ΚΟΚ 2025: Πρόστιμα-φωτιά, κάμερες και αντικοινωνικές συμπεριφορές στο στόχαστρο
Πιο αυστηρός από ποτέ, ο νέος ΚΟΚ εγείρει ερωτήματα: διορθώνει τα κακώς κείμενα ή απλώς τιμωρεί χωρίς δικλείδες λογικής;

Με την υιοθέτηση του νέου Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας - ΚΟΚ , η Πολιτεία επιχειρεί μια ριζική αναμόρφωση του πλαισίου που διέπει την κυκλοφορία στους ελληνικούς δρόμους. Πρόκειται για μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση, με κατάργηση του ν. 2696/1999 και εισαγωγή αυστηρότερων ποινών, νέων τεχνολογιών επιτήρησης, αλλά και ρυθμίσεων που προκαλούν ήδη έντονες συζητήσεις για τη σκοπιμότητα και την εφαρμοσιμότητά τους.
Τομές και νέα δεδομένα
Η πιο ουσιαστική αλλαγή αφορά την κατηγοριοποίηση των παραβάσεων σε πέντε βασικές κατηγορίες (Ε1–Ε4 και Σ), με βάση τον βαθμό επικινδυνότητας και την κοινωνική απαξία της πράξης. Οι κυρώσεις περιλαμβάνουν διοικητικά πρόστιμα, ποινές αφαίρεσης διπλώματος και επιβολή επιπλέον μέτρων σε περιπτώσεις υποτροπής.

Οι παραβάσεις της κατηγορίας Ε4 θεωρούνται ιδιαιτέρως επικίνδυνες και συνοδεύονται από τα υψηλότερα πρόστιμα, ενώ η κατηγορία Σ εισάγει για πρώτη φορά την έννοια της «αντικοινωνικής συμπεριφοράς» ως αυτόνομη αιτία ποινής.
Οι παραβάσεις που κοστίζουν ακριβά
Υπερβολική ταχύτητα: Εντός κατοικημένων περιοχών, το ανώτατο όριο πέφτει από τα 50 στα 30 χλμ./ώρα. Η υπέρβασή του επιφέρει πρόστιμα έως 800 ευρώ, αφαίρεση διπλώματος και βαθμούς ποινής στο Σύστημα Ελέγχου Συμπεριφοράς Οδηγών.
Αυτοσχέδιοι αγώνες (κόντρες): Χαρακτηρίζονται πλέον ποινικά κολάσιμες πράξεις, με πρόστιμα άνω των 2.000 ευρώ, κατάσχεση πινακίδων, δέσμευση οχήματος και ενδεχόμενη φυλάκιση σε υποτροπή.

Οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ: Από 0,25 mg/l εκπνεόμενου αέρα, επιβάλλεται πρόστιμο 1.200 ευρώ, τρίμηνη αφαίρεση διπλώματος και ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση ατυχήματος ή υποτροπής
Χρήση κινητού τηλεφώνου εν κινήσει: Εάν προκαλέσει ατύχημα, η ποινή περιλαμβάνει δίμηνη αφαίρεση άδειας οδήγησης και αυστηρά πρόστιμα.
Όρια και αδύνατα σημεία
Ο νέος ΚΟΚ επιβάλλει, χωρίς αστερίσκους, τα 30 χλμ./ώρα ως γενικό όριο ταχύτητας σε κατοικημένες περιοχές. Αν και ο στόχος είναι η προστασία των ευάλωτων χρηστών του δρόμου, η πλήρης εφαρμογή του μέτρου είναι αμφίβολη. Οι περισσότερες ελληνικές πόλεις δεν διαθέτουν επαρκή σήμανση, έξυπνες υποδομές ή νέους δρόμους, κάνοντας την τήρηση του ορίου πρακτικά ανεφάρμοστη για πολλούς οδηγούς. Εύλογα, γεννάται η υποψία ότι το μέτρο θα μετατραπεί σε μηχανισμό μαζικής παραγωγής προστίμων — μια ανεπίσημη αλλά αποτελεσματική πηγή εσόδων.

Πέραν αυτού, η έννοια της «αντικοινωνικής συμπεριφοράς» παραμένει νομικά ασαφής, επιτρέποντας υπερβολική διακριτική ευχέρεια στην επιβολή κυρώσεων.
Επιπλέον, η εγκατάλειψη του εισοδηματικού κριτηρίου για τα πρόστιμα ενισχύει τις ανισότητες και αγνοεί την αρχή της αναλογικότητας. Η επιβολή των ίδιων ποινών ανεξαρτήτως οικονομικής δυνατότητας τιμωρεί τους αδύναμους και αδιαφορεί για τη βαρύτητα της παράβασης ως κοινωνική πράξη.
Συμπερασματικά
Ο ΚΟΚ του 2025 δεν είναι απλώς ένα αυστηρότερο νομοθέτημα. Είναι ηχηρή προειδοποίηση προς τους οδηγούς, ένα εργαλείο που φιλοδοξεί να μειώσει τα τροχαία κατά 50% έως το 2030, αλλά κινδυνεύει να μετατραπεί σε πειθαρχικό εργαλείο χωρίς κοινωνικό αντίκρισμα. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να εξαντληθεί στην εισπρακτική του λειτουργία, χωρίς να καλλιεργήσει ουσιαστική αλλαγή συμπεριφοράς.

Η αληθινή ασφάλεια στους δρόμους δεν επιβάλλεται με φόβο, αλλά χτίζεται με Παιδεία. Χωρίς μαθήματα κυκλοφοριακής αγωγής στα σχολεία, χωρίς αναβάθμιση και αυστηρό έλεγχο στις σχολές οδηγών -που συχνά λειτουργούν υποτυπωδώς-, οποιοσδήποτε ΚΟΚ, όσο αυστηρός κι αν είναι, θα αποτύχει στο πεδίο εφαρμογής.
Ο δρόμος για την ασφάλεια είναι μακρύς και περνάει πρώτα από το μυαλό, πριν από το τιμόνι.