Κομισιόν: Δικαστική ήττα για Pfizergate - Παραβίαση διαφάνειας τα SMS της φον ντερ Λάιεν με Μπουρλά
Η Κομισιόν έκανε λάθος που αρνήθηκε τη δημοσιοποίηση των γραπτών μηνυμάτων της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer Άλμπερτ Μπουρλά έκρινε δικαστήριο της ΕΕ.
Ισχυρό πλήγμα για το κύρος της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αποτελεί η απόφαση το Δικαστηρίου της ΕΕ που τάχθηκε υπέρ των New York Times, επιτρέποντάς τους την πρόσβαση στα μηνύματα μεταξύ της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Άλμπερτ Μπουρλά, σχετικά με τις συμφωνίες αγοράς εμβολίων Pfizer κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
«Pfizergate»: Μια υπόθεση που ανοίγει τον ασκό της θεσμικής διαφάνειας της ΕΕ
Tα περίφημα γραπτά SMS μεταξύ της προέδρου της Κομισιόν και του CEO της Pfizer εν μέσω των διαπραγματεύσεων για τη μεγαλύτερη συμφωνία εμβολίων στην ιστορία της ΕΕ αγγίζουν ένα ζήτημα που συνδυάζει πολιτική, δημόσια υγεία και θεσμική διαφάνεια όπως ανέφερε δημοσίευμα του Politico. Κι αυτό γιατί η υπόθεση γνωστή ως «Pfizergate» δεν αφορά απλώς μια ιδιωτική συνομιλία αλλά αγγίζει τον σκληρό πυρήνα της ευρωπαϊκής νομιμότητας: αν οι ανταλλαγές κειμένων μεταξύ κορυφαίων αξιωματούχων πρέπει να θεωρούνται επίσημα έγγραφα και άρα να υπόκεινται στους κανόνες διαφάνειας.
Η συμφωνία για τα εμβόλια οριστικοποιήθηκε τον Μάιο του 2021 και αφορούσε εξαγορά έως και 1,8 δισ. δόσεων του εμβολίου των Pfizer-BioNTech.
Όπως σημειώνει το Politico, το ιστορικό της υπόθεσης ξεκινά από συνέντευξη του Μπουρλά στους New York Times τον Απρίλιο του 2021, όπου αποκάλυψε προσωπική ανταλλαγή sms με τη φον ντερ Λάιεν, η οποία «δημιούργησε βαθιά εμπιστοσύνη». Η συμφωνία, που υπογράφηκε τον Μάιο του 2021, προέβλεπε αρχική αγορά 900 εκατομμυρίων δόσεων και δυνατότητα αγοράς άλλων τόσων.
Απόρριψη της ένστασης της Κομισιόν
Έτσι την Τετάρτη, το δεύτερο ανώτατο δικαστήριο της Ευρώπης απεφάνθη, απορρίπτοντας την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μπλοκάρει το αίτημα των NY Times για πρόσβαση στα μηνύματα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2021 και 11ης Μαΐου 2022, με στόχο να αποκαλύψουν λεπτομέρειες των συμφωνιών εμβολίων αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ.
Μάλιστα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κάνει λόγο για παραβίαση των κανόνων διαφάνειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκ μέρους της Κομισιόν τονίζοντας ότι «δεν έδωσε εύλογη εξήγηση» σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος ανταποκριτή στις Βρυξέλλες να έχει πρόσβαση στα εν λόγω μηνύματα.
Η άρνηση της Κομισιόν και η δικαστική ένσταση
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αρχικά αρνηθεί να παράσχει τα μηνύματα, ισχυριζόμενη ότι η φον ντερ Λάιεν δεν τα είχε κρατήσει. Η αμερικανική εφημερίδα απάντησε με αγωγή που κατέθεσε η πρώην επικεφαλής του γραφείου των New York Times στις Βρυξέλλες Ματίνα Στεβή-Γκρίντνεφ τον Ιανουάριο του 2023.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της ακρόασης πέρυσι στο Δικαστήριο του Λουξεμβούργου, η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΕ υποστήριξε ότι το περιεχόμενο των μηνυμάτων δεν ήταν αρκετά σημαντικό ώστε να χαρακτηριστούν ως επίσημα έγγραφα — και κατά συνέπεια δεν καταγράφηκαν και δεν ήταν διαθέσιμα προς δημοσιοποίηση σε δημοσιογράφους.
Ωστόσο με τη σημερινή απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο κάνει δεκτή την προσφυγή των New York Times και ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής. Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει τα εξής: «Σκοπός του κανονισμού για την πρόσβαση στα έγγραφα είναι να προσδώσει όσο το δυνατόν πληρέστερη πρακτική ισχύ στο δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή των θεσμικών οργάνων. Επομένως, κατά γενικό κανόνα, θα πρέπει να παρέχεται στο κοινό πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα των θεσμικών οργάνων. Ωστόσο, όταν ένα θεσμικό όργανο δηλώνει, απαντώντας σε αίτηση πρόσβασης, ότι ένα έγγραφο δεν υπάρχει, τεκμαίρεται η μη ύπαρξη του εγγράφου, σύμφωνα με το τεκμήριο αλήθειας που ισχύει για τη δήλωση αυτή. Πάντως, το εν λόγω τεκμήριο μπορεί να ανατραπεί βάσει κρίσιμων και συγκλινόντων στοιχείων που προσκομίζει ο αιτών».
Στην προκειμένη περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο παρατηρεί ότι «οι απαντήσεις της Επιτροπής ως προς τα ζητηθέντα γραπτά μηνύματα καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας στηρίζονται είτε σε εικασίες είτε σε μεταβαλλόμενες ή ανακριβείς πληροφορίες».
Αντιθέτως, το Δικαστήριο κρίνει ότι η δημοσιογράφος Μ. Στεβή και η εφημερίδα The New York Times προσκόμισαν κρίσιμα και συγκλίνοντα στοιχεία τα οποία περιγράφουν την ύπαρξη επαφών, ιδίως υπό τη μορφή γραπτών μηνυμάτων, μεταξύ της Προέδρου της Επιτροπής και του διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer στο πλαίσιο της εκ μέρους της Επιτροπής αγοράς εμβολίων από την εταιρία αυτή κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19. Επομένως κατόρθωσαν να ανατρέψουν το τεκμήριο περί μη ύπαρξης και μη κατοχής των ζητηθέντων εγγράφων.
Σε μια τέτοια περίπτωση όμως, η Επιτροπή δεν μπορεί να αρκεστεί στον ισχυρισμό ότι δεν έχει στην κατοχή της τα ζητηθέντα έγγραφα, αλλά πρέπει να παράσχει πειστικές εξηγήσεις βάσει των οποίων το κοινό και το Γενικό Δικαστήριο να έχουν τη δυνατότητα να κατανοήσουν γιατί δεν είναι δυνατή η ανεύρεση των εγγράφων αυτών. Η Επιτροπή δεν εξήγησε λεπτομερώς τι είδους αναζητήσεις πραγματοποίησε για να εντοπίσει τα εν λόγω έγγραφα ούτε σε ποιους χώρους διεξήγαγε τις αναζητήσεις αυτές. Ως εκ τούτου, δεν παρέσχε πειστική εξήγηση για να δικαιολογήσει τη μη κατοχή των ζητηθέντων εγγράφων. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν διευκρίνισε επαρκώς αν τα ζητηθέντα γραπτά μηνύματα είχαν διαγραφεί και, εφόσον είχαν διαγραφεί, αν η διαγραφή είχε γίνει οικειοθελώς ή αυτομάτως, ή αν το κινητό τηλέφωνο της Προέδρου είχε εν τω μεταξύ αντικατασταθεί.
Αντίδραση Κομισιόν: Θα εκδώσουμε νέα απόφαση με πιο λεπτομερή εξήγηση - Υψίστης σημασίας η διαφάνεια
«Η διαφάνεια ήταν πάντα ύψιστης σημασίας για την Επιτροπή και την Πρόεδρο, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν», τονίζει με δήλωσή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά την απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ που ακυρώνει την απόφασή της να μη δώσει στη δημοσιότητα τα μηνύματα SMS που ανταλλάχθηκαν μεταξύ της Προέδρου της Επιτροπής και του διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer στο πλαίσιο της αγοράς εμβολίων κατά της νόσου COVID-19.
Στη δήλωσή της η Επιτροπή τονίζει ότι «θα μελετήσει προσεκτικά την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και θα αποφασίσει για τα επόμενα βήματα», ενώ προσθέτει ότι «θα εκδώσει νέα απόφαση που θα παρέχει μια πιο λεπτομερή εξήγηση» για τους λόγους για τους οποίους δεν έδωσε στη δημοσιότητα τα ζητηθέντα γραπτά μηνύματα.
Σε ό,τι αφορά τα νομικά επόμενα βήματα, η Κομισιόν έχει δύο μήνες στη διάθεσή της να ασκήσει έφεση. Η σημερινή απόφαση αποτελεί ωστόσο «ορόσημο» για τη διασφάλιση της διαφάνειας στις αποφάσεις και της δημόσιας πρόσβασης στα έγγραφα της ΕΕ.