Μαρίζα Ρίζου: Ίσως τα ''μπράβο'' στην παιδική μου ηλικία δεν τα άκουσα στο βαθμό που τα είχα ανάγκη
Η τραγουδίστρια παραδέχεται ότι έχει δυο καλούς γονείς που όμως έκαναν σφάλματα στην ανατροφή της.

«Μήπως να κάνουμε μια παύση?» αναρωτιέται η Μαρίζα Ρίζου στο νέο της άλμπουμ και με αφορμή αυτό έδωσε μια συνέντευξη στο Madame Figaro και μίλησε για τα παιδικά της χρόνια αλλά και την πορεία της, όπως και για την αλλαγή που ένιωσε ότι έπρεπε να κάνει προκειμένου να ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της.
Τι θυμάται από την παιδική της ηλικία; «Δεν ήμουν πολύ ήσυχο παιδί και, απ’ ό,τι έχω καταλάβει από τις περιγραφές των δικών μου αλλά και από τα βίντεο, αρκετά "τσαούσω". Ήμουν ευχάριστο παιδί –είχα τον ρόλο του διασκεδαστή– και, νομίζω, και ενδιαφέρον, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω ακριβώς πώς ήμουν» εξηγεί.
Στη ζωή της η μουσική μπήκε κάπως έτσι... «Σίγουρα η ζωή μου θα ήταν πολύ διαφορετική αν δεν υπήρχε η αδελφή μου. Είναι έξι χρόνια μεγαλύτερη και, αν δεν ήταν εκείνη, μπορεί το πιάνο να μην έμπαινε ποτέ στο σπίτι μας. Έπαιζε μουσική, τραγουδούσαμε παρέα, μου μάθαινε δεύτερες φωνές και υπήρξε καταλυτικός παράγοντας στα ακούσματά μου, ακόμα και αν η ίδια δεν ασχολήθηκε ποτέ επαγγελματικά με τον χώρο. Μάλιστα, στον καινούριο μου δίσκο υπάρχει ένα κομμάτι που λέγεται Ένα τραγούδι και είναι γραμμένο για εκείνη. Είναι το δικό μου "ευχαριστώ"».
Ο μόνος δρόμος είναι η ψυχανάλυση...
Σχετικά με τα «μπράβο» που άκουσε όταν ήταν μικρή είπε: «Ίσως δεν τα άκουσα με τον τρόπο, στη στιγμή ή στον βαθμό που τα είχα ανάγκη. Έχω την τύχη να έχω δύο καλούς γονείς, όμορφους ανθρώπους, με πολύ γλυκιά ψυχή, αλλά και με σφάλματα. Σε μια ύπαρξη σαν κι εμένα, με κάπως έντονη την ευαλωτότητα αλλά και τον ναρκισσισμό (aka καλλιτέχνις), όλα εγγράφονται και βιώνονται πιο έντονα».
Πώς το ανακάλυψε αυτό; «Νομίζω ότι ο μόνος δρόμος είναι η ψυχανάλυση, με ή χωρίς θεραπευτή. Αυτή η διαδρομή του να κοιτάξω προς τα μέσα, ώστε να πιάσω το νήμα από την άκρη του και να βγω στο φως».
Τον εαυτό της δεν τον έχει αποδεχθεί ακόμα, όπως παραδέχεται. «Δεν τον έχω αποδεχτεί ακόμη, συνεχίζω να τον μαθαίνω με μεγάλη περιέργεια. Και ειδικά τώρα, στα 38 μου χρόνια, υπάρχουν μέρες που νιώθω πιο κοντά και πιο καλά από ποτέ με τον εαυτό μου. Αυτές οι μέρες λειτουργούν για μένα σαν φάρος για τις άλλες, εκείνες όπου νιώθω δυσφορία και τις οποίες πλέον αντιμετωπίζω με στωικότητα γιατί ξέρω ότι είναι πολλές οι μέρες που νιώθω καλά. Όσο μεγαλώνω προσπαθώ να στρογγυλεύω και να μην έχω γωνίες».