Σταθμός LNG Αλεξανδρούπολη - Μητσοτάκης: Νέα ενεργειακή πύλη για να υποκαταστήσουμε το ρωσικό φυσικό αέριο
Σε εξέλιξη βρίσκεται η τελετή εγκαινίων της κατασκευής τoυ Τερματικού Σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου LNG στην Αλεξανδρούπολη, από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, παρουσία του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, του προέδρου της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, του πρωθυπουργού της Βουλγαρίας, Κίριλ Πέτκοφ και του πρωθυπουργού της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, Ντίμιταρ Κοβατσέφσκι.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, η εκκίνηση των εργασιών κατασκευής του πλωτού τερματικού σταθμού αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG (FSRU) ανοιχτά της Αλεξανδρούπολης θα ολοκληρωθούν τον Δεκέμβριο του 2023 και η χώρα θα μπορεί να καλύψει μόνο από αυτόν τον σταθμό περίπου το 80% των αναγκών της σε φυσικό αέριο.
Παίρνοντας αρχικά τον λόγο, ο δήμαρχος Αλεξανδρούπολης Ιωάννης Ζαμπούκης έκανε λόγο για ένα «εμβληματικό και πρωτοπόρο έργο στην περιοχή μας» που θα αποτελέσει μια «νέα πύλη ενέργειας για όλη την Ελλάδα και ολόκληρη την Ευρώπη».
Στην ομιλία του ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε πως η χερσόνησος των Βαλκανίων μπορεί να έχει τη δική της θέση στην ενεργειακή μετάβαση ολόκληρης της ηπείρου.
«Το έργο στην Αλεξανδρούπολη αποτελεί μια νέα ενεργειακή πύλη και έναν φάρο που εκπέμπει διπλό σήμα: με την ολοκλήρωσή του θα μπορέσουμε πολύ σύντομα να απαλλαγούμε από το αέριο που προέρχεται από ρωσικές πηγές και οι χώρες μας να αναλάβουμε κοινό ρόλο στον νέο ενεργειακό χάρτη», τόνισε ο πρωθυπουργός.
«Οι πρόσφατοι εκβιασμοί της Μόσχας σε σχέση με το Φυσικό Αέριο καθιστούν πλέον τη συνεργασία όχι απλά αναγκαία αλλά θα έλεγα και κατεπείγουσα. Η Ελλάδα πρωτοστατεί σε αυτές έχει ήδη φροντίσει για τη δικιά της εθνική ενεργειακή επάρκεια Και βέβαια είναι πρόθυμη να συνδράμει και γειτονικά κράτη όπως η Βουλγαρία», σημείωσε.
«Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σύνθετο έργο, ενώ είναι μία υψηλής τεχνολογίας κατασκευή», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός ο οποίος έσπευσε να ευχαριστήσει όλους τους μετόχους, καθώς «το έργο αυτό έρχεται να προστεθεί σε μία σειρά από επενδύσεις που καθιστούν την Ελλάδα σημαντικό ενεργειακό κόμβο».
Ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι είναι απόλυτη η πολιτική δέσμευση της κυβέρνησης να ολοκληρωθεί εντός 20 μηνών το έργο του νέου τερματικού σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου Αλεξανδρούπολης.
«Είναι ένα έργο εξαιρετικά σημαντικό για την περιοχή της Αλεξανδρούπολης, για την ευρύτερη περιοχή του Έβρου, όχι μόνο γιατί δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, γιατί ενισχύει την τοπική κοινωνία, γιατί θωρακίζει το περιβάλλον με μέτρα προστασίας του εξαιρετικά σημαντικού οικοτόπου στο Δέλτα του Έβρου», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης και προσέθεσε: «Έχει, όμως, και μία διάσταση πανελλαδική. Αρκεί να σκεφτούμε ότι σε συνδυασμό με τις άλλες κινήσεις μας οι δυνατότητες αεριοποίησης LNG μπορούν να τριπλασιαστούν ως το τέλος το 2023. Και, βέβαια, η Αλεξανδρούπολη, ο Έβρος, η Θράκη έρχονται και δικαιώνουν τη δικιά τους ξεχωριστή γεωπολιτική σημασία. Διαμορφώνουν μία ενεργειακή πύλη, σε μία ευαίσθητη ελληνική γωνιά, σπουδαία τόσο για τα Βαλκάνια, σπουδαία τόσο για την Ευρώπη».
«Το έργο αυτό έρχεται να προστεθεί σε μία σειρά από επενδύσεις που καθιστούν την Ελλάδα σημαντικό ενεργειακό κόμβο. Όλα αυτά σημαίνουν ότι μέσα στους επόμενους 20 μήνες η Ελλάδα θα μπορεί να υποδεχθεί πολύ αυξημένες ποσότητες Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου. Η συνολική δυναμικότητα αεριοποίησης θα είναι 58,5 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Με άλλα λόγια, αυτοί οι ελληνικοί σταθμοί LNG είναι σε θέση πια να καλύψουν πλήρως όχι μόνον την εθνική αγορά, αλλά να υποκαταστήσουν και ένα σημαντικό τμήμα της προμήθειας ρωσικού φυσικού αερίου στα Βαλκάνια και σε συνδυασμό, βέβαια, με την αναβάθμιση κάποιων αγωγών και τη λειτουργία των διασυνδετήριων αγωγών ( Ελλάδας-Βουλγαρίας, Βουλγαρίας-Σερβίας, Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας). Και, φυσικά, επιπλέον ποσότητες θα μπορούσαν να προωθηθούν μέσω Βουλγαρίας και Ρουμανίας γιατί όχι και προς τις αγορές της Μολδαβίας και της Ουκρανίας».
Ο πρωθυπουργός είπε ότι το ενεργειακό πρόγραμμα «δείχνει την απόλυτη ετοιμότητά μας να απαντήσουμε στις προκλήσεις του παρόντος διασφαλίζοντας νέες οδούς εφοδιασμού που παρακάμπτουν τρίτες χώρες, απρόθυμες να συνεργαστούν. Δείχνουν, όμως, και την αξία της διακρατικής συμπόρευσης, αλλά και της προσήλωσής μας στον στόχο για ακόμα ταχύτερη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας».