Ζέτα Δούκα: «Το παιδί δεν οφείλει να καταλάβει τίποτα από όσα περνάω εγώ»
Η ηθοποιός και ακτιβίστρια εξηγεί η συνεννόηση μεταξύ δύο ανθρώπων που χωρίζουν δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Η ηθοποιός, ιδρύτρια και Πρόεδρος της ΜΚΟ ΑΝΑΣΑ, Ζέτα Δούκα μίλησε για τον θεσμό της οικογένειας και πώς μπορεί να επιτευχθεί ισορροπία στο ζευγάρι μετά από έναν χωρισμό, αλλά και για την ψυχική υγεία.
Θεωρώ πως με τον πρώην σύντροφό μου, είμαστε δύο άνθρωποι που έχουμε καταφέρει κάποια πράγματα στη ζωή μας — και σε οικονομικό επίπεδο — ώστε να μπορούμε να μεγαλώσουμε το παιδί μας με τον τρόπο που θεωρούμε σωστό. Όμως, αν είχαμε δεύτερο παιδί, δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να του προσφέρουμε τα ίδια. Αυτά που θεωρώ ουσιώδη, αυτά που θέλω πραγματικά να του δώσω.
Πόσο εύκολη είναι η συνεννόηση όταν οι δρόμοι χωρίζουν; «Δεν είναι εύκολη. Δεν ήταν ποτέ. Θέλει πολλή δουλειά» εξηγεί στο vidcast ''Γυναίκες'' του Marie Claire.
Πρέπει να υπάρχει γερή βάση, μια δυνατή ανθρώπινη σχέση από πριν.
«Ευτυχώς, υπήρχε. Αλλά η πιο σταθερή βάση, αυτό που μας κρατάει ακόμα και στις δύσκολες στιγμές, είναι ότι και οι δύο θέλουμε το καλύτερο για το παιδί μας. Η έννοια της οικογένειας εξακολουθεί να υπάρχει, ακόμη και όταν οι γονείς έχουν χωρίσει. Είναι η έννοια δύο ανθρώπων που δημιούργησαν αυτό το παιδί — γιατί το συνδημιουργήσαμε. Είμαστε δύο γονείς, παρόντες στη ζωή του, που εξακολουθούμε να θέλουμε να το μεγαλώσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Έστω και ως οικογένεια με μια διαφορετική μορφή. Εκεί στηρίζεται όλο. Φεύγεις από το “εγώ”, από τον εγωισμό, από τις αντιδράσεις και τα προσωπικά προβλήματα που μπορεί να κουβαλά ο καθένας, ειδικά μέσα σε μια νέα και δύσκολη συνθήκη που κανείς δεν είχε επιλέξει. Κανένας δεν ξυπνά ένα πρωί και το επιθυμεί αυτό.
Αλλά κάποια στιγμή λες «στοπ». Σκουπίζεις τα δάκρυά σου και θυμάσαι: υπάρχει το παιδί. Και το παιδί δεν οφείλει να καταλάβει τίποτα από όσα περνάω εγώ. Εγώ οφείλω να δείξω ωριμότητα. Να αφήσω πίσω ό,τι με βαραίνει και να του δώσω ένα περιβάλλον καθαρότερο, να το βοηθήσω όσο μπορώ να διαχειριστεί και εκείνο αυτή τη δύσκολη αλλαγή.
Γιατί αλλάζουν όλα τα δεδομένα. Αλλά πρέπει να νιώσει ότι οι γονείς του είναι ακόμα εδώ — όπως πάντα — απλώς μέσα σε μια νέα συνθήκη. Αυτά δεν τα λέμε γιατί είναι εύκολα. Είναι πολύ δύσκολα. Και εγώ που τα λέω, πέρασα — και περνάω ακόμα — στιγμές έντονης αμφισβήτησης. Στιγμές που δεν τα καταφέρνω, που κάνω λάθη, που μετανιώνω και ζητάω βοήθεια. Αλλά ξέρεις ποια είναι η διαφορά; Ότι ξέρω πού να απευθυνθώ για να βοηθηθώ. Είναι πολύ σημαντικό όταν έχεις ένα θέμα, να ξέρεις πού να πας. Και γι’ αυτό λέω πως, όπως έχουμε τον παιδίατρο, τον οδοντίατρο, τον ορθοπεδικό για τα παιδιά μας, έτσι πρέπει να έχουμε και τον παιδοψυχίατρο ή τον ψυχολόγο. Είναι αναγκαίο.»