Χαρίλαος Φλωράκης: Σαν σήμερα πέθανε ο «καπετάν Γιώτης», του ΚΚΕ
Χαρίλαος Φλωράκης: Ο βίος και η δράση του ταυτίστηκαν με την ιστορία του ΚΚΕ, υπήρξε οργανικό κομμάτι των πιο ένδοξων- αλλά και συνάμα δύσκολων- λαϊκών αγώνων στην Ελλάδα της Κατοχής, του Εμφυλίου και της νεότερης ιστορίας. Ο Χαρ. Φλωράκης, με πίστη στα ιδανικά του, δεν έλειψε από τα γυρίσματα της Ιστορίας. Πέθανε σαν σήμερα, Κυριακή 22 Μαΐου του 2005, φεύγοντας από τη ζωή όχι όμως «σαν ένα τραγούδι που τελείωσε».
Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1914, στη Ραχούλα του νομού Καρδίτσας. Σπούδασε στην Επαγγελματική Σχολή ΤΤΤ (Ταχυδρομείων, Τηλεγραφίας και Τηλεφωνίας) και αποφοίτησε ως τηλεγραφητής.
Ανέπτυξε από μικρός έντονη συνδικαλιστική και πολιτική δραστηριότητα. Το 1930, σε ηλικία 16 ετών, οργανώθηκε στις Ομάδες Πρωτοπόρων της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ). Το 1941, έγινε μέλος του ΚΚΕ και διετέλεσε γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης στους Τριατατικούς (ΤΤΤ). Κατά τη διάρκεια της κατοχής, τον Απρίλιο του 1942, πήρε μέρος στην οργάνωση και καθοδήγηση της απεργίας των Τριατατικών, που ήταν η πρώτη μεγάλη απεργία στη διάρκεια της κατοχής και η πρώτη απεργία στην κατεχόμενη Ευρώπη.
«Ό,τι είχα το έδωσα με τη συγκεκριμένη δράση μου» Στο αποχαιρετιστήριο σημείωμα που έγραψε ο Χαρίλαος Φλωράκης και παρέδωσε σε ανύποπτη στιγμή στην Αλέκα Παπαρήγα ανέφερε:
«Δεν το ονοματίζω τούτο το χαρτί διαθήκη για το λόγο ότι δεν έχω τίποτα να διαθέσω. Ό,τι βιος είχα το έχω δώσει στο Κόμμα, στο Κόμμα στο ΚΚΕ με τα γνωστά σύμβολά του, τη Μαρξιστική - Λενινιστική ιδεολογία του, το πρόγραμμά του και τις αρχές του.
Πολιτικά δεν έχω επίσης τίποτα να αφήσω. O,τι είχα το έδωσα με τη συγκεκριμένη δράση μου. Να αφήσω πολιτικές ορμήνιες δεν το θεωρώ σοβαρό. Θέλω να επιστρέψω, και να ταφώ στον τόπο που γεννήθηκα στο Παλιοζογλώπι και συγκεκριμένα στον Αηλιά για νάχω αγνάντιο. Ο τάφος να είναι απλός, μόνο να φραχτεί για να μην με ξεχώσουν τα αγρίμια.
Δε θέλω λόγους και στεφάνια. Αυτά να εκφραστούν με βοήθεια στο Κόμμα.
Γεια σας, Χαρίλαος Φλωράκης, Σεπτέμβρης 1994».
Όπερ και εγένετο. Η ταφή του έγινε εκεί που επιθυμούσε.
Το 1943 εντάχθηκε στον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ) και το 1945 έγινε μέλος της Επιτροπής Πόλης της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ με το ψευδώνυμο καπετάν Γιώτης, ενώ το 1949 εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ. Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου, από το 1946 έως το 1949, διετέλεσε διοικητής μεγάλης μονάδας της 1ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού, μετά τη ήττα του οποίου κατέφυγε στην ΕΣΣΔ και τη Ρουμανία.
Το 1954, επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα για να συνεισφέρει στην ανασυγκρότηση των οργανώσεων του κόμματος και συνελήφθη. Το 1960, καταδικάστηκε για κατασκοπεία και φυλακίστηκε ως το 1966. Δικάστηκε πολλές φορές, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και παρέμεινε στη φυλακή και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης για 17 χρόνια συνολικά.
Μετά την απριλιανή δικτατορία του 1967, συνελήφθη από τους πρώτους κι εκτοπίστηκε στη Λέρο, τα Γιούρα και τον Ωρωπό. Τον Αύγουστο του 1972 κατάφερε να διαφύγει στο εξωτερικό, ενώ τον Ιούνιο, στη 16η ολομέλεια, αναδείχθηκε μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Στις 20 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, στη 17η ολομέλεια, εξελέγη Α’ Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ.
Το 1974, εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Β’ Αθήνας με το ψηφοδέλτιο της Ενωμένης Αριστεράς. Το Μάιο του 1978, στο 10ο συνέδριο του ΚΚΕ εξελέγη εκ νέου Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής, θέση στην οποία επανεξελέγη και στο 11ο Συνέδριο, το Δεκέμβριος του 1982, καθώς και στο 12ο Συνέδριο, το Μάιο του 1987. Στις 8 Απριλίου του 1989, ανέλαβε πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και στις 11 Ιουλίου του ιδίου έτους εξελέγη πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ενώ τη θέση του Γενικού Γραμματέα κατέλαβε ο Γρηγόρης Φαράκος.
Στις 25 Φεβρουαρίου 1991, στο 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ, επανεξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος. Στις 18 Μαρτίου 1991, αποχώρησε από την ηγεσία του Συνασπισμού της Αριστεράς, ταυτόχρονα με τον Λεωνίδα Κύρκο, ενώ πρόεδρος ανέλαβε η Μαρία Δαμανάκη.
Στις 16 Ιουλίου 1991 -κι ενώ προηγουμένως είχε εκφράσει την υποστήριξή του στην πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και στη νεοεκλεγείσα γενική γραμματέα Αλέκα Παπαρήγα- αποχώρησε μαζί με άλλους 6 βουλευτές του Κομμουνιστικού Κόμματος από τον Συνασπισμό και συγκρότησαν Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ. Στις 21 Δεκεμβρίου 1991, στο 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ, εξελέγη ομόφωνα επίτιμος πρόεδρος του κόμματος, αφού προηγουμένως είχε ζητήσει να μη συμμετέχει στη νεοεκλεγείσα Κεντρική Επιτροπή.