Γεννήθηκε το 1782 σε μια σπηλιά κοντά στο Μαυρομάτι Καρδίτσας. Πατέρας του μάλλον ήταν ο Δημήτριος Ίσκος και μητέρα του η Ζωή Ντιμισκή,καλόγρια στο κοντινό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν 8 ετών και πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Όταν ήταν ακόμα μικρός αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και βρέθηκε στα Ιωάννινα.

Όταν τα σουλτανικά στρατεύματα πολιόρκησαν τον Αλή πασά πολέμησε στο πλευρό του Αλή αλλά και εναντίον του για λίγο χρονικό διάστημα. Στο διάστημα αυτό άρχισαν να εμφανίζονται τα συμπτώματα της φυματίωσης,μιας ασθένειας που τον ταλαιπώρησε σε όλη του τη ζωή. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία και το 1820 προσπάθησε να υποκινήσει επανάσταση στην περιοχή της Βόνιτσας χωρίς όμως επιτυχία. Τον Δεκέμβριο του 1821 ανέλαβε καπετάνιος στην περιοχή των Αγράφων.

Τον Ιανουάριο του 1823 επικεφαλής 1.000 ανδρών συγκρούστηκε με τον Ομέρ Βρυώνη στον Άγιο Βλάση Ευρυτανίας. Το 1824 κατηγορήθηκε από το Μαυροκορδάτο ότι ερχόταν σε μυστικές συνεννοήσεις με τους Τούρκους με αντάλλαγμα το αρματολίκι των Αγράφωνκαι κηρύχθηκε ένοχος εσχάτης προδοσίας,στερούμενος τα αξιώματά του.Μετά από πολλές προσπάθειες και γράμματα που έστειλε στην κυβέρνηση στο Ναύπλιο αποκαταστάθηκε και ανέλαβε την διοίκηση του στρατοπέδου της Άμφισσας. Πήρε μέρος στον δεύτερο εμφύλιο στο πλευρό των κυβερνητικών.


Το 1825 επιτέθηκε στο Κιουταχή που πολιορκούσε το Μεσολόγγι. Μετά τη πτώση του Μεσολογγίου διορίζεται αρχιστράτηγος της Στερεάς και εγκαθιστά το στρατόπεδο του στην Ελευσίνα. Ακολούθησαν οι μάχες στα Δόμβραινα,το Δίστομο αλλά και στην Αράχωβα εναντίον του Κεχαγιάμπεη όπου οι Τούρκοι υπέστησαν πανωλεθρία,χάνοντας 2.000 άνδρες. Αφού κατάφερε να εξαλείψει τον κίνδυνο του Ομέρ πασά της Εύβοιας, τον Απρίλιο του 1827 κινήθηκε για την απελευθέρωση της Αθήνας από τον Κιουταχή.

Σε βοήθειά του έσπευσαν στρατεύματα από την Πελοπόννησο και αρκετοί φιλέλληνες. Σε αυτό το σημείο η κυβέρνηση έκανε το ολέθριο λάθος να δεχτεί το σχέδιο επίθεσης του στρατηγού Τζώρτζ για κατά μέτωπο επίθεση κι όχι αυτό του Καραΐσκάκη που επέμενε σε αποκλεισμό των Τούρκων ώστε να αναγκαστούν σε παράδοση.
Η επίθεση τελικά ορίστηκε στις 23 Απριλίου του 1827.

Την προηγούμενη μέρα ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στην σκηνή του άρρωστος όταν πληροφορήθηκε ότι διεξάγονταν κάποιες μάχες στην περιοχή του Φαλήρου. Φοβούμενος για την απρογραμμάτιστη εξέλιξη πήγε στο σημείο με σκοπό να την σταματήσει. Εκεί δέχτηκε μια σφαίρα και μεταφέρθηκε στο πλοίο του Τζώρτζ όπου και ξεψύχησε την άλλη μέρα το 1827.

Πριν πεθάνει υπαγόρευσε την διαθήκη του αφήνοντας τα όπλα του στους συναγωνιστές και την κληρονομιά του,τις δυο κόρες του στη φύλαξη του κράτους και γυρίζοντας στους παριστάμενους οπλαρχηγούς (σύμφωνα με τον Μακρυγιάννη) είπε «εγω πεθαίνω αλλά να είστε μονοιασμένοι να βαστήξετε την πατρίδα» Τάφηκε με τιμές στην Σαλαμίνα όπου ακόμα και σήμερα στην εκκλησία του Αγ.Γεωργίου (που είναι και η μοναδική σε όλη την Ελλάδα) υπάρχει τοιχογραφία ανάμεσα στους Αγίους ο ηρωικός οπλαρχηγός.

Μία μέρα μετά τον θάνατο του Γεωργίου Καραΐσκάκη

24 Απριλίου 1827… Μία μέρα μετά τον θάνατο του Γεωργίου Καραΐσκάκη στο Φάληρο, ακολουθεί η καταστροφική ήττα των ελληνικών δυνάμεων από τον Κιουταχή στην περιοχή του Αναλάτου, σημερινό Νέο Κόσμο.

Η Μάχη του Αναλάτου

Καταστροφική πολεμική επιχείρηση των Ελλήνων κατά των Οθωμανών, σε μια δύσκολη περίοδο του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Διεξήχθη στις 24 Απριλίου 1827, την επομένη του θανάτου του Γεώργιου Καραϊσκάκη, στην περιοχή Ανάλατος (σημερινή Νέα Σμύρνη), με σκοπό τη διάσπαση της πολιορκίας της Ακρόπολης από τις δυνάμεις του Κιουταχή.

Εξαρχής, ο σχεδιασμός της επιχείρησης προκάλεσε διχογνωμίες. Οι δύο άγγλοι επικεφαλής των ελληνικών δυνάμεων Λόρδος Κόχραν και Τζορτζ (αρχιναύαρχος του ελληνικού στόλου ο πρώτος και αρχηγός των χερσαίων δυνάμεων ο δεύτερος, με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας) πίστευαν στην άμεσο και κατά μέτωπο αντιμετώπιση του εχθρού, ενώ ο Καραϊσκάκης επέμενε ότι τα ελληνικά στρατεύματα ήταν καταλληλότερα στον πόλεμο των χαρακωμάτων και ότι συνέφερε να προχωρούν κατ’ ολίγον και με νέα χαρακώματα να περιζώνουν τον στρατό του Κιουταχή, ο οποίος είχε αρχίσει να υποφέρει από τις στερήσεις.

Η στρατηγική του είχε επιτυχία στην Αττική και οι ελληνικές χερσαίες δυνάμεις κυριαρχούσαν στον άξονα Κερατσινίου – Φαλήρου. Είχε προτείνει ακόμη την κατάληψη του Ωρωπού και του Μαραθώνα για να κλεισθεί και η τελευταία δίοδος ανεφοδιασμού του Κιουταχή. Αλλά η επιμονή των άγγλων στρατηγών και ιδιαίτερα του Κόχραν να εφαρμόσουν μια τακτική ξένη προς τις ικανότητες των Ελλήνων έκαμψε τον Καραϊσκάκη, που συμφώνησε μαζί τους. Κι ενώ προετοιμαζόταν στο Φάληρο για να καταστήσει την επιχείρηση πιο ασφαλή, τραυματίστηκε σε μια μικροσυμπλοκή στις 22 Απριλίου 1827 και τις πρώτες πρωινές ώρες της επομένης εξέπνευσε.

Ο Κόχραν, χωρίς να υπολογίσει τον ψυχολογικό παράγοντα από τον θάνατο του Καραϊσκάκη και το πεσμένο ηθικό των Ελλήνων, επέμενε στην άμεση πραγματοποίηση της επίθεσης κατά του Κιουταχή, εκβιάζοντας με αποχώρηση στην αντίθετη περίπτωση. Έτσι, η έφοδος κατά του τουρκικού στρατοπέδου στον Ανάλατο πραγματοποιήθηκε το πρωί της 24ης Απριλίου 1827.

Γρήγορα, η μάχη κατέληξε σε συντριπτική ήττα για τους Έλληνες, καθώς έγιναν έρμαιο των διαθέσεων του τουρκικού ιππικού, που εκμεταλλεύτηκε το πεδινό του εδάφους και τους καταδίωξε ως τη θάλασσα. Γύρω στους 2.000 σκοτώθηκαν, σχεδόν το μισό της ελληνικής δύναμης, οι περισσότεροι Σουλιώτες και Κρητικοί. Ανάμεσά τους επίλεκτοι οπλαρχηγοί, όπως οι Ιωάννης Νοταράς, Λάμπρος Βέικος, Γιώργος Τζαβέλας, Αθανάσιος Μπότσαρης, Φώτος Φωτομάρας, Γεώργιος Δράκος και ο συνταγματάρχης Ιγγλέσης. Οι 250 αιχμάλωτοι αποκεφαλίστηκαν. Ο Μακρυγιάννης μόλις που σώθηκε, χάρις στα γρήγορα πόδια και τα γερά πνευμόνια του.

Η ατυχής έκβαση της μάχης προκάλεσε γκρίνια στο ελληνικό στρατόπεδο και άρχισαν οι αλληλοκατηγορίες για τους υπευθύνους της ήττας. Η υπό τον Γκούρα φρουρά της Ακρόπολης αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει και να παραδοθεί στις 24 Μαίου 1827. Ο Κιουταχής εδραίωσε τη θέση του και η Στερεά Ελλάδα υποτάχθηκε πλήρως στους Οθωμανούς. Από πολλούς ιστορικούς, η μάχη του Ανάλατου χαρακτηρίστηκε ως ομαδική αυτοκτονία και ως αποτέλεσμα της αγγλικής πολιτικής, που με την εξουδετέρωση των επαναστατικών κινημάτων της Στερεάς Ελλάδας επεδίωκε το περιορισμό της Επανάστασης στην Πελοπόννησο.

Ακολουθήστε το Flash.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις