Πανεπιδημία - Εκτιμήσεις: Πώς θα εξελιχθεί στην Ελλάδα, πώς έχει εκδηλωθεί σε σειρά χωρών
Πανεπιδημία - Εκτιμήσεις: Εν ώρα μάχης, ο καθηγητής Τάκης Παναγιωτόπουλος μιλά για την πανδημία, το πώς έχει εκδηλωθεί σε σειρά χωρών και πώς εκτιμάται ότι θα εξελιχθεί στην Ελλάδα. Τη συνέντευξη πήρε η Ιωάννα Δρόσου
Η εκτίμηση του υπουργείου Υγείας είναι ότι η Ελλάδα κατάφερε και πήρε έγκαιρα μέτρα. Ισχύει αυτό;
Είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα ελήφθησαν μέτρα αρκετά έγκαιρα, ιδιαίτερα σε σχέση με άλλες χώρες. Όμως, με κανέναν τρόπο δεν βρισκόμαστε στη φάση που μπορούμε με ακρίβεια να πούμε ποια θα είναι η επίδραση αυτής της έγκαιρης λήψης μέτρων. Το παιχνίδι δεν έχει κριθεί ακόμα. Δεν μπορούμε να εφησυχάσουμε. Στην επόμενη μία ή δύο εβδομάδες θα μπορούμε με μεγαλύτερη ακρίβεια να εκτιμήσουμε την κατεύθυνση προς την οποία θα πάνε τα πράγματα. Μπορούμε στην Ελλάδα να μετριάσουμε την εξέλιξη της επιδημίας και να μην έχουμε την εξέλιξη που είδαμε σε άλλες χώρες. Αυτό, όμως, εξαρτάται από εμάς.
Με ποιο τρόπο θα διασφαλιστεί αυτό;
Εξαρτάται από την αυστηρότητα και την πληρότητα με την οποία θα εφαρμόσουμε τα μέτρα του «μένουμε σπίτι», την τήρηση αποστάσεων και την εφαρμογή μέτρων προφύλαξης όταν είναι απαραίτητο να συναντήσουμε άλλους ανθρώπους. Έχει βρεθεί ότι οι μισές περίπου μεταδόσεις γίνονται από ανθρώπους που δεν έχουν συμπτώματα. Και αυτό καθιστά τελείως αναγκαία τη λήψη του μέτρου της παραμονής στο σπίτι, ακόμη και όσων δεν έχουν συμπτώματα.
Στόχος των μέτρων είναι να μην αρρωστήσουν πολλοί άνθρωποι μαζί, ώστε να αποφύγουμε την κατάρρευση του συστήματος υγείας μας και να δώσουμε τον απαραίτητο χρόνο για την έκτακτη οργάνωση νοσοκομείων και μονάδων υγείας. Ενώ παράλληλα θα δοθεί η δυνατότητα στην ιατρική έρευνα να τεκμηριώσει την αποτελεσματικότητα θεραπευτικών σχημάτων και σημαντικών χαρακτηριστικών του ιού.
Στην Ιταλία και την Ισπανία γιατί ξέφυγε η κατάσταση; Οι νεκροί έφτασαν να είναι περισσότεροι και από την Κίνα, που ήταν η πρώτη χώρα που ξέσπασε και με πολλαπλάσιο πληθυσμό.
Υποτιμήθηκε το θέμα και η δυναμική εξάπλωσης του ιού στις αρχικές φάσεις, όταν θα μπορούσαν να ληφθούν πιο αποτελεσματικά μέτρα. Ο αριθμός των σοβαρά αρρώστων που βλέπουμε να νοσηλεύονται σήμερα κόλλησαν τον ιό δέκα με δεκαπέντε μέρες πριν. Υπάρχει μια διαφορά φάσης. Αυτοί που μολύνονται σήμερα θα τους δούμε να χρειάζονται νοσοκομείο σε δέκα με δεκαπέντε μέρες. Άρα, το φορτίο που βλέπουμε στα νοσοκομεία τώρα, δρομολογήθηκε μέρες πριν. Επομένως, την απόδοση των μέτρων που λαμβάνονται σήμερα θα τη δούμε όχι τώρα αλλά σε μια-δυο βδομάδες.
Στην Σιγκαπούρη, την Ταϊβάν και τη Νότια Κορέα που έχουμε πολύ λίγα κρούσματα και ελάχιστους θανάτους εφαρμόστηκε και το μέτρο της εκτεταμένης ανίχνευσης, έγιναν δηλαδή ευρέως δειγματοληπτικά τεστ…
Αυτό ισχύει μόνο εν μέρει. Πάρθηκαν και πολλά άλλα μέτρα. Δεν πρέπει να απομονώνουμε ένα μέτρο μεταξύ πολλών. Λάβετε υπόψη ότι αυτές οι χώρες είχαν πληγεί ιδιαίτερα το 2003 με τον SARS. Η εμπειρία τους για την αντιμετώπιση τέτοιων επιδημιών είναι μεγάλη, ενώ παράλληλα δημιούργησαν σημαντικές υποδομές. Άρα είναι ένα σύνολο πραγμάτων, και όχι μονοσήμαντα τα τεστ.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) επιμένει στις ανακοινώσεις του πως λύση για την πανδημία είναι η συνεχής εξέταση. Στην Ελλάδα, καταγγέλλεται, πως δεν γίνονται πολλά τεστ και ότι μάλιστα αποφεύγονται…
Προφανώς πρέπει να γίνονται πολλά τεστ, αλλά με καθορισμένα κριτήρια και με οργανωμένο τρόπο. Ωστόσο, υπάρχει διεθνώς μεγάλη έλλειψη από αξιόπιστα τεστ, ενώ νέα τεστ που εμφανίζονται στη διεθνή αγορά δεν έχουν πάντα τεκμηριωμένη αξιοπιστία. Η συζήτηση που γίνεται στην Ελλάδα είναι συχνά εκτός θέματος γιατί είναι σαν να αγνοεί αυτήν την πραγματικότητα.
Είναι αδήριτη ανάγκη να τίθενται προτεραιότητες όταν τα διαθέσιμα τεστ δεν είναι απεριόριστα, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι σοβαρά άρρωστοι και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό με συμπτώματα θα μπορούν να ελέγχονται για να αποτραπεί κατά το δυνατόν η μετάδοση του ιού στα νοσοκομεία μας. Από την άλλη, θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα ώστε τα τεστ που κυκλοφορούν να είναι αξιόπιστα και οι ενδείξεις ελέγχου ξεκάθαρες, για να μην φτάσουμε στην εκμετάλλευση της αγωνίας των ανθρώπων και την υπερκατανάλωση τεστ –που είναι μια μεγάλη και χρόνια πληγή στην Ελλάδα–, όπως έγινε με τη γρίπη Η1Ν1 το 2009.
Μια δοκιμασία της αλληλεγγύης
Το «μένουμε στο σπίτι» είναι μια σειρά μέτρων που θα ελέγξουν την εξάπλωση της πανδημίας. Υπάρχει μια σειρά από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως είναι οι άστεγοι, οι κρατούμενοι, οι πρόσφυγες, οι Ρομά, που δεν εντάσσονται σε αυτό το πρόγραμμα. Και δεν φαίνεται να υπάρχουν ουσιαστικές μέριμνες για αυτές τις περιπτώσεις. Θα επηρεάσει αυτό τη διάδοση του ιού;
Πρέπει με επείγοντα τρόπο να ληφθεί μέριμνα για όλες αυτές τις ομάδες, για το πώς θα εφαρμόζεται το «μένουμε σπίτι» τηρουμένων των αναλογιών, πώς θα γίνει η φροντίδα υγείας τους αν κάποιοι εμφανίσουν συμπτώματα, πώς θα απομονωθούν οι άρρωστοι αν χρειαστεί, πώς θα νοσηλευτούν όσοι θα χρειαστούν νοσοκομείο.
Είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο, μεγάλης σημασίας. Διαφορετικά οι εξελίξεις θα είναι πολύ δυσμενείς. Η κοινωνία πρέπει να προχωρήσει ενωμένη σε αυτή τη δοκιμασία, με ίσες ευκαιρίες φροντίδας για όλους. Αν αφήσουμε πίσω επιμέρους ομάδες, είτε ηλικιωμένοι είτε κοινωνικά αποκλεισμένοι είναι αυτοί, θα βγούμε εξαιρετικά τραυματισμένοι από την περιπέτεια του κορονοϊού. Ζούμε, μεταξύ άλλων, μια δοκιμασία της αλληλεγγύης των κοινωνιών.
Από τη μια αναπτύσσεται η αλληλεγγύη για τον δίπλα μας, από την άλλη γεννάται και ο φόβος. Πώς θα υπερισχύσει η αλληλεγγύη του φόβου;
Με καλή ενημέρωση και με αποφασιστική λήψη των μέτρων. Να ξέρει ακριβώς ο καθένας τι πρέπει να κάνει για να προφυλάξει τον εαυτό του και τους γύρω του. Και ας μην μας διαφεύγει το μέτρο των πραγμάτων: 98-99%, ή περισσότερο, του συνόλου όσων αρρωστήσουν θα πάνε τελικά καλά.
Πρωτοφανής πανδημία. Πόσο καιρό εκτιμάτε ότι θα χρειαστεί να υπάρχουν αυτά τα μέτρα;
Σε περίπου μια-δυο βδομάδες θα μπορούμε να εκτιμήσουμε καλύτερα πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Νομίζω ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι το πρώτο κύμα της επιδημίας να κρατήσει μέχρι τέλος Μαΐου, μπορεί λιγότερο, μπορεί περισσότερο.
Τελικά, είναι κάτι πρωτοφανές αυτή η πανδημία ή είναι κάτι που δεν αντιμετωπίστηκε έγκαιρα και άρα κατέληξε να είναι πιο επικίνδυνη;
Είναι, χωρίς συζήτηση, κάτι το τελείως πρωτοφανές, για τις γενιές των ανθρώπων που ζουν σήμερα. Η μεγάλη ταχύτητα στην επέκταση σε συνδυασμό με τη βαρύτητα της νόσου που παρατηρούμε είναι πρωτοφανή.
Γίνεται μια συζήτηση κατά πόσο αυτή η κρίση είναι ευκαιρία για την ενίσχυση του εθνικού συστήματος υγείας, που τα χρόνια της οικονομικής κρίσης επλήγη σοβαρά. Πρόσφατα, το υπουργείο Υγείας ξεκίνησε εθελοντικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, απευθυνόμενο στους επαγγελματίες υγείας. Η κίνηση αυτή επικρίθηκε από τη στιγμή που δεν έχουν γίνει επαρκείς προσλήψεις και δεν έχει ενισχυθεί με κονδύλια το σύστημα υγείας. Ποια η γνώμη σας;
Τώρα πρέπει να παρθούν όλα τα μέτρα που θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση της τωρινής οξείας κατάστασης: προσλήψεις, εθελοντισμός, ό,τι χρειάζεται. Αυτό είναι ένα θέμα. Και είναι τελείως διαφορετικό θέμα η εκτίμηση, την οποία συμμερίζομαι, ότι τώρα θα έρθουν στην επιφάνεια όλες οι χρόνιες παθογένειες του συστήματος υγείας. Η απαξίωση του ΕΣΥ, η ελλιπής στελέχωσή του, η πενιχρή ανανέωσή του, οι ελλείψεις σε υποδομές περιλαμβανομένων των μονάδων εντατικής θεραπείας, η αναιμική πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Αυτά είναι πολύ σοβαρά θέματα που μετά την πανδημία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με ουσιαστικό και στρατηγικό τρόπο. Όμως, δεν είναι τώρα η ώρα για τη συζήτηση αυτή. Τώρα πρέπει να εστιάσουμε στα άμεσα, σε αυτά που χρειάζονται για να αντιμετωπίσουμε την πανδημία στη χώρα μας με το λιγότερο δυνατό κόστος σε ανθρώπινες ζωές.
Ας κρατήσουμε ότι στον καιρό της κρίσης το ΕΣΥ αναδεικνύεται στον μεγάλο πρωταγωνιστή. Οι γιατροί, οι νοσηλευτές και όλο το προσωπικό του ΕΣΥ είναι σήμερα οι άνθρωποι της ημέρας και όλοι εκτιμούμε βαθύτατα τη στάση και τον ρόλο τους. Αυτό είναι μια σπουδαία παρακαταθήκη που κανείς δεν θα μπορεί ποτέ να αγνοήσει.
(Πηγή: εφημερίδα ΕΠΟΧΗ)