ΣτΕ: Ακύρωσε κυκλοφοριακές ρυθμίσεις για τον «Μεγάλο Περίπατο» - Η απάντηση του Δήμου Αθηναίων για το έργο
Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέτασε αίτηση πολίτη του Δήμου Αθηναίων, η οποία υπεβλήθη στις αρχές Ιουλίου, ζητώντας την ακύρωση της ΚΥΑ αλλά και επί της ουσίας των πράξεων του Δήμου Αθηναίων που θα προέκυπταν από την εφαρμογή της υπουργικής απόφασης.
Μετά τη μελέτη όλων των σχετικών εγγραφών το Συμβούλιο της Επικρατείας διαπίστωσε πρώτον ότι οι επιπτώσεις στην καθημερινότητα των δημοτών της Αθήνας από τις παρεμβάσεις της εν λόγω ΚΥΑ είναι κάτι παραπάνω από πρόδηλες και κατά δεύτερον δεν στοιχειοθετήθηκε η επείγουσα ανάγκη για τη λήψη των εν λόγω μέτρων. Αντ’ αυτού μοιάζουν περισσότερο με κυκλοφοριακές ρυθμίσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο δημότης Αθηναίων υπέβαλε το αίτημα κατά της ΚΥΑ και όχι κατά των πράξεων του Δήμου Αθηναίων. Ωστόσο, ο Δήμος παρενέβη στη διαδικασία με αίτημα την ακύρωση του αιτήματος του δημότη. Το ΣτΕ ακύρωσε την ΚΥΑ και την παρέμβαση του Δήμου Αθηναίων σύμφωνα με το κosmodromio.gr που έφερε την απόφαση στο φως.
Δήμος Αθηναίων: Δεν ακυρώνεται το έργο
Ο δήμος Αθηναίων, από την πλευρά του, «απάντησε» ότι ο Μεγάλος Περίπατος συνεχίζεται και ότι η απόφαση του ΣτΕ αφορά σε διαδικαστικές συστάσεις για την πιλοτική εφαρμογή του έργου
«Ο Μεγάλος Περίπατος συνεχίζεται με βάση τις αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας. Η απόφαση του ΣτΕ αφορά σε διαδικαστικές συστάσεις για την πιλοτική εφαρμογή του έργου. Ο Δήμος Αθηναίων με τον υφιστάμενο προγραμματισμό του προχωρά στην κατάθεση Ειδικού Πολεοδομικού Σχεδίου και τη δημόσια διαβούλευση για την οριστική μορφή του Μεγάλου Περιπάτου», αναφέρει ο δήμος Αθηναίων.
Τι προέβλεπε η ΚΥΑ
Τι προέβλεπε η απόφαση των υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Υγεία, Εσωτερικών και Υποδομών & Μεταφορών: “Για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας που συνίστανται στη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορονοϊού COVID-19, επιβάλλεται ως μέτρο πρόληψης και για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, ο προσωρινός περιορισμός της κυκλοφορίας οχημάτων στην περιοχή του Κέντρου της Αθήνας”. Η πρώτη απαγόρευση κυκλοφορίας οχημάτων στο κέντρο της Αθήνας αφορούσε στην Πλάκα και στην περιοχή που οριοθετείται από τις οδούς, Μητροπόλεως – Ερμού – Αθηνάς – Σταδίου – Μητροπόλεως και στο τμήμα της οδού Ερμού από την οδό Αθηνάς ως την οδό Αγ. Ασωμάτων. Η Σταδίου θα παρέμενε σε κυκλοφορία στο σύνολό της.
Επέβαλε επίσης ως μέτρα πρόληψης και για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, προσωρινά κυκλοφοριακά μέτρα και ρυθμίσεις αύξησης του χώρου για την εξυπηρέτηση των πεζών και των μετακινούμενων με ήπιες μορφές μετακίνησης, στην περιοχή του κέντρου της Αθήνας και ειδικότερα επί των οδών Ελευθερίου Βενιζέλου (Πανεπιστημίου), Φιλελλήνων, Βασιλίσσης Όλγας, Ηρώδου Αττικού και Σταδίου (από την οδό Καραγιώργη Σερβίας έως την οδό Μητροπόλεως). Ο έλεγχος της ΚΥΑ ανατέθηκε στη δημοτική αστυνομία με τη δυνατότητα επιβολής προστίμων έως τα 150 ευρώ.
Τα μέτρα θα ίσχυαν για τρεις μήνες με δυνατότητα παράτασης για άλλους τρεις (δηλαδή έως τις 21 Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους), μετά από εισήγηση του δημοτικού συμβουλίου του δήμου Αθηναίων και απόφαση του υπουργού Μεταφορών.
Όχι μέτρα covid αλλά αμιγώς κυκλοφοριακές ρυθμίσεις
Σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ, «τα θεσπιζόμενα με την προσβαλλόμενη απόφαση μέτρα, μολονότι ρητώς αναφέρεται σε αυτήν ότι ελήφθησαν κατ' επίκληση επιτακτικών λόγων δημόσιας υγείας που συνίστανται στη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορονοϊού, δεν συνιστούν πράγματι μέτρα περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων και μέσων μεταφορά, δηλαδή επί σκοπώ άμεσης και επιτακτικής ανάγκης αποφυγής του κινδύνου εμφάνισης της νόσου και περιορισμού της διάδοσής της, αλλά αποτελούν αμιγώς κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, κατά την έννοια του ΚΟΚ».
Σε ό,τι αφορά την απόφαση 250 του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων της 11ης Μαΐου 2020, που ενέκρινε την πρόταση για την υλοποίηση του σχεδίου κυκλοφοριακών ρυθμίσεων και μέτρων στο Κέντρο της Αθήνας, η οποία παρουσιάστηκε από τον δήμαρχο Αθηναίων στην Εθνική Επιτροπή Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορονοϊού, από την οποία και εγκρίθηκε, το ΣτΕ ορίζει ότι «δεν αίρει τον χαρακτήρα των προσβαλλόμενων ρυθμίσεων ως αμιγώς κυκλοφοριακών, ούτε τις καθιστά μέτρα επιβαλλόμενα λόγω επείγουσας ανάγκης για την αντιμετώπιση του Covid-19, δυνάμενα να εύρουν έρεισμα στις προαναφερθείσες εξουσιοδοτικές διατάξεις».
Επισημαίνει δε ότι «με τις διατάξεις αυτές παρασχέθηκε στους οικείους υπουργούς η εξαιρετική αρμοδιότητα να λαμβάνουν τα απολύτως αναγκαία και επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όχι όμως και να προβαίνουν, επ' ευκαιρία αυτής, σε ρυθμίσεις οι οποίες, και αν ήθελε ακόμα θεωρηθεί ότι μπορούσαν να συμβάλουν στη μείωση του συγχρωτισμού και την τήρηση των αποστάσεων (όπως αναφέρεται στο πρακτικό της Επιτροπής), δεν υπαγορεύθηκαν, πάντως, από τους ανωτέρω λόγους εξαιρετικά επείγουσας ανάγκης και, κατά συνέπεια, δύναται να θεσπισθούν με τήρηση των πάγιων νομοθετικών διατάξεων».
Το Ανώτατο Δικαστήριο συνεδρίασε στις 22 Σεπτεμβρίου προκειμένου να λάβει την απόφασή του, που δημοσιοποιήθηκε στις 9 Οκτωβρίου.