Ιάννης Ξενάκης: Ο μεγάλος της τέχνης, σαν σήμερα, σημαδεύεται από τον Εμφύλιο
Ο Ιάννης Ξενάκης είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα. Διεθνώς γνωστός ως Iannis Xenakis.
Συσχέτισε τη μουσική και την αρχιτεκτονική με τα μαθηματικά και την φυσική, χρησιμοποιώντας τη θεωρία των συνόλων, τη θεωρία των πιθανοτήτων, τη θερμοδυναμική κ.ά.
Γεννήθηκε στη Βραΐλα της Ρουμανίας το 1922 κι ήταν ο πρωτότοκος γιος του Κλεάρχου Ξενάκη, εμπόρου από την Εύβοια και της Φωτεινής Παύλου, από τη Λήμνο. Η μητέρα του πέθανε όταν ο Ξενάκης ήταν πέντε ετών.
Το 1932 ο πατέρας του τον έστειλε μαζί με τα αδέλφια του Ιάσονα (φιλόσοφο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνας, ΗΠΑ) και Κοσμά (αρχιτέκτονα/πολεοδόμο/ζωγράφο/γλύπτη) στη Αναργύρειο και Κοργιαλένειο Σχολή των Σπετσών.
Το 1940 πέτυχε την εισαγωγή του στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ, παρόλο που δεν ήθελε αλλά κατάφερε να συνδυάσει τα δικά του ενδιαφέροντά (Μουσική, Μαθηματικά, Φυσική) με την επιθυμία του πατέρα του να σπουδάσει Ναυπηγική στην Αγγλία ίδια χρονιά εντάχθηκε στο ΚΚΕ και το 1943 έγινε γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου.
Κατά τη συμμετοχή του στα Δεκεμβριανά τραυματίστηκε σοβαρά από θραύσμα αγγλικής οβίδας, με αποτέλεσμα να χάσει το αριστερό του μάτι και να παραμορφωθεί η αριστερή πλευρά του προσώπου του.
Η τραυματική εμπειρία. Ο ίδιος αφηγείται
«Ήμουν με άλλα τρία άτομα στο εσωτερικό της πολυκατοικίας. Ακούσαμε τους όλμους να πέφτουν. Κάποια έκρηξη πρέπει να μας βρήκε. Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι σκοτώθηκαν επί τόπου. Τα μυαλά του κοριτσιού είχαν πεταχτεί στον τοίχο. Έχασα τις αισθήσεις μου. Σε λίγο με μετέφεραν με μίαν άσπρη σημαία σε μια άλλη πολυκατοικία όπου υπήρχαν κάτι πρώτες βοήθειες.
Τους άκουσα να λένε: Θα ζήσει μόνο λίγες ώρες, τουλάχιστον ας πεθάνει ήσυχος. Και μου έκαναν ενέσεις για να μην πονάω. Ούτε τίποτε το αντισηπτικό ούτε πρώτες βοήθειες. Όμως, δεν πέθανα. Όταν συνήλθα, η Μάχη, μια φίλη, κι αυτή στρατευμένη φοιτήτρια, μου κρατούσε το χέρι. Ούτε ξέρω πώς με ανακάλυψε. Επιτέλους, ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος γιατί πίστευα πως θα πέθαινα.
Το ίδιο βράδυ, οι δικοί μας υποχώρησαν. Την επομένη οι Άγγλοι, οι συνεργάτες και η Εθνοφρουρά έφτασαν. Μας εγκατέλειψαν στα χέρια του εχθρού. Άρχισα να βρίζω και να ουρλιάζω. Μου φαινόταν όμως πως ούρλιαζα γιατί το στόμα μου ...αχ... μια καταστροφή. Ο ουρανίσκος ήταν τρύπιος. Εδώ κι εκεί κομμάτια δόντια, σάρκες, τρύπες. Η οδοντοστοιχία μου, κομμάτια. Το αριστερό μάτι είχε χτυπηθεί. Το ίδιο μου το αίμα με έπνιγε. Έκανα εμετό, ούτε θυμάμαι... Μας άφησαν εκεί μερικές ώρες κι ύστερα ξαναγύρισαν και με πήγαν σ' ένα νοσοκομείο».
Λόγω της αντιστασιακής του δράσης οι σπουδές του γίνονταν μετ’ εμποδίων. Όμως τελείωσε την διπλωματική του εργασία και παρουσιάστηκε στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, περιμένοντας να απαλλαγεί από τη στρατιωτική θητεία λόγω του τραυματισμού του, αλλά κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Φοβούμενος την εξορία στη Μακρόνησο, δραπέτευσε με πλαστό διαβατήριο στην Ιταλία κι από κει πέρασε στη Γαλλία και έφθασε στο Παρίσι
Στο Παρίσι, ο Ξενάκης προσλήφθηκε από τον γνωστό αρχιτέκτονα Λε Κορμπυζιέ.
Από αυτή τη στιγμή μια λαμπρή διεθνής πορεία, του μουσικού και στοχαστή, ξεκινά. Με την χώρα του να μην τον τιμά στον μεγάλο βαθμό που του άξιζε.