Αλτσχάιμερ: Επιστήμονες θεράπευσαν την ασθένεια με μία μόνο ένεση
Νέα νανοθεραπεία απομακρύνει τις τοξικές πλάκες του Αλτσχάιμερ μέσα σε ώρες, προσφέροντας ελπίδα για ίαση.
Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι για την επιστήμη ένας άλυτος γρίφος. Αφενός δεν είναι απολύτως κατανοητός ο μηχανισμός της ασθένειας, αφετέρου οι περισσότερες προσπάθειες επικεντρώνονται στη διάλυση των τοξικών πλακών που σχηματίζει η πρωτεΐνη β-αμυλοειδές στον εγκέφαλο. Τώρα, μια διεθνής ερευνητική ομάδα φαίνεται να βρήκε έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο θεραπείας: αντί να επιτίθεται στις πλάκες, ενεργοποιεί ξανά τον φυσικό μηχανισμό «καθαρισμού» του εγκεφάλου, επιτρέποντάς του να αυτοθεραπευτεί.
Ο «Δούρειος Ίππος» των ερευνητών
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature χρησιμοποιήθηκαν νανοσωματίδια, τα οποία λειτούργησαν σαν «Δούρειος Ίππος», για να αποκαταστήσουν τη λειτουργία του αιματοεγκεφαλικού φραγμού. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: μέσα σε μόλις δύο ώρες από την ένεση, σχεδόν οι μισές αμυλοειδείς πλάκες εξαφανίστηκαν από τους εγκεφάλους ποντικιών με προχωρημένη μορφή Αλτσχάιμερ.
Τα οφέλη μάλιστα δεν ήταν παροδικά. Όπως διαβάζουμε στο ZME Science, τα πειραματόζωα ανέκτησαν τη μνήμη και τις γνωστικές τους ικανότητες, φτάνοντας σε επίπεδα παρόμοια με υγιή ποντίκια, και αυτή η βελτίωση κράτησε για τουλάχιστον έξι μήνες μετά από μία μόνο θεραπεία.
Τροποποιώντας τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό
Ο αιματοεγκεφαλικός φραγμός είναι το φίλτρο του εγκεφάλου. Επιτρέπει την είσοδο θρεπτικών ουσιών και μπλοκάρει παθογόνα και τοξίνες. Ωστόσο, έχει και έναν εξίσου σημαντικό ρόλο: απομακρύνει τα απόβλητα. Σε έναν υγιή εγκέφαλο, βοηθά στην απομάκρυνση του β-αμυλοειδούς, μιας πρωτεΐνης που παράγεται φυσιολογικά. Όταν όμως αυτό το σύστημα αποτύχει, η πρωτεΐνη συσσωρεύεται, σχηματίζοντας πλάκες που διαταράσσουν τη λειτουργία των νευρώνων και προκαλούν φλεγμονές.
Για χρόνια πιστευόταν ότι η βλάβη του αιματοεγκεφαλικού φραγμού είναι αποτέλεσμα της νόσου. Όμως νέες μελέτες δείχνουν ότι μπορεί να είναι το ακριβώς αντίθετο: η δυσλειτουργία του φραγμού ίσως είναι η αρχική αιτία που πυροδοτεί την αλυσίδα των καταστροφικών διεργασιών στον εγκέφαλο. Οι ερευνητές λοιπόν αποφάσισαν να στοχεύσουν εκεί — στην αποκατάσταση της βασικής άμυνας του εγκεφάλου.
Για να το πετύχουν, δημιούργησαν ένα «έξυπνο» νανοσωματίδιο, μια μικροσκοπική συνθετική σφαίρα που λειτουργεί σαν φάρμακο πολλαπλών επιπέδων. Η επιφάνειά του καλύφθηκε με ειδικά πεπτίδια, μικρά μόρια που λειτουργούν σαν «κλειδιά» για να ανοίγουν τον υποδοχέα LRP1 — μια πρωτεΐνη που έχει τον ρόλο του «καθαριστή» τοξινών στον εγκέφαλο. Σε ασθενείς με Αλτσχάιμερ, η παραγωγή της LRP1 μειώνεται σημαντικά, και τα λίγα αντίγραφά της συχνά καταστρέφονται από τις ίδιες τις πλάκες που θα έπρεπε να απομακρύνουν.
Βρίσκοντας την ιδανική ισορροπία
Το μυστικό της επιτυχίας δεν ήταν μόνο το είδος του «κλειδιού», αλλά και ο αριθμός τους. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι χρειάζονταν περίπου 40 πεπτίδια ανά σωματίδιο για να επιτευχθεί η ιδανική ισορροπία. Λιγότερα δεν είχαν αποτέλεσμα, ενώ περισσότερα έκαναν το νανοσωματίδιο να κολλάει επικίνδυνα, όπως ακριβώς οι ίδιες οι αμυλοειδείς πλάκες.
Η μέθοδος δοκιμάστηκε σε ηλικιωμένα ποντίκια με γενετική προδιάθεση για Αλτσχάιμερ. Μέσα σε δύο ώρες από τη χορήγηση, η συγκέντρωση της τοξικής πρωτεΐνης στον εγκέφαλο μειώθηκε σχεδόν κατά 45%, ενώ αυξήθηκε σημαντικά στο αίμα — δείχνοντας ότι ο εγκέφαλος είχε αρχίσει να αποβάλλει ενεργά τα επικίνδυνα υπολείμματα.
Ακόμα πιο ελπιδοφόρο ήταν το γεγονός ότι έξι μήνες μετά τη θεραπεία, οι πλάκες δεν είχαν επανεμφανιστεί και η μνήμη των ποντικιών παρέμενε σταθερή. Αυτό σημαίνει ότι ο εγκέφαλος είχε επαναφέρει σε λειτουργία το δικό του σύστημα καθαρισμού και προστασίας, χωρίς ανάγκη για επαναλαμβανόμενες δόσεις.
Αν και η ανακάλυψη αυτή βρίσκεται ακόμα σε προκλινικό στάδιο, τα αποτελέσματα προκαλούν ενθουσιασμό. Μέχρι σήμερα, τα υπάρχοντα φάρμακα δεν μπορούν να αντιστρέψουν, παρά μόνο να καθυστερήσουν την εξέλιξη του Αλτσχάιμερ. Αν η μέθοδος αυτή αποδειχθεί ασφαλής και σε μεγαλύτερα ζωικά μοντέλα, θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για μια εντελώς νέα γενιά θεραπειών που δεν θα στοχεύουν απλώς στα συμπτώματα, αλλά τις ρίζες της νόσου.