Η αλήθεια είναι πως το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ δεν συνηθίζει να μελετά ποδοσφαιριστές, καθώς είναι πιο φυσιολογικό να ασχολείται με ανθρώπους όπως ο Ίλον Μασκ η ο Τζεφ Μπέζος. Στην περίπτωση του Τόμας Μίλερ, όμως, ακόμα και το Χάρβαρντ έκανε μια εξαίρεση.
Ο Τόμας Μίλερ δεν έχει την ταχύτητα του Εμπαπέ. Δεν είναι δυνατός όπως ο Ρονάλντο, και σίγουρα δεν έχει την ντρίπλα του Μέσι. Και όμως, ο Γερμανός έχει καταφέρει να κατακτήσει περισσότερα τρόπαια από τους περισσότερους μεγάλους ποδοσφαιριστές της γενιάς του. Το μυαλό του και η ηγετικότητά του εντός και εκτός γηπέδου τον έχουν χρίσει ικανό να αφήσει μια κληρονομιά στο ποδόσφαιρο που λίγοι κατάφεραν.
Παρόλο που όταν ακούς το όνομα «Τόμας Μίλερ» το μυαλό πάει αμέσως στην Μπάγερν Μονάχου, ο Γερμανός άσσος ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο 50 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Μόναχου, σε ένα μικρό χωριό, το Πελ, όπου και γεννήθηκε. Εκεί ο μικρός Τόμας ερωτεύτηκε τη στρογγυλή θεά. Από μικρός δεν είχε κάποιο χαρακτηριστικό που να τον κάνει να ξεχωρίζει. Δεν ήταν δυνατός ή γρήγορος, και σίγουρα δεν ήταν ο πιο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής της ομάδας του, όμως η άνθρωποι της Μπάγερν τη χρονιά 2000 είδαν κάτι σε αυτόν, και ενέτασσαν τον τότε 11χρονο Μίλερ στις ακαδημίες τους. Στα 18 του πήρε προαγωγή στην πρώτη ομάδα, και τον Αύγουστο του 2008 έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο με τους Βαυαρούς στην Μπουντεσλίγκα, εναντίον του Αμβούργου. Αυτό ήταν.
Από εκείνο το σημείο και μετά ο Μίλερ ήταν αναντικατάστατος, και έπαιξε σε όλα τα παιχνίδια της Μπάγερν την πρώτη του σεζόν, με τον τότε προπονητή του Λούις Φαν Χαλ να δηλώνει ξεκάθαρα: «Ο Μίλερ πάντα θα παίζει». Ένα στατιστικό που τα λέει όλα είναι το εξής. Από τότε που υπάρχει ποδοσφαιριστής Μίλερ στην Μπάγερν, οι Βαυαροί έχουν πραγματοποιήσει 885 παιχνίδια, με τον Γερμανό διεθνή να είναι παρών στα 756 από αυτά(!) όντας πρώτος σε συμμετοχές, και μάλιστα με διαφορά 31 συμμετοχών από τον δεύτερο Σεπ Μάιερ.
Ο Μίλερ πέρασε συνολικά 25 χρόνια στην Μπάγερν. Και αν το να μένει κάποιος πιστός σε μια ομάδα για χρόνια είναι σπάνιο, ακόμα πιο σπάνια είναι η συνέπειά του στο γήπεδο. Ας μιλήσουν για αυτό όμως τα στατιστικά. Ο Γερμανός επιτελικός μέσος σκόραρε 250 γκολ και μοίρασε 276 ασίστ για τη γερμανική ομάδα, ενώ στο Τσάμπιονς Λιγκ, μόνο ο Κριστιάνο Ρονάλντο και ο Ικερ Κασίγιας έχουν περισσότερες συμμετοχές από αυτόν, καθώς είναι στην τρίτη θέση της σχετικής λίστας μαζί με τον Λιονέλ Μέσι με 163 συμμετοχές.
Είναι επίσης δεύτερος, πίσω από τον Κριστιάνο Ρονάλντο, και σε νίκες στο Τσάμπιονς Λίγκ με 111 νίκες έναντι 115 του Πορτογάλου. Και αν πιάσουμε την εθνική Γερμανίας, εκεί είναι τρίτος σε συμμετοχές πίσω από Λοτάρ Ματέους και Μίροσλαβ Κλόζε, καθώς μετράει 131 εμφανίσεις και 45 γκολ για την «Μάνσαφτ».
Όμως δεν είναι μόνο τα στατιστικά, αλλά και κάτι σημαντικότερο. Οι τίτλοι. Έχει κατακτήσει περισσότερα τρόπαια από κάθε Γερμανό ποδοσφαιριστή, μετρώντας συνολικά 35 τίτλους, μεταξύ αυτών 13 πρωταθλήματα Γερμανίας, δυο Τσάμπιονς Λιγκ, έξι κύπελλα Γερμανίας και φυσικά ένα Παγκόσμιο Κύπελλο.
Για όλα τα παραπάνω όμως υπάρχει ένα ερώτημα. Πώς τα κατάφερε όλα αυτά; Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα τη δίνει το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Ναι, το γνωστό πανεπιστήμιο που συνηθίζει να μελετά ανθρώπους όπως ο Ίλον Μασκ και ο Στιβ Τζομπς, έκανε μια εξαίρεση και έκανε μια μελέτη πάνω στον Τόμας Μίλερ, και σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μελέτη η επιτυχία του Μίλερ βασίζεται σε τρεις σημαντικές ικανότητες που κατέχει ο Γερμανός. Η μια είναι αμιγώς ποδοσφαιρική, όμως οι άλλες δυο είναι ικανότητες που διευθυντές εταιριών και μάνατζερ θα μπορούσαν να διδαχθούν.
Το ανορθόδοξο ταλέντο στις τέσσερις γραμμές
Μιλάμε για τον Τόμας Μίλερ, και ας είμαστε ρεαλιστές, δεν είναι και ο ορισμός του αθλητή, και δε του τυπικού ποδοσφαιριστή, ειδικά στο κορυφαίο επίπεδο. Βρισκόταν όμως σε αυτό για πολλά χρόνια. Παρόλο που το στυλ παιχνιδιού του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περίεργο, ανορθόδοξο και πολλές φορές και άγαρμπο, το μεγαλύτερό του προσόν μέσα στο γήπεδο το έχουν λίγοι και δεν δουλεύεται εύκολα.
Ήταν Raumdeuter, που στα ελληνικά μεταφράζεται ως ο «αναλυτής του χώρου». Δηλαδή η ικανότητα που είχε, και υπερκάλυπτε τις υπόλοιπες αγωνιστικές «αδυναμίες» του ήταν ότι βρισκόταν την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο σημείο. Έχει ένα είδος ραντάρ, μια έκτη αίσθηση, που βλέπει τον κενό χώρο και διαβάζει που πρέπει να βρεθεί για να δημιουργήσει ευκαιρία, που θα πάει η μπάλα, πως θα κινηθούν οι αμυντικοί, και όταν βρεθεί το παραμικρό κενό ο Μίλερ είναι ήδη εκεί.
Δεν χρειάζεται να είναι ο πιο καλός ντριμπλέρ ή ο πιο δυνατός μέσα στο γήπεδο, όταν σκέφτεται πιο γρήγορα από τον καθένα, και κερδίζει τους αντιπάλους του κατά κράτος με σωστή τοποθέτηση, ένστικτο και ποδοσφαιρικό IQ. Σίγουρα δεν είναι ο πιο εντυπωσιακός παίκτης, και αυτό μπορεί να του κόστισε το γεγονός ότι δεν έχει βγεί ποτέ MVP της Μπουντεσλίγκα, όμως όλα αυτά τα χαρακτηριστικά του, είναι αυτά που κερδίζουν πρωταθλήματα.
Ηγεσία, προσαρμοστικότητα και επιρροή στους συμπαίκτες του
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Μίλερ είχε τη φήμη ότι είναι ο πιο εύκολος παίκτης στο να προπονεί κανείς. Από την Μπάγερν πέρασαν πολλοί προπονητές, με διαφορετικά συστήματα και τακτικές, και φυσικά πολλοί κορυφαίοι ποδοσφαιριστές όπως οι Ρόμπεν, Ριμπερί, Λεβαντόφσκι, Σανέ και Κομάν. Από όλους, ο Μίλερ είναι αυτός που έμεινε και έπαιζε. Όταν οι υπόλοιποι καθόταν στον πάγκο, ή τους πουλούσε η ομάδα γιατί δεν μπορούσαν να προσαρμοστούν, ο Γερμανός ήθελε πάντα να εξελίσσεται. Έτσι ξεκινούσε την κάθε σεζόν ρωτώντας τον εαυτό του, τι μπορεί να προσφέρει στην ομάδα και πως.
Για παράδειγμα, όταν ήρθε ο Λεβαντόφσκι στην Μπάγερν ο Μίλερ ήξερε ότι δεν θα παίξει εύκολα στην κορυφή της επίθεσης, όποτε δούλεψε και βελτιώθηκε σαν εξτρέμ. Πάντα ήξερε τι πρέπει να κάνει και άλλαζε ρόλους έτσι ώστε να μπορεί να παίζει και να βοηθάει το κλάμπ. Κάτι σαν ποδοσφαιρικός χαμαιλέοντας. Σύμφωνα με την έρευνα του Χάρβαρντ, αυτή η ευελιξία ήταν αυτή που τον έκανε να ξεχωρίσει. Αυτή την ευελιξία την έχει ακόμη και σήμερα.
Ο Μίλερ αγωνίζεται στο Βανκούβερ και στο MLS. Μετακόμισε στην Αμερική, σε μια ξένη χώρα στα 36 του για πρώτη φορά στη ζωή του, σε νέο περιβάλλον με καινούργιους συμπαίκτες, αλλά δεν τον ένοιαξε καν. Στα πρώτα του 6 ματς είχε συμμετοχή σε 10 γκολ της ομάδας του.
Προσωπικότητα και χιούμορ
Η αλήθεια είναι ότι ο Μίλερ είναι γνωστός για το χιούμορ του, και την επιρροή του στο κλίμα της ομάδας με τον χαρακτήρα του. Δεν είναι τυχαίο που του δόθηκε το παρατσούκλι "Radio Muller" καθώς είναι αρκετά φωνακλάς. Ο χαρακτήρας του και η προσωπικότητα του είναι τέτοιοι που είναι αρχηγός εντός και εκτός γηπέδου. Ειδικά στα αποδυτήρια η συνεισφορά του είναι μεγάλη, κάνοντας τους νέους παίκτες να νιώθουν άνετα, και γενικότερα δίνοντας μια πιο ανθρώπινη νότα στην επαγγελματικότητα και στον πρωταθλητισμό που είναι... «καταδικασμένη» να κάνει η Μπάγερν.
Επίσης είναι και αυτός που καλείται να ανεβάζει την ψυχολογία των συμπαικτών του μετά από μεγάλες ήττες. Για παράδειγμα, μετά τον χαμένο τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ το 2012, στην έδρα της Μπάγερν από την Τσέλσι, ο Μίλερ έστειλε μήνυμα σε όλους τους συμπαίκτες του λέγοντας τους «Ψηλά το κεφάλι, θα το πάρουμε του χρόνου», όπως και έγινε. Πίσω από το χιούμορ και όλα τα αστεία που κάνει, κρύβεται ένας ηγέτης που απλά δεν παίρνει τον εαυτό του και πολύ στα σοβαρά, με αποτέλεσμα να γίνει αγαπητός σε συμπαίκτες, οπαδούς, και γενικότερα σε όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο. Ο Μίλερ είναι πάντα αυθεντικός, πάντα προσγειωμένος, και πάντα με αυτόν τον ηγετικό αλλά και μη σοβαροφανή χαρακτήρα.
Αυτά τα τρία χαρακτηριστικά είναι αυτά που έκαναν τον Τόμας Μίλερ, τον ποδοσφαιρικό θρύλο που είναι σήμερα. Όμως στα 36 του, ο Μίλερ αν και αγωνίζεται στο MLS, φαίνεται πως ήδη αρχίζει να σκέφτεται την επόμενη μέρα. Ο Γερμανός μεσοεπιθετικός θα βρεθεί σε ρόλο σχολιαστή στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026, όμως το Χάρβαρντ του προτείνει να αναλάβει χρέη τεχνικού διευθυντή, μόλις κρεμάσει τα παπούτσια του, ενώ ένας άλλος θρύλος του γερμανικού ποδοσφαίρου, Λοτάρ Ματέους, δήλωσε ότι πιστεύει ότι ο Μίλερ μια μέρα θα γίνει πρόεδρος της Μπάγερν.
Η μελέτη αυτή για τον Γερμανό πρώην ποδοσφαιριστή της Μπάγερν μας δείχνει κάτι που όλοι οι προπονητές θέλουν να περάσουν στα παιδιά και στους ποδοσφαιριστές. Ο Μίλερ σε όλη του την καριέρα είναι η ζωντανή απόδειξη ότι δεν χρειάζεται να είσαι ο πιο ταλαντούχος για να είσαι επιτυχημένος. Και σε έναν κόσμο που όλοι κοιτάνε να πετύχουν οι ίδιοι, αυτός τελειοποίησε την τέχνη του να κάνει όλους τους άλλους καλύτερους. Και στον αθλητισμό όπως και στη ζωή, αυτό είναι το πραγματικό μεγαλείο.