Σαουδική Αραβία: Κολαστήρια για τις «ανυπάκουες» γυναίκες
Πρόκειται για «φυλακές» στις οποίες οι γυναίκες κακοποιούνται, μαστιγώνονται, βιώνουν βασανιστήρια μέχρι να αποδεχτούν τους κανόνες του καθεστώτος.

Δεινή είναι η θέση εκατοντάδων ή και περισσότερων γυναικών και κοριτσιών που πιστεύεται ότι κρατούνται στις κρυφές «φυλακές» της Σαουδική Αραβίας.
Εάν μια γυναίκα στην Σαουδική Αραβία εξοριστεί από την οικογένεια ή τον σύζυγό της για «ανυπακοή, εξωσυζικές σχέσεις ή απουσία από το σπίτι», τότε κρατούνται σε αυτές τις εγκαταστάσεις , όπου «αποκαθίστανται» με σκοπό να επιστρέψουν στις οικογένειές τους.
Το να μιλήσει κανείς δημόσια ή να μοιραστεί πλάνα από αυτά τα «σπίτια φροντίδας» ή Dar al-Reaya, έχει καταστεί αδύνατο σε μια χώρα όπου οι φωνές για τα δικαιώματα των γυναικών φαίνεται να έχουν φιμωθεί. Ωστόσο, ο Guardian φέρνει στο φως μαρτυρίες για το πώς είναι η κατάσταση μέσα σε αυτά τα ιδρύματα, που περιγράφονται ως «κολαστήρια», με εβδομαδιαίες μαστιγώσεις αναγκαστική θρησκευτική διδασκαλία και αποκλεισμό από τον έξω κόσμο.
Οι συνθήκες φέρονται να είναι τόσο άσχημες, που υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις αυτοκτονίας ή απόπειρας αυτοκτονίας. Οι γυναίκες μπορεί να περάσουν χρόνια κλειδωμένες, χωρίς να μπορούν να φύγουν χωρίς την άδεια της οικογένειάς τους ή ενός άνδρα κηδεμόνα.
«Είναι σαν κόλαση»
«Κάθε κορίτσι που μεγαλώνει στη Σαουδική Αραβία γνωρίζει για το Dar al-Reaya και πόσο απαίσιο είναι. Είναι σαν κόλαση. Προσπάθησα να βάλω τέλος στη ζωή μου όταν έμαθα ότι θα με πήγαιναν εκεί. Ήξερα τι συνέβαινε στις γυναίκες εκεί και σκέφτηκα «δεν μπορώ να το επιβιώσω»», λέει μια νεαρή από τη Σαουδική Αραβία που αργότερα κατάφερε να διαφύγει.
Η Maryam Aldossari, μια ακτιβίστρια από την Σ. Αραβία που ζει στο Λονδίνο, λέει: «Ένα νεαρό κορίτσι ή μια γυναίκα θα μείνει εκεί για όσο χρόνο χρειαστεί για να αποδεχτεί τους κανόνες».
«Πέπλο» υποκρισίας
Ενώ η Σαουδική Αραβία πανηγυρίζει για την ανάθεση του Παγκοσμίου Κυπέλλου ανδρών της Fifa και προβάλλεται επιμελώς στην παγκόσμια σκηνή ως «μεταρρυθμισμένη», οι γυναίκες που τόλμησαν να ζητήσουν δημόσια περισσότερα δικαιώματα και ελευθερίες αντιμετώπισαν τον κατ' οίκον περιορισμό, τη φυλάκιση και την εξορία. Οι ακτιβιστές λένε ότι τα σπίτια φροντίδας της χώρας είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά εργαλεία του καθεστώτος για τον έλεγχο και την τιμωρία των γυναικών και θέλουν να καταργηθούν.
Σαουδάραβες αξιωματούχοι έχουν περιγράψει τα σπίτια φροντίδας, τα οποία δημιουργήθηκαν σε όλη τη χώρα τη δεκαετία του 1960, ως «καταφύγιο για κορίτσια που κατηγορούνται ή καταδικάζονται για διάφορα εγκλήματα» και λένε ότι χρησιμοποιούνται για την «αποκατάσταση των γυναικών κρατουμένων» με τη βοήθεια ψυχιάτρων «προκειμένου να επιστρέψουν στην οικογένειά τους».
Όμως η Sarah Al-Yahia, η οποία ξεκίνησε μια εκστρατεία για την κατάργηση των οίκων φροντίδας, έχει μιλήσει με πολλά κορίτσια που περιγράφουν ένα κακοποιητικό καθεστώς, με τις κρατούμενες να υποβάλλονται σε σωματικό έλεγχο και τεστ παρθενίας κατά την άφιξή τους και να τους χορηγούνται ηρεμιστικά για να κοιμηθούν.
«Πρόκειται για φυλακή όχι για οίκο ευγηρίας, όπως τους αρέσει να το αποκαλούν. Αποκαλούν τις γυναίκες με αριθμούς. «Νούμερο 35 έλα εδώ. Όταν ένα από τα κορίτσια είπε το όνομα της οικογένειάς της, έφαγε μαστίγιο. Αν δεν προσευχηθεί, δέχεται μαστίγιο. Αν βρεθεί μόνη της με μια άλλη γυναίκα, δέχεται μαστίγιο και κατηγορείται ότι είναι λεσβία. Οι φύλακες συγκεντρώνονται και παρακολουθούν όταν τα κορίτσια μαστιγώνονται».
Κολαστήριο ή κακοποίηση στο σπίτι
Η Yahia, η οποία είναι σήμερα 38 ετών και ζει στην εξορία, λέει ότι οι γονείς της απειλούσαν να την στείλουν στο Dar al-Reaya από τότε που ήταν 13 ετών. «Ο πατέρας μου το χρησιμοποιούσε ως απειλή αν δεν υπάκουα στη σεξουαλική του κακοποίηση», λέει, προσθέτοντας ότι τα κορίτσια και οι γυναίκες μπορεί να αντιμετωπίσουν το τρομακτικό δίλημμα να αποφασίσουν μεταξύ του Dar al-Reaya και της παραμονής σε ένα σπίτι που τις κακοποιεί.
Η Amina (το όνομα είναι αλλαγμένο), 25 ετών, λέει ότι αναζήτησε καταφύγιο σε ένα «σπίτι φροντίδας» στην Buraydah, μια πόλη στην κεντρική Σαουδική Αραβία, αφού ξυλοκοπήθηκε από τον πατέρα της. Λέει ότι το κτίριο ήταν «παλιό, ετοιμόρροπο και ανησυχητικό» και το προσωπικό «ψυχρό και μη εξυπηρετικό». Υποτίμησαν την εμπειρία της, λέει η Amina, λέγοντάς της ότι άλλα κορίτσια τα είχαν «πολύ χειρότερα» και ήταν «αλυσοδεμένα στο σπίτι» και της είπαν να «ευχαριστεί τον Θεό που η κατάστασή μου δεν ήταν τόσο άσχημη».
Την επόμενη μέρα, το προσωπικό κάλεσε τον πατέρα της, λέει η Amina, αλλά δεν έκανε πολλά για να την προστατεύσει. «Ζήτησαν και από τους δυο μας να γράψουμε τις «συνθήκες» μας. Εγώ ζήτησα να μην με χτυπήσουν ή να με αναγκάσουν να παντρευτώ και να μου επιτρέψουν να δουλέψω. Ο πατέρας μου απαίτησε να σέβομαι τους πάντες, να μη βγαίνω ποτέ από το σπίτι χωρίς άδεια και να συνοδεύομαι πάντα από έναν άνδρα συνοδό. Υπέγραψα από φόβο - δεν ένιωθα ότι είχα άλλη επιλογή».
Μόλις επέστρεψε στο σπίτι της, η Amina λέει ότι οι ξυλοδαρμοί συνεχίστηκαν και στο τέλος αναγκάστηκε να φύγει στην εξορία. «Θυμάμαι ότι ήμουν εντελώς μόνη και τρομοκρατημένη. Ένιωθα σαν φυλακισμένη στο ίδιο μου το σπίτι, χωρίς κανέναν να με προστατεύει, χωρίς κανέναν να με υπερασπιστεί. Ένιωθα ότι η ζωή μου δεν είχε σημασία, ότι ακόμη και αν μου συνέβαινε κάτι τρομερό, κανείς δεν θα νοιαζόταν», λέει.
Οι ακτιβιστές λένε ότι αν το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας έπαιρνε σοβαρά υπόψη του τα δικαιώματα των γυναικών, θα αναμόρφωνε το σύστημα των «φυλακών» και θα παρείχε κατάλληλα ασφαλή καταφύγια για τα θύματα κακοποίησης.