Θανάσης Βέγγος: Εννιά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το θάνατο του «καλού μας ανθρώπου» [vids & pics]
Θανάσης Βέγγος: Γενιές και γενιές μεγάλωσαν με τον Θανάση Βέγγο. Ακόμη και σήμερα οι ταινίες του παίζονται στη μικρή οθόνη σκορπώντας γέλιο και συγκίνηση. Ο Θανάσης Βέγγος είχε ταυτιστεί με την εικόνα του αεικίνητου ανθρώπου. Η φράση «τρέχω σαν τον Βέγγο», άλλωστε, χρησιμοποιείται ευρέως. Το ήθος, η σεμνότητα και η ευγένεια ήταν από τα βασικά χαρακτηριστικά του.
«Ο Κούνδουρος. Ο Νίκος Κούνδουρος. Αν δεν συναντιόμαστε στο Στρατό, δεν θα υπήρχε στο πανί ούτε Θανάσης, ούτε Βέγγος. Δούλευα σ’ ένα πατάρι τα δέρματα. Στο Στρατό μαζευτήκαμε μια ομάδα για να σκαρώσουμε μια παράσταση. Ο Κούνδουρος ήταν σκηνογράφος. Μια μέρα μου λέει: «Θανάση, όταν απολυθούμε θα παίξεις σε μια ταινία που θα φτιάξω». Γύρισα στο πατάρι κι ούτε που το θυμόμουνα. Έτσι, όταν ήρθε να με βρει, δεν είχα καμιά διάθεση πια κι αρνήθηκα.
https://www.youtube.com/watch?v=JNeON0uSQog
Η επιμονή του όμως ήταν τέτοια, που στο τέλος με κατάφερε. Γυρίστηκε η «Μαγική Πόλη» και βρέθηκα μέσα σ’ ένα καινούργιο κόσμο, που ταυτόχρονα αποτελούσε και μια λύση για το οικονομικό μου πρόβλημα. Έπαιζα τρίτους ρόλους και δούλευα σαν φροντιστής για ένα κομμάτι ψωμί. Αυτή είναι η αρχή. Χειρότερες μέρες δε θυμάμαι στη ζωή μου. Γυρίστηκε και ο «Δράκος». Μέσα σε δυο χρόνια έπαιξα 22 μικρούς ρόλους που μ’ είχαν τσακίσει. Ήθελα να κάνω κάτι άλλο, οπωσδήποτε κάτι πιο σημαντικό.
Είχα κάποια επιτυχία και μου δώσαν ρόλους πρωταγωνιστή. Πνιγόμουνα εκεί μέσα, καταλάβαινα πως δεν ήμουν εγώ, αλλά κάποιος ηθοποιός Βέγγος που τον μεταχειριζόντουσαν όπως ήθελαν. Σε τέτοιο σημείο φτάσανε τα πράγματα, και σκέφτηκα να κάνω μια δική μου εταιρία παραγωγής, όπου οι ταινίες θα γινόντουσαν όπως πάνω-κάτω ήθελα. Με βοήθησαν πολύ δύο σκηνοθέτες που κατάλαβαν και πίστεψαν σ’ αυτά που σκεφτόμουνα. Ο Πάνος Γλυκοφρύδης και ο Ερρίκος Θαλασσινός. Ταινίες σαν τον «Παπατρέχα» ή το «Μην Είδατε τον Παναή» δεν θα ‘βγαιναν χωρίς αυτούς.
https://www.youtube.com/watch?v=_C4UqVvDfLE
Και μέχρις ένα σημείο ήμουνα ήσυχος. Είχα δυο ανθρώπους που μπορούσαν να με καταλάβουν και να προωθήσουν τις σκέψεις μου πάνω στο φτιάξιμο μιας ταινίας. Μια μέρα ο Γλυκοφρύδης μου είπε πως ήταν αδύνατο να συνεχίσει μαζί μου, γιατί δεν πίστευε πως οι ταινίες αυτές ανταποκρίνονταν στις απόψεις που είχε για το σινεμά. Η επιτυχία τού «Με τη λάμψη στα μάτια» σιγούρεψε τη στάση του. Λίγο κατόπιν οι δουλειές του Θαλασσινού δεν του αφήναν περιθώρια ν’ ασχοληθεί μαζί μου.
Τότε βρέθηκα σε δύσκολη θέση. Δεν είχα εμπιστοσύνη σε άλλο άνθρωπο και το χειρότερο, πίστευα πως δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος που να με καταλαβαίνει. Έτσι πέρασα στη σκηνοθεσία. Πάλεψα όσο μπόρεσα, το αποτέλεσμα το ξέρεις: 4.000.000 δραχμές χρέος, αυτή ήταν η αμοιβή μου. Τρεις κλητήρες κάθε πρωί έξω απ’ την πόρτα μου κι από ολόκληρη την εταιρία έμεινε μονάχα ένα τηλέφωνο.
https://www.youtube.com/watch?v=3qHHDloZWlo
Σ’ αυτήν την τραγική κατάσταση, ο Φίνος ήταν μια λύση. Του εκχώρησα όλες μου τις ταινίες. Τώρα του χρωστάω γύρω στα 2.000.000 και γυρίζω ταινίες για λογαριασμό του έναντι του χρέους. Όμως υπάρχει κι ο Κατσουρίδης. Μετά τον «Δρα Ζιβέγγο» πείστηκα ότι είναι ο καινούργιος μου άνθρωπος. Αφέθηκα σ’ αυτόν και αισθάνομαι μια σιγουριά. Φτιάχνουμε συμπαραγωγές και παρά τις επιμέρους διαφωνίες μας του μένω πιστός και θα του μένω για όσες ταινίες θελήσει.
Ο σπουδαίος Έλληνας ηθοποιός χάριζε το γέλιο στον κινηματογράφο και στο θέατρο, τη στιγμή που οι δανειστές τον πίεζαν και τον περίμεναν στη γωνία, μετά το κλείσιμο της κινηματογραφικής του εταιρίας, το 1967. «Εγώ δεν μπορούσα να λειτουργήσω σαν ηθοποιός, να βγάλω κάποιο αστείο όταν ήμουν βολεμένος, όταν είχα κάποια λεφτά!», είχε εξομολογηθεί. «Σε μία παράσταση είχα δεκατρείς θεατές και από πίσω ήταν είκοσι δικαστικοί κλητήρες, που περίμεναν να αρπάξουν την είσπραξη στο τέλος», έλεγε ο αξέχαστος κωμικός στο ντοκιμαντέρ «Ένας άνθρωπος παντός καιρού».
https://www.youtube.com/watch?v=IcWleF_njyg
«Ώσπου να βαρεθεί», είχε πει το 1971 στην πρώτη του συνέντευξη στο περιοδικό Σύγχρονος Κινηματογράφος για το πως ξεκίνησε και μπλέχτηκε με την υποκριτική και τη σκηνοθεσία. Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927. Ήταν μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Ευδοκίας Βέγγου. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού και ήρωας της αντίστασης.
Μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από τη δουλειά του, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Έτσι, ο Θανάσης άρχισε να εργάζεται από μικρός για να βοηθήσει την οικογένειά του. Για πολλά χρόνια ασχολήθηκε με την επεξεργασία δερμάτων, ενώ παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά του. Κατά τα ταραγμένα χρόνια του εμφύλιου εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Εκεί γνώρισε και τον άνθρωπο που έμελλε να αλλάξει τη ζωή του, τον Νίκο Κούνδουρο.
Μακρόνησος 1949: Από αριστερά: Τάσος Κατράπας, Νίκος Κούνδουρος, Θανάσης Βέγγος
«Ο Βέγγος ήταν όπως είναι και τώρα. Μανιώδης με την καθαριότητα, δεν είχαμε νερό να πιούμε κι αυτός κοίταζε πώς να ξεσκονίσει και να γυρίσει τις τσέπες του ανάποδα μην έχουν μέσα χνούδι. Εννοείται τσέπες αμεταχείριστες, παρθένες, γιατί δεν είχαμε δα να βάλουμε κάτι μέσα. Όταν ήρθε ο Θανάσης, ο Γιάννης Γκούμας μου είπε πως είχε έρθει ένα γειτονάκι του που είχε μεγάλη πλάκα. Πρόσθεσε ακόμα ότι ο Θανάσης ήθελε να γίνει ηθοποιός και πως έπρεπε να του βρίσκουμε ψωμί γιατί δεν χόρταινε με τίποτα. Κι έτσι ό,τι περίσσευε από του καθενός την κουραμάνα το δίναμε στον Βέγγο. Ο οποίος ήταν όπως και τώρα αεικίνητος, πρωταθλητής ανώμαλου δρόμου στη Μακρόνησο, έκανε το νησί πάνω κάτω τρέχοντας. Δεν κάπνιζε κιόλας όπως οι περισσότεροι από μας.
Τα πακέτα τα μικρά τότε είχαν έντεκα τσιγάρα και τα μεγάλα είκοσι δύο. Η Φρειδερίκη έκοψε ένα τσιγάρο από τα μικρά και δύο από τα μεγάλα για να τα δίνουν στο στρατό. Τα παίρναμε τζάμπα. Και μέχρι να φτιάξουν καινούρια πακέτα έβαζαν στα υπάρχοντα τυλιγμένο μέσα ένα χαρτονάκι για να μην κουνιούνται τα τσιγάρα. Παίρναμε κι εμείς καθημερινά, τα δέκα τσιγάρα που έδιναν σ’ όλους τους στρατιώτες. Ο Βέγγος μας τα μοίραζε και του δίναμε ψωμί». [απόσπασμα από το βιβλίο του Χρήστου Σιάφκου “Τάσος Ζωγράφος – Σκηνικό ζωής – Βιογραφία” (εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2009), στο οποίο καταγράφονται αναμνήσεις του σκηνογράφου – εικαστικού καλλιτέχνη Τάσου Ζωγράφου].
https://www.youtube.com/watch?v=IDN-lUH0nYk&feature=youtu.be
Το 1954 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, στην ταινία του σκηνοθέτη «Μαγική Πόλις» και για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους σε ταινίες που άφησαν εποχή, δείχνοντας το μεγάλο και έμφυτο ταλέντο του. Ο Θανάσης Βέγγος δεν σπούδασε υποκριτική. Το 1959 πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, όχι από Σχολή, αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο, με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Την ίδια χρονιά έκανε και το θεατρικό του ντεμπούτο, στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη.
Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως «Ο δράκος», «Διακοπές στην Αίγινα», «Μανταλένα», «Ο Ηλίας του 16ου», «Ποτέ την Κυριακή». Ο πρώτος του μεγάλος ρόλος είναι μαζί με τον Νίκο Σταυρίδη στην ταινία «Οι δοσατζήδες» του 1960.
Σπάνια φωτογραφία στα γυρίσματα της ταινίας «Μανταλένα» - Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Θανάσης Βέγγος με τη γυναίκα του και το γιο τους
Τα χρόνια που ακολούθησαν συνεργάστηκε, κυρίως, με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη και ανέπτυξε τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου ανθρώπου, που τον καθιέρωσε. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στο ελληνικό κοινό, με ταινίες όπως «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ», «Μην είδατε τον Παναή», «Ζήτω η τρέλα», «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης».
Το 1964 ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής ΘΒ – Ταινίες Γέλιου. Έως το 1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό, αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες κατά γενική ομολογία ταινίες του, όπως τις «Φανερός πράκτωρ 000», «Τρελός, παλαβός και Βέγγος», «Ποιος Θανάσης;», οι οποίες πρόσφεραν άφθονο γέλιο με τον σουρεαλισμό τους και τις τρελές ατάκες του πρωταγωνιστή τους. Ωστόσο, παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή.
https://www.youtube.com/watch?v=-tQRR-NnJw4
Οι ταινίες του ήταν σουρεαλιστικές γιατί σουρεαλιστική ήταν η ίδια του η ζωή. Στο γύρισμα μίας ταινίας όπου κρεμόταν στο κενό με ένα σχοινί μπροστά από μία πολυκατοικία, ανοίγει το παράθυρο ο βοηθός του και του ανακοινώνει ότι έχει κάτι επείγον να του πει. «Ανοίγει μία μπαλκονόπορτα και εμφανίζεται ο βοηθός μου, ήταν το πιστό μου σκυλί. Γενικών καθηκόντων. Και μου λέει: «Κύριε Βέγγο να σας πω κάτι; Θεωρώ απαραίτητο να σας το πω: Διαμαρτυρήθηκε το πρώτο γραμμάτιο της μηχανής Kodak», είχε πει γελώντας ο Θανάσης Βέγγος για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν αποφάσισε να φτιάξει τη δική του εταιρία παραγωγής, «ΘΒ-ταινίες γέλιου».
Χωρίς να υπολογίζει το κόστος, γύριζε δέκα και είκοσι φορές μία σκηνή, μέχρι να βγει το αποτέλεσμα που τον ικανοποιούσε. «Οι ταινίες του πήγαιναν πάρα πολύ καλά, αλλά τον ίδιο δεν τον απασχολούσε το οικονομικό. Έκανε το μεράκι του. Μια σκηνή τη γύριζε 30 και 40 φορές για να την πετύχει. Όμως δεν είχε καλούς συνεργάτες στον οικονομικό τομέα, με αποτέλεσμα μετά κάποια χρόνια, να κλείσει την εταιρεία του», έχει πει ο γιος του, Βασίλης Βέγγος σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του.
https://www.youtube.com/watch?v=pFzUM16cpcM
Πολλές φορές για να καταφέρει να ολοκληρώσει μία ταινία, προπωλούσε τις μετοχές αυτής, οι οποίες συχνά ξεπερνούσαν το 100%. Έφτανε στο σημείο να πουλά ακόμα και το 120% των μετοχών. «Όταν δεν του έβγαιναν τα οικονομικά του, δανειζόταν, δεν έπαιρνε τα λεφτά αλλά πόντους. Πουλούσε δηλαδή την ταινία. Όταν τελείωνε πια η ταινία, είχε πουλήσει το 120% αυτής», είχε πει ο σκηνοθέτης και φίλος του, Ντίνος Κατσουρίδης.
Ήθελε να γυρίζει μόνος του όλες τις δύσκολες σκηνές και δεν δεχόταν με τίποτα να τον αντικαταστήσει κασκαντέρ. Για την κλασική σκηνή που πέρασε μέσα από μία τζαμαρία ο Θανάσης Βέγγος είχε πει: «Πέρασα από 4 χιλιοστά τζάμι! Άμα περνάς με ταχύτητα δεν παθαίνεις τίποτα! Δεν ήταν προσχεδιασμένο! Έτσι μου ήρθε!». Ακόμα και οι τούρτες που κατέληγαν στο πρόσωπό του, ήθελε να είναι αληθινές και μάλιστα από καλό ζαχαροπλαστείο.
https://www.youtube.com/watch?v=9yO1dnEQJ3U
Το 1971 η στενή σχέση του με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη τον οδηγεί σε θρίαμβο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με την ταινία «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;». Κοινό και κριτική τον αποθεώνουν και αποσπά το βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου. Έναν χρόνο μετά, ο ρόλος του στην ταινία «Θανάση, πάρε το όπλο σου!» του χαρίζει ένα ακόμη βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου.
https://www.youtube.com/watch?v=YoaU5H0bjq0
Τη δεκαετία του ’80 αποσύρεται από το σινεμά και κάνει λίγες βιντεοταινίες. Θα επιστρέψει στον κινηματογράφο το 1991, με την ταινία «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων, αλλά μεγάλης εκφραστικότητας.
Το 1995 συμμετείχε στην ταινία «Το βλέμμα του Οδυσσέα», του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ κορυφαία στιγμή υπήρξε ο ρόλος του στο «Όλα είναι δρόμος» του 1998. Τελευταία εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη ήταν στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή Βαθιά» (2009). Το 1997 εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, στο ρόλο του Δικαιόπολι στους «Αχαρνής» και το 2001 στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, με μεγάλη επιτυχία.
https://www.youtube.com/watch?v=qkGVqDbu2to
Στην τηλεόραση, ο Θανάσης Βέγγος εμφανίστηκε στις σειρές: Βεγγαλικά (ΕΡΤ, 1988), Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (ΑΝΤ1, 1990), Περί ανέμων και υδάτων (Mega, 2002), Έρωτας, όπως έρημος (ΝΕΤ, 2003), Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου (ΑΝΤ1, 2006) και Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας (ΕΤ3, 2009).
Το 2000 ο μεγάλος ηθοποιός είχε ένα πάρα πολύ σοβαρό ατύχημα μαζί με την σύζυγό του, όταν το ΙΧ στο οποίο επέβαιναν συγκρούστηκε με διερχόμενη αμαξοστοιχία λίγο έξω από τους Αγίους Θεοδώρους. Τότε, ο Θανάσης Βέγγος είχε πάρει όλη την ευθύνη του ατυχήματος πάνω του.«Εγώ φταίω» είχε πει.
Εκείνο το ατύχημα, είχε δώσει το έναυσμα στον αγαπημένο ηθοποιό για να γυρίσει λίγο καιρό μετά ένα τηλεοπτικό σποτ σε συνεργασία με το υπουργείο Μεταφορών και τον ΟΣΕ, σε σκηνοθεσία Ντίνου Κατσουρίδη, το οποίο προβαλλόταν από τα τηλεοπτικά δίκτυα ως κοινωνικό μήνυμα.
https://www.youtube.com/watch?v=XqaM68seqNc&feature=youtu.be
Η γυναίκα της ζωής του
Την εποχή που γυριζόταν «Ο δράκος», έκανε παράλληλα διάφορες δουλειές. Εκείνη την περίοδο γνώρισε την γυναίκα του την Ασημίνα Βέγγου, με την οποία ήταν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν μαζί δύο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. «Μοίραζε γάλα στα σπίτια το πρωί. Ξύπναγε στις τέσσερις η ώρα το πρωί και γύριζε στα σπίτια. Έτσι γνώρισε τη γυναίκα του», είχε αποκαλύψει ο Νίκος Κούνδουρος.