Πώς η Ελλάδα «σβήνει» το παράνομο τσιγάρο. Μια ιστορία επιτυχίας σε μια Ευρώπη που καπνίζει παράνομα
Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπει την παράνομη κατανάλωση τσιγάρων να εκτοξεύεται, η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη πτώση της τελευταίας δεκαετίας.

Η νέα Έκθεση της KPMG για το 2024 φωτίζει τα οφέλη της συνεργασίας κράτους και υπεύθυνων επιχειρήσεων, σε μια μάχη που αφορά όχι μόνο τα δημόσια έσοδα, αλλά και τη δημόσια υγεία. Και καταδεικνύει μία πρωτοφανή διαπίστωση: Σε μια περίοδο όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό κατανάλωσης παράνομων τσιγάρων από το 2015, η Ελλάδα κινείται στον αντίποδα, σημειώνοντας την εντυπωσιακότερη μείωση της τελευταίας δεκαετίας.
Σύμφωνα με την ανεξάρτητη ετήσια Έκθεση της KPMG για το 2024, η χώρα μας αποτελεί θετικό παράδειγμα για την υπόλοιπη Ευρώπη, επιδεικνύοντας ουσιαστικά αποτελέσματα στον περιορισμό του παράνομου εμπορίου καπνικών προϊόντων.
Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα το ποσοστό των παράνομων τσιγάρων εκτιμάται στο 17,5% της συνολικής κατανάλωσης, σημαντικά μειωμένο κατά 6,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023 (23,7%). Σε απόλυτους αριθμούς, καταναλώθηκαν περίπου 2,5 δισεκατομμύρια παράνομα τσιγάρα, με τα χαμένα έσοδα για τα δημόσια ταμεία να περιορίζονται στα 438 εκατομμύρια ευρώ, έναντι άνω των 620 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά.

Η εικόνα αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου καταναλώθηκαν 38,9 δισεκατομμύρια παράνομα τσιγάρα — αύξηση κατά 3,3 δισεκατομμύρια σε σχέση με το 2023 — και οι συνολικές απώλειες εσόδων για τα κράτη-μέλη ξεπέρασαν τα 14,9 δισ. ευρώ.
Ο Ιάκωβος Καργαρώτος, Αντιπρόεδρος της Παπαστράτος, αποδίδει τη θετική αυτή εξέλιξη στην Ελλάδα σε δύο βασικούς παράγοντες: «Η φορολογική σταθερότητα και η αποτελεσματικότητα των διωκτικών Αρχών αποδίδουν καρπούς. Για περισσότερο από μία δεκαετία, η Παπαστράτος στηρίζει ενεργά τις προσπάθειες για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου, με ουσιαστικές επενδύσεις και τεχνογνωσία».
Ο ίδιος όμως προειδοποιεί πως «δεν υπάρχει χώρος για εφησυχασμό», καθώς η ίδια έκθεση καταγράφει για πρώτη φορά την εμφάνιση παράνομης κατανάλωσης θερμαινόμενων ράβδων καπνού και στην Ελλάδα — έστω και σε περιορισμένο ποσοστό 0,9%. «Η εμπειρία μάς δείχνει πως αν δεν δομηθεί σωστά το φορολογικό πλαίσιο αυτών των νέων προϊόντων, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να ακολουθήσουμε τα λάθη του παρελθόντος», τονίζει.
Ο Χρήστος Χαρπαντίδης, Senior Vice President External Affairs της Philip Morris International, υπογραμμίζει τη σύνθετη φύση του προβλήματος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο: «Το παράνομο εμπόριο δεν είναι απλώς φορολογικό ζήτημα. Απειλεί την υγεία, την ασφάλεια και την κοινωνική σταθερότητα. Όταν ανεξέλεγκτα προϊόντα κυκλοφορούν στη μαύρη αγορά, υπονομεύονται τόσο οι δημόσιες πολιτικές για τη μείωση του καπνίσματος όσο και οι θεμιτές επιχειρηματικές δραστηριότητες».
Η Ευρώπη βλέπει, για ακόμη μία χρονιά, τη Γαλλία να διατηρεί τη δυσάρεστη πρωτιά με 37,6% των τσιγάρων που καταναλώνονται να είναι παράνομα, ενώ νέα είσοδος στη λίστα των χωρών με αυξημένα ποσοστά είναι η Ολλανδία, η οποία φτάνει πλέον το 17,9% — αριθμοί που ανησυχούν, ιδιαίτερα ενόψει των αλλαγών που δρομολογούνται στη Φορολογική Οδηγία της Ε.Ε. για προϊόντα καπνού και νικοτίνης.
Η Ελλάδα, ωστόσο, αποδεικνύει ότι η λύση είναι εφικτή. Η συνεργασία μεταξύ κράτους και ιδιωτικού τομέα, η επένδυση στην καινοτομία και η ενίσχυση της αστυνόμευσης φαίνεται πως αποτελούν τους τρεις ακρογωνιαίους λίθους για να περιοριστεί το παράνομο εμπόριο και να ενισχυθεί ταυτόχρονα η δημόσια οικονομία και η κοινωνική συνοχή.
Όπως καταλήγει ο Ιάκωβος Καργαρώτος: «Το παράνομο εμπόριο τσιγάρων δεν είναι πια απλώς ζήτημα εσόδων. Είναι θέμα δημόσιας υγείας, θεσμικής αξιοπιστίας και κοινωνικής ασφάλειας. Στόχος μας πρέπει να είναι η προστασία της αγοράς, της κοινωνίας και των πολιτών. Με υπευθυνότητα και συνεργασία, μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι το θετικό παράδειγμα της Ελλάδας θα αποτελέσει πρότυπο και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
Σε μια εποχή αβεβαιότητας και πολυεπίπεδων προκλήσεων, η αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου δεν είναι απλώς μια νίκη της οικονομίας. Είναι ένας κρίσιμος δείκτης ωριμότητας της πολιτείας και των επιχειρήσεων να συνεργαστούν για έναν πιο ασφαλή, υγιή και δίκαιο κόσμο — χωρίς παράνομα τσιγάρα.