Μονή Σινά: Η διπλωματική μάχη συνεχίζεται - Τι θα συμβεί στο μέλλον
Ο διπλωματικός γρίφος παρέμεινε άλυτος και οι πολλαπλές αναγνώσεις για το μέλλον της αρχαίας μονής θα συνεχίσουν να δοκιμάζουν την εταιρική σχέση Ελλάδας-Αιγύπτου.

Γρίφος με πολλαπλές αναγνώσεις και παραπομπή για επίλυση του ιδιοκτησιακού ζητήματος της Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά σε μέλλοντα χρόνο είναι το αποτέλεσμα του ταξιδιού του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη στο Κάιρο.
Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, ένα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς και σύμβολο της Ορθοδοξίας, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας σύνθετης δικαστικής και διπλωματικής διαμάχης που δοκιμάζει τη σταθερότητα των στρατηγικών ελληνο-αιγυπτιακών σχέσεων. Ενώ οι δύο χώρες επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους για συνεργασία και την προστασία της Μονής, οι διαφορετικές ερμηνείες της πρόσφατης δικαστικής απόφασης του τοπικού Εφετείου της Ισμαηλίας σε συνδυασμό με την περίεργη χρονοτριβή της κυβέρνησης του Καΐρου να μην υπογράψει τον εξωδικαστικό συμβιβασμό πριν την έκδοση της δικαστικής απόφασης και οι ανησυχίες της μοναστικής κοινότητας δημιουργούν ένα λεπτό διπλωματικό περιβάλλον.

Διπλωματικός μαραθώνιος εν όψει
Μετά τα όσα ανακοίνωσαν επισήμως τόσο η Ελλάδα, όσο και η Αίγυπτος ως δεδομένα παραμένουν η σύγκλιση στην αναγνώριση της στρατηγικής σχέσης Ελλάδας-Αιγύπτου και της κοινής πρόθεσης προστασίας της Μονής είναι σαφής. Ωστόσο, η απόκλιση στην ερμηνεία της δικαστικής απόφασης και, κυρίως, οι βαθιές ανησυχίες της ίδιας της Μονής, υποδηλώνουν ότι η υπόθεση δεν έχει κλείσει.
Η μελλοντική έκβαση θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματικότητα του συνεχιζόμενου διπλωματικού διαλόγου. Η Ελλάδα, ως προστάτιδα των ελληνορθόδοξων Πατριαρχείων και Εκκλησιών και με έντονο ενδιαφέρον για την Ορθόδοξη κληρονομιά, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να ασκεί διπλωματική πίεση για την ουσιαστική διασφάλιση των κυριαρχικών και ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων της Μονής και την ανεμπόδιστη λειτουργία της ως ζωντανού θρησκευτικού κέντρου. Η Αίγυπτος, από την πλευρά της, θα επιδιώξει να διατηρήσει την εικόνα της ως χώρας που σέβεται και προστατεύει τα θρησκευτικά μνημεία, αποφεύγοντας εντάσεις με έναν σημαντικό στρατηγικό εταίρο.

Η κρίσιμη πρόκληση είναι να βρεθεί ένα κοινά αποδεκτό νομικό και λειτουργικό πλαίσιο που θα καθησυχάζει τις ανησυχίες της Μονής, διασφαλίζοντας την de facto αυτονομία και τον μοναστικό της χαρακτήρα, παρά τις νομικές αποφάσεις για την κυριότητα των περιβαλλόντων εκτάσεων. Χωρίς μια τέτοια συμφωνία, που να είναι αποδεκτή από τη μοναστική κοινότητα, η ανασφάλεια για το μέλλον της Μονής είναι πιθανό να παραμείνει, δοκιμάζοντας διαρκώς τις διπλωματικές σχέσεις και απαιτώντας συνεχή προσοχή και μέριμνα.
Η Δικαστική Απόφαση και οι Ερμηνείες της
Η πρόσφατη δικαστική απόφαση του Εφετείου της Ισμαηλίας, της 28ης Μαΐου, σχετικά με τις εκτάσεις που περιβάλλουν τη Μονή του Σινά, αποτελεί τον πυρήνα αυτής της διαμάχης. Από την πλευρά της Αιγύπτου, η επίσημη θέση, όπως διατυπώθηκε από το Υπουργείο Εξωτερικών μετά τη συνάντηση του Υπουργού Μπάντρ Αμπντελατί με τον Έλληνα ομόλογό του Γιώργο Γεραπετρίτη την Τετάρτη (4/6), ήταν ξεκάθαρη και εμμένει στην θέση ότι απόφαση διαφυλάσσει την απαραβίαστη φύση της Μονής του Σινά και των αρχαιολογικών της χώρων, διατηρώντας την πνευματική αξία και το θρησκευτικό της κύρος. Επίσης, η Αίγυπτος επιμένει ότι η απόφαση του δικαστηρίου, επιβεβαιώνει ρητά τη συνέχιση του δικαιώματος των μοναχών να επωφελούνται από τη Μονή και τις θρησκευτικές/αρχαιολογικές περιοχές.
Αν και η Αίγυπτος αποφεύγει -ακόμα και σε επίπεδο διατυπώσεων- να αναφερθεί στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής και των 25 έγγειων ιδιοκτησιών που η δικαστική απόφαση αφαιρεί από την ιδιοκτησία της μεταβιβάζοντάς τες ως προστατευόμενους τόπους φυσικού κάλλους στο αιγυπτιακό κράτος, σε επίπεδο δηλώσεων επιμένει ότι ισχύουν οι διαβεβαιώσεις του προέδρου Αλ Σίσι για την πλήρη δέσμευση της Αιγύπτου στην προστασία της Μονής, ως αντανάκλαση των αιγυπτιακών αξιών ανοχής.
Αυτή η επίσημη αιγυπτιακή ερμηνεία αποσκοπεί σαφώς στην εκτόνωση της κατάστασης και την άρση τυχόν παρεξηγήσεων, ειδικά δεδομένης της αναβάθμισης των ελληνο-αιγυπτιακών σχέσεων σε Στρατηγική Εταιρική Σχέση.
Η ελληνική θέση και οι ανησυχίες της Μονής
Από την ελληνική πλευρά, η δήλωση του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών, η οποία προηγήθηκε χρονικά της επίσημης αιγυπτιακής ανακοίνωσης, παρέχει μια ελαφρώς διαφορετική απόχρωση. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης στη δήλωσή του μετά τη συνάντηση με τον Αιγύπτιο ομόλογό του υποστήριξε ότι, αναγνωρίζοντας τη «βαθιά και στρατηγική» σχέση με την Αίγυπτο, συμφωνήθηκε να «εργαστούμε το αμέσως επόμενο διάστημα προς την κατεύθυνση της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων της Μονής, καθώς επίσης και της νομικής της μορφής και προσωπικότητας».
Αυτή η διατύπωση υποδηλώνει ότι, για την Ελλάδα, η δικαστική απόφαση, παρότι ενδεχομένως να έχει θετικά στοιχεία, δεν είναι μια πλήρης και τελεσίδικη λύση που να διασφαλίζει πλήρως τα πάντα «χωρίς καμία αλλαγή στο status quo». Αντίθετα, φαίνεται να αναγνωρίζεται η ανάγκη για περαιτέρω διπλωματική και νομική εργασία ώστε να εξασφαλιστούν πλήρως τα δικαιώματα και το νομικό καθεστώς της Μονής. Πρακτικά ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών εμμέσως υπονόησε ότι τα υφιστάμενα «γκρίζα σημεία» παραμένουν, ενώ η φράση για «εργασία το αμέσως επόμενο διάστημα» επιβεβαιώνει ότι το θέμα παραμένει ενεργό στην ελληνική διπλωματική ατζέντα.
Σε αναμονή της θέσης της Μονής του Σινά
Αν και ακόμα η πλευρά της Μονής του Σινά δεν έχει σχολιάσει τις τελευταίες εξελίξεις σε διπλωματικό επίπεδο, εντούτοις, οι νομικοί εκπρόσωποι της Μονής από την επομένη της δημοσίευσης της επίμαχης εφετειακής απόφασης εξέφρασαν τις πιο έντονες ανησυχίες. Σύμφωνα με την ανάλυσή τους, η συμπεριφορά της Αιγύπτου προκαλεί «ανασφάλεια για το μέλλον» της Μονής ως ενεργού μοναστηριού με θρησκευτική και λειτουργική ζωή. Υποστηρίζουν ότι οι πρόσφατες εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της δικαστικής απόφασης και των καθυστερήσεων σε υπογραφές συμφωνιών, δείχνουν «απόσυρση από την τήρηση των συμφωνιών», με αποτέλεσμα «όλα να είναι στον αέρα».
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το σκεπτικό της εφετειακής απόφασης που αναφέρει λειτουργία του μοναστηριού «όσο υπάρχουν μοναχοί», το οποίο ερμηνεύεται ως ένα δυνητικά περιοριστικό πλαίσιο για τη διαχρονική ύπαρξη και λειτουργία της Μονής. Η Μονή φοβάται ότι η κρατική ιδιοκτησία των περιβαλλόντων εκτάσεων, ακόμη κι αν η απόφαση αναγνωρίζει το δικαίωμα της Μονής να επωφελείται από τους θρησκευτικούς χώρους της, θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιορισμό της αυτονομίας της ή σε μελλοντικές παρεμβάσεις.