Έξαρση διαγνώσεων ΔΕΠΥ στα παιδιά - Τι λέει ψυχολόγος στο Flash
Η κλινική ψυχολόγος Μαρία Καραμούζη μιλά στο Flash για τη διαταραχή που τείνει να γίνει σύγχρονη μάστιγα.
«Δεν του αρέσει το διάβασμα», «Δεν τα παίρνει τα γράμματα», «Δεν στρώνεται να μελετήσει». Φράσεις που οι περισσότεροι από εμάς έχουμε ακούσει στην παιδική μας ηλικία ή που έχουμε πει για τα παιδιά μας, πριν μπει στη ζωή μας η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας, η γνωστή σε όλους ΔΕΠΥ.
Η ΔΕΠΥ τείνει πλέον να εξελιχθεί σε μια σύγχρονη μάστιγα, με όλο και περισσότερα παιδιά να διαγιγνώσκονται με τη συγκεκριμένη διαταραχή. Η Μαρία Καραμούζη, κλινική ψυχολόγος και μέλος της επιστημονικής ομάδας του Ψυχιατρικού Τμήματος Παιδιών και Εφήβων του Γ.Ν. Παίδων «Π. & Α. Κυριακού» εξηγεί στο flash.gr, πού οφείλεται η ραγδαία αύξηση στις διαγνώσεις, ποια είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν μετά τη διάγνωση, αλλά και πώς οι γονείς μπορούν στην πράξη να βοηθήσουν το παιδί τους που πάσχει από ΔΕΠΥ.
Τι είναι η ΔΕΠΥ
«Η ΔΕΠΥ είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που επηρεάζει την προσοχή, τη συγκέντρωση και την παρορμητικότητα ενός παιδιού. Εμφανίζεται από την πρώτη παιδική ηλικία και συνεχίζεται ως και την ενηλικίωση», εξηγεί η Μαρία Καραμούζη.
Και συνεχίζει: «Τα συμπτώματα που παρουσιάζει είναι διαταραχή στη συγκέντρωση και την προσοχή, υπερκινητικότητα, δηλαδή το παιδί μπορεί να έχει μια υπέρ του δέοντος κινητική συμπεριφορά ή να κουνάει τα πόδια του ή τα χέρια του. Καθώς επίσης και παρορμητικότητα, έντονη πολλές φορές, χωρίς αυτό να μπορεί να το ελέγξει».
«Η ΔΕΠΥ επηρεάζει εν γένει την καθημερινότητα ενός παιδιού. Κυρίως αυτό γίνεται εμφανές στη σχολική ζωή του, με βάση την απόδοσή του και τις επιδόσεις του στις μαθησιακές διαδικασίες, καθώς επίσης και στο επίπεδο της συμπεριφοράς του και των σχέσεών του με τους συνομηλίκους ή ακόμη και με τους εκπαιδευτικούς. Υπάρχουν διάφορες απόψεις και διάφορες θεωρίες σε σχέση με τη θεραπευτική αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ που μπορούν άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο να βελτιώσουν τη συμπτωματολογία της».
Πού οφείλεται η ΔΕΠΥ
«Η ΔΕΠΥ οφείλεται αρχικά σε γενετικούς παράγοντες, κατά δεύτερο λόγο σε περιβαλλοντολογικούς και κατά τρίτο λόγο σε νευροβιολογικούς παράγοντες», εξηγεί η Μαρία Καραμούζη.
«Όσον αφορά τους γενετικούς παράγοντες, παρατηρούμε συχνά οικογένειες όπου υπάρχει μια προηγούμενη ισχυρή γενετική συνιστώσα και το παιδί να εμφανίζει ΔΕΠΥ. Δηλαδή ενδεχόμενα αν ο πατέρας ή η μητέρα είχαν παρόμοιες δυσκολίες, την ίδια συμπτωματολογία εμφανίζει και το παιδί.
Όσον αφορά τους νευροβιολογικούς παράγοντες, αυτό σχετίζεται άμεσα με τη λειτουργία και τη δομή του εγκεφάλου, όπου συχνά παρατηρούνται διαφορές κυρίως σε περιοχές που σχετίζονται τόσο με την προσοχή, όσο και με τον έλεγχο της συμπεριφοράς.
Και τέλος όσον αφορά τους περιβαλλοντολογικούς παράγοντες, έχω να σημειώσω ότι κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, το βρέφος επηρεάζεται όταν η μητέρα κάνει χρήση ουσιών ή καπνίζει. Ή αργότερα, μετά τη γέννηση του βρέφους, αν έρθει το παιδί σε επαφή με άλλες τοξίνες, π.χ. αναφέρεται στη βιβλιογραφία με μόλυβδο ή και με άλλες».
«Οι αιτιολογικοί παράγοντες της ΔΕΠΥ είναι σε μια εξελισσόμενη ερευνητική διαδικασία σε παγκόσμιο επίπεδο και συνεχώς υπάρχουν επ' αυτού νέα δεδομένα».
Πώς θα καταλάβει ένας γονιός αν το παιδί του έχει ΔΕΠΥ
«Συγκεντρωτικά θα πω ότι οι γονείς θα καταλάβουν αν το παιδί τους έχει ΔΕΠΥ από τη δυσκολία που ενδεχόμενα θα εμφανίσει στη συγκέντρωσή του. Θα δουν ότι δεν μπορεί να εστιάσει ή δυσκολεύεται να αποστηθίσει ένα κείμενο. Θα βλέπουν ότι το παιδί τους κινείται υπερβολικά ή άσκοπα και δεν μπορεί να καθίσει για πολλή ώρα σε ένα μέρος, σε ησυχία.
Θα εντοπίσουν επίσης συμπεριφορές παρόρμησης υπό την έννοια ότι συχνά θα διακόπτει τους άλλους πριν ολοκληρώσουν και μπορεί να απαντά πριν ολοκληρώσουμε μία ερώτηση. Και γενικά θα βλέπουν ότι είναι ένα παιδί το οποίο εμφανίζει high risk συμπεριφορές. Δηλαδή επικίνδυνες συμπεριφορές. Κάνει πράγματα, τα οποία ενδεχομένως είναι επικίνδυνα για την ηλικία του και το ίδιο δεν το συνειδητοποιεί.
Θα παρατηρήσουν επίσης δυσκολία στη μελέτη, λάθη απροσεξίας, δυσκολία στην οργάνωση των σχολικών υποχρεώσεων, απώλεια αντικειμένων στο σχολείο. Δυσκολία να περιμένουν να έρθει η σειρά τους.
Τότε φυσικά θα πρέπει να συμβουλευτούν έναν ειδικό ψυχικής υγείας για να μπορέσει να διαγνωστεί το πρόβλημα και να αντιμετωπιστεί -εφόσον υπάρχει- εγκαίρως».
Θεραπεύεται η ΔΕΠΥ;
«Η ΔΕΠΥ κυρίως αντιμετωπίζεται και θεραπεύεται σε συνδυασμό συχνά με άλλες μεθόδους, όταν το πρόβλημα είναι σε πολύ έντονο βαθμό. Δηλαδή αν ένα παιδί παρουσιάζει όλη τη συμπτωματολογία της ΔΕΠΥ, συχνά χρειάζεται να αντιμετωπιστεί όσον αφορά τη συμπτωματολογία του και με φαρμακευτική αγωγή, ώστε να διαχειριστούμε καλύτερα τα έντονα συμπτώματα.
Επίσης υπάρχουν εκπαιδευτικές και νευροψυχολογικές μέθοδοι, οι οποίες αντιμετωπίζουν τη βαρύτητα των συμπτωμάτων, καθώς και άλλες ψυχοθεραπευτικές τεχνικές, οι οποίες βελτιώνουν την αυτοεκτίμηση, αμβλύνουν τη συμπτωματολογία και το παιδί μαθαίνει να διαχειρίζεται καλύτερα τις καταστάσεις.
Να σημειώσουμε ότι σημαντικό ρόλο, όσον αφορά την αντιμετώπιση παίζει και η διατροφή. Σαφέστατα μια υγιεινή διατροφή είναι πάρα πολύ σημαντική στην αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ. Καθώς επίσης και η δραστηριότητα μέσω της άσκησης. Έτσι το παιδί μπορεί να διαχειριστεί και την κινητικότητά του καλύτερα και το άγχος του.
Η έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση σε συνδυασμό με την κατάλληλη θεραπεία και υποστήριξη, μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των παιδιών με ΔΕΠΥ».
Πού οφείλεται η αύξηση των διαγνώσεων με ΔΕΠΥ
«Πέρα από τους γενετικούς και περιβαλλοντολογικούς παράγοντες, ένας σημαντικός παράγοντας είναι η αυξημένη χρήση της τεχνολογίας, που συχνά -χωρίς έλεγχο- τα παιδιά καταναλώνουν πάρα πολύ χρόνο μπροστά σε οθόνες.
Ένας άλλος παράγοντας είναι οι κακές διατροφικές συνήθειες. Δηλαδή τα παιδιά και οι γονείς επιλέγουν διατροφή πλούσια σε ζάχαρη και συντηρητικά, που δεν έχουν καμία ωφελιμότητα για τα παιδιά και για την ανάπτυξή τους.
Και ένας ακόμη παράγοντας είναι η βελτιωμένη διάγνωση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και κατ' επέκταση των γονέων και κηδεμόνων, καθώς και των εκπαιδευτικών. Δηλαδή όσο ενημερώνονται τα πλαίσια, τόσο τα σχολικά, όσο και μέσω των social media. Όταν ένα θέμα υπεραναλύεται, με μεγαλύτερη ευκολία γίνεται και προσιτό στο να το αγγίξουν και να ευαισθητοποιηθούν και οι γονείς -οι οποίοι δεν θα κρύψουμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν και τους δισταγμούς τους».
Το παιδί μου διαγνώστηκε με ΔΕΠΥ, και τώρα τι κάνω;
«Θα πρέπει κατ' αρχήν να ενημερωθούν πολύ καλά οι γονείς και το σχολικό πλαίσιο για τα συμπτώματα, τα οποία παρουσιάζονται κάτω από την ομπρέλα της ΔΕΠΥ. Αυτό θα πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με ειδικούς, όπως είναι οι ψυχολόγοι, οι παιδοψυχίατροι και άλλες ειδικότητες, οι οποίες συντελούν στη διαγνωστική και θεραπευτική διαδικασία της ΔΕΠΥ, όπως είναι οι εργοθεραπευτές, ειδικοί παιδαγωγοί και λογοθεραπευτές.
Εάν χρειαστεί, ενδεχομένως, το παιδί θα μπορεί να πάρει και φαρμακευτική αγωγή. Σε αυτό θα πρέπει να συναινέσουν οι γονείς και να είναι ανοιχτοί εφ' όσον τους εξηγηθούν τα δεδομένα και οι λόγοι που το παιδί θα πρέπει να λάβει φαρμακευτική αγωγή. Θα πρέπει να ακολουθηθούν θεραπευτικά προγράμματα και συνεχής εκπαίδευση και συμβουλευτική των γονέων.
Υπό αυτή την έννοια, υποστηρίζουμε το παιδί μας με τη συνεργασία των ειδικών και χαράσσουμε ένα πρόγραμμα, το οποίο θα είναι ενδεδειγμένο για τον τρόπο μάθησής τους και σε συνεργασία -σε αυτή τη φάση- με τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα έχουν αναλάβει τη μελέτη του.
Επίσης είναι πάρα πολύ σημαντικό να υποστηρίζεται ένα παιδί συναισθηματικά, τόσο από την πλευρά των γονέων, όσο και από την πλευρά του σχολείου. Και είναι πολύ σημαντική, η αλλαγή στην ποιότητα της ζωής ενός παιδιού. Δηλαδή να είμαστε πολύ συνεπείς με τη διατροφή του, με την άσκησή του, με τον περιορισμό και τα απόλυτα όρια σε οποιαδήποτε οθόνη και γενικότερα σε ό,τι αφορά την τεχνολογία. Να του εξηγούμε καθημερινά για ποιο λόγο δεν θα πρέπει να καταναλώνει τόσο πολύ χρόνο».
Πώς μπορώ να βοηθήσω πρακτικά το παιδί μου που έχει ΔΕΠΥ;
«Είναι το επίμαχο ερώτημα, που δεχόμαστε σχεδόν από το 100% των γονέων. Πραγματικά είναι πάρα πολύ σημαντική η συμβολή και η βοήθεια ενός γονέα, αρκεί αυτή να γίνεται με ηρεμία και με υπομονή. Ένας γονέας μπορεί να διαχειριστεί και να βοηθήσει το παιδί του, με πάρα πολλούς τρόπους.
Ένας τρόπος σημαντικός είναι να διαμορφώσουν από κοινού ένα πρόγραμμα, μία κοινή ρουτίνα, γιατί ο προγραμματισμός θα το βοηθήσει να οργανωθεί. Να τηρείται όσο το δυνατόν περισσότερο και να προσεγγίζουμε κάθε μέρα το απόλυτο.
Ένας δεύτερος τρόπος είναι να επιβραβεύουμε και να ενισχύουμε το παιδί μας με στόχο και σκοπό να το ενθαρρύνουμε συνεχώς προκειμένου να βελτιώνει την αυτοεκτίμησή του. Είναι πάρα πολύ σημαντικό. Συχνά οι γονείς το παραβλέπουν, αλλά είναι ένα από τα πιο σημαντικά σημεία που ένας γονέας μπορεί να δώσει πάρα πολλή σημασία και να έχει την απόλυτη επιτυχία.
Επίσης μπορούμε να υποστηρίζουμε το παιδί μας σε συναισθηματικό επίπεδο. Γιατί ένα παιδί με ΔΕΠΥ, συχνά έχει προβλήματα στην επικοινωνία, καυγαδίζει, έρχεται σε διένεξη με τους φίλους του, γενικά αντιμετωπίζει μία δυσκολία όσον αφορά την κοινωνική συνδιαλλαγή του. Εκεί λοιπόν θα πρέπει να είμαστε υποστηρικτικοί, συχνά να το κατευθύνουμε προκειμένου να κάνει σωστές επιλογές.
Ένα επόμενο βήμα που μπορούμε να κάνουμε, είναι να το ενθαρρύνουμε να συμμετέχει σε δραστηριότητες από τις οποίες το ίδιο αντλεί ευχαρίστηση και εκτονώνεται. Να εκτονώνει ουσιαστικά τη συσσωρευμένη ενέργεια την οποία έχει και την κινητικότητά του. Αυτό είναι πάρα πολύ καλό, διότι ηρεμεί το σώμα του, χαλαρώνει και έτσι μπορεί να είναι ακόμη περισσότερο συγκεντρωμένο μετέπειτα.
Όσον αφορά τις μικρότερες ηλικίες, τα παιδιά του Δημοτικού, μία επιπλέον συμβολή που θα μπορούσε να έχει ο γονέας, είναι στο επίπεδο της μελέτης του παιδιού. Να το βοηθά να λειτουργεί επιμεριστικά σε σχέση με τις εργασίες του. Να κάνει μικρά - μικρά βηματάκια για να του είναι όσο το δυνατόν πιο εύκολη η εκμάθηση αυτού που έχει να μελετήσει.
Επίσης συχνά σε αυτές τις ηλικίες, αλλά και σε μεγαλύτερα παιδιά, συστήνουμε να χρησιμοποιούν πινακάκια, να κάνουν σχεδιαγράμματα σε κάθε κεφάλαιο, γιατί έτσι αποτυπώνουν την κεντρική ιδέα αυτού του οποίου μελετούν και τους είναι πολύ εύκολο και να το μάθουν, αλλά και να το ανακαλέσουν στο τέλος της σχολικής χρονιάς ή σε κάποιο διαγώνισμα ή τεστ που έχουν να δώσουν.
Στα πρακτικής φύσεως θέματα που μπορούν να συνεισφέρουν οι γονείς, πολύ σημαντική είναι η επικοινωνία που οφείλουν να τηρούν με το σχολικό πλαίσιο, ούτως ώστε ό,τι χτίζουμε στο σπίτι, σύγχρονα να το επικοινωνούμε με το σχολείο ώστε και οι εκπαιδευτικοί να έχουν μία παρόμοια αντιμετώπιση, προκειμένου να τονώνουμε την αυτοεκτίμηση του παιδιού και να μην το απογοητεύουμε.
Με την καθοδήγηση και την υποστήριξη όλων μας, ειδικών, εκπαιδευτικών και γονέων, το παιδί μπορεί να μάθει να διαχειρίζεται τα συμπτώματά του και να έχει ένα λαμπρό μέλλον».