Το αχανές «βασίλειο» των ανεξάρτητων αρχών: 150+1 εποπτικοί φορείς για τον έλεγχο του κράτους...
Ένα αχανές πλέγμα με αλληλοκαλύψεις αρμοδιοτήτων και θολό καθεστώς λειτουργίας συνθέτει αυτή τη στιγμή την εικόνα των 151 (!) ανεξάρτητων αρχών που λειτουργούν στην Ελλάδα...

Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα δια στόματος του πρωθυπουργού ακούσαμε πως για τον έλεγχο της ακρίβειας και την πάταξη της αισχροκέρδειας η κυβέρνηση σχεδιάζει την ίδρυση άλλης μια ανεξάρτητης αρχής. Η 151η ανεξάρτητη αρχή για την εποπτεία της λειτουργίας του κράτους.
Η Ελλάδα σήμερα αριθμεί περίπου 150 ανεξάρτητες αρχές, έναν αριθμό που συχνά περνά απαρατήρητος από το ευρύ κοινό, αλλά δεν παύει να εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα και τη λογοδοσία του πολιτικού συστήματος. Η δημιουργία τόσων θεσμών, ο καθένας με τη δική του δομή, τα δικά του κονδύλια και τους δικούς του κανονισμούς, φαντάζει τουλάχιστον υπερβολική.
Μολονότι οι περισσότερες από αυτές εδράζονται σε νόμους και όχι απευθείας στο Σύνταγμα, πέντε εξ αυτών απολαμβάνουν την ύψιστη νομική κατοχύρωση: το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), ο Συνήγορος του Πολίτη και η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), όπως ορίζει το άρθρο 101Α του Συντάγματος. Αυτές οι πέντε «συνταγματικές» ανεξάρτητες αρχές διαθέτουν αυξημένα ποσοστά ανεξαρτησίας, καθώς θεσπίστηκαν με στόχο την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων ή την εξασφάλιση κρίσιμων ελέγχων (π.χ. αξιοκρατία στις δημόσιες προσλήψεις, προστασία προσωπικών δεδομένων, έλεγχος των ΜΜΕ).
Ο χάρτης των ανεξάρτητων αρχών
Ωστόσο, πέρα από αυτές τις πέντε, στέκει ένας αχανής θεσμικός «θόλος» συνολικά 140 επιπλέον αρχών οι οποίες, με όχημα ποικίλα νομοθετήματα, επιφορτίζονται με ρόλους που κατά κύριο λόγο θα μπορούσαν να επιτελεστούν από υφιστάμενες δομές του κράτους ή να ενοποιηθούν μεταξύ τους.
Τι νόημα έχει, για παράδειγμα, να έχουμε ξεχωριστή Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων, εφόσον πολύ συχνά οι λειτουργίες τους αλληλεπικαλύπτονται περιστασιακά και οι αποφάσεις τους μπορούν να υπαχθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο ρυθμιστικών πολιτικών υπό ένα κοινό υπερ-όργανο; Η πρακτική αυτή αποδεικνύει ότι η φράση «ανεξάρτητη αρχή» έχει, σχεδόν, μετατραπεί σε γραφειοκρατικό μότο που εκμεταλλεύονται θεσμικοί παράγοντες για να διαθέτουν μεγαλύτερες δαπάνες, ευρύτερους προσωπικούς διαγωνισμούς και παραπάνω περιθώρια στελέχωσης με στενούς κομματικούς ή άλλους «φίλιους» κύκλους.
Μέσα σε αυτό το καθεστώς, η διάκριση συνταγματικά θεσπισμένων και νομικά θεσπισμένων αρχών φαίνεται να έχει χάσει το αρχικό της νόημα: η αλήθεια είναι ότι, για πολλές από τις γενόμενες με νόμο ανεξάρτητες αρχές, η κυβέρνηση διαθέτει επίσης τρόπο παρέμβασης μέσω προσλήψεων, εγκρίσεων προϋπολογισμών ή διορισμού μελών των διοικητικών τους συμβουλίων.
Στην πράξη, πολλές από αυτές τιμωρούνται από την ενυπάρχουσα σιωπηρή συναίνεση για τους όρους διορισμού τους, που δεν εγγυώνται πλήρη αμεροληψία. Ειδικά όταν μιλάμε για φορείς που εποπτεύουν την αγορά, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού, η ΕΕΤΤ ή η ΡΑΕ (νυν ΡΑΑΕΥ), οι όποιες «ανεξάρτητες» αποφάσεις τους συχνά παραμένουν υπό έμμεσο πολιτικό έλεγχο μέσω υπουργικών εγκρίσεων ή κοινοβουλευτικών παρεμβάσεων.
Κόστος και διάχυση κρατικών πόρων
Σε κοινωνικό επίπεδο, το πλήθος αυτό ανεξάρτητων αρχών επιβαρύνει τον φορολογούμενο: κάθε αρχή απαιτεί διοικητικό προσωπικό, γραφεία, υποδομές, λειτουργικές δαπάνες και συχνά προωθεί διενέργειες δικών της μελετών και δημοσκοπήσεων, με την καθιερωμένη «ριμάδα» ανεξαρτησίας να γίνεται εξαντλητική πρόφαση για υπερβολικές δαπάνες. Το αποτέλεσμα είναι η ροή κρατικών πόρων σε δομές με ελάχιστη διαφάνεια και παρουσία ελλιπούς αξιολόγησης της ωφέλειάς τους. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί ότι, ενώ η χώρα προσπαθεί να συγκρατήσει τον προϋπολογισμό της, ανοίγονται διαρκώς νέες «λεωφόροι» χρηματοδότησης για μια σειρά υπηρεσιών οι οποίες, κατά βάθος, ασκούν καθήκοντα που θα μπορούσαν να ανατεθούν σε ήδη υφιστάμενους φορείς;
Οι «πέντε πυλώνες» της πραγματικής ανεξαρτησίας
Αντίθετα, οι πέντε συνταγματικές ανεξάρτητες αρχές παραμένουν σχετικά εύστοχες επιλογές του νομοθέτη, καθώς οι αρμοδιότητές τους, ραδιοτηλεοπτική εποπτεία, επιλογή προσωπικού, προστασία δεδομένων, προστασία πολιτών από κατάχρηση κρατικής εξουσίας και ασφάλεια επικοινωνιών ,αφορούν θεμελιώδη δικαιώματα ή βασικές λειτουργίες της δημοκρατικής ζωής. Συνεπώς, θα μπορούσε να επιχειρηθεί αναδιοργάνωση της υπόλοιπης «ζούγκλας» των 152 έως ότου στερεοποιηθεί ένα πιο ορθολογικό σύστημα, όπου κάθε ρυθμιστικό και εποπτικό έργο θα έχει καθορισμένο και σαφή ρόλο, χωρίς περιττές επικαλύψεις.
Γιατί χρειάζεται άμεσα αναδιοργάνωση
Συνοψίζοντας, η ύπαρξη 150 ανεξάρτητων αρχών σήμερα φαντάζει ως απόδειξη μιας υπερβολικής μετατροπής ενός χρήσιμου θεσμού (της «αποκέντρωσης» και του «ελέγχου ισχύος») σε πλήρως διαβρωμένο γραφειοκρατικό μηχανισμό. Παρότι οι πέντε συνταγματικά κατοχυρωμένες , ΕΣΡ, ΑΣΕΠ, ΑΠΔΠΧ, Συνήγορος του Πολίτη και ΑΔΑΕ ,ανταποκρίνονται στον σκοπό τους, η υπερ-πληθώρα των άλλων αρχών αποδεικνύει ότι οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις δεν λογαριάζουν πάντα τη βιωσιμότητα και την πραγματική αποτελεσματικότητα, αλλά περισσότερο την πολιτική σκοπιμότητα και την εμβέλεια επιρροής σημερινών ή μελλοντικών διοικήσεων.