να επισημάνει πως «όσοι είναι έντιμοι και καθαροί δεν έχουν να φοβούνται τίποτα» έχει απόλυτο δίκιο. Εξάλλου σχεδόν το 100% των πρωταγωνιστών της δημόσιας ζωής είναι πιστοί, έντιμοι, ευθείς, ανιδιοτελείς και ειλικρινείς…

Ακολουθήστε το Flash.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις