Πώς οι πλουσιότεροι Αμερικανοί πληρώνουν λιγότερο φόρο από τους υπαλλήλους τους
Αποκαλυπτικά είναι τα ευρήματα έρευνας του πανεπιστημίου Berkeley. Ο Τραμπ έβαλε το χεράκι του με νόμο του 2017.
Ο Τζεφ Μπέζος, ο Έλον Μασκ και ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ λογίζονται μεταξύ των πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου με βάση την αξία της περιουσίας τους. Ωστόσο, αυτοί οι τρεις κροίσοι της τεχνολογίας και του ηλεκτρονικού εμπορίου, μαζί με 397 ακόμα άτομα που ανήκουν στην μικρή ομάδα των 400 πλουσιότερων Αμερικανών πληρώνουν λιγότερο αναλογικά φόρο από ό,τι οι υπάλληλοί τους ή γενικά οι φτωχότεροι Αμερικανοί.
Τα αποκαλυπτικά ευρήματα έρχονται στη δημοσιότητα από μελέτη, που πραγματοποιήθηκε από οικονομολόγους του Πανεπιστημίου του Berkeley. Σύμφωνα με δημοσίευμα του CBS που ανέδειξε τα απίστευτα ευρήματα της έρευνας του έγκριτου πανεπιστημίου, αυτή η ανισότητα στην φορολογική μεταχείριση που ευνοεί τους πλουσιότερους έγκειται στο γεγονός ότι οι φόροι επί των κεφαλαιακών κερδών είναι πολύ χαμηλότεροι από τους φόρους επί των μισθών.
Ο κανόνας του Μπάφετ και η φορολογία της γραμματέως του
Το παράδοξο αυτό προκύπτει από τα αποτελέσματα ενός παλαιότερου νόμου του Τραμπ από την πρώτη του προεδρική θητεία. Ο νόμος του Ντόναλντ Τραμπ του 2017 συνέβαλε στη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τους πλουσιότερους. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι απαιτείται ένας φόρος πλούτου για να αντιμετωπιστεί η ανισότητα.
Μάλιστα, πριν από πολλά χρόνια ο Γουόρεν Μπάφετ, ο διευθύνων σύμβουλος της Berkshire Hathaway, μιας εμβληματικής επενδυτικής εταιρείας είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την φορολογική ανισότητα στις ΗΠΑ. «Ο φορολογικός μου συντελεστής είναι χαμηλότερος από αυτόν της γραμματέως μου» είναι ίσως η διασημότερη δήλωση του Μπάφετ που αποτυπώνει με τον πλέον δραματικό τρόπο την άνιση και άδικη μεταχείριση μεταξύ των δραματικά πλούσιων αμερικανών και των απλών φορολογούμενω.
Ο Μασκ πληρώνει λιγότερο φόρο από μισθωτό
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας του Berkeley τα άτομα που αποτελούν τη λίστα Forbes 400, με επικεφαλής τον διευθύνοντα σύμβουλο της Tesla, Έλον Μασκ, με περιουσία 244 δισεκατομμυρίων δολαρίων, πλήρωσαν έναν μέσο πραγματικό φορολογικό συντελεστή 24% από το 2018 έως το 2020, σε σύγκριση με τον συντελεστή 30% για όλους τους άλλους φορολογούμενους των ΗΠΑ, ανέφεραν οι ερευνητές σε μια νέα εργασία που δημοσιεύθηκε στο National Bureau of Economic Research.
Η έρευνα έρχεται την ώρα που ο «μεγάλος, όμορφος νόμος» του προέδρου Τραμπ, που υπεγράφη στις 4 Ιουλίου, αποδίδει τα μεγαλύτερα οφέλη του στους Αμερικανούς με τα υψηλότερα εισοδήματα μέσω ενός συνδυασμού νέων και εκτεταμένων φορολογικών ελαφρύνσεων. Αυτές περιλαμβάνουν την αύξηση της απαλλαγής από τον φόρο ακίνητης περιουσίας στα 15 εκατομμύρια δολάρια ανά άτομο, από περίπου 14 εκατομμύρια δολάρια.
Όπως γράφει στο αναλυτικό δημοσίευμά του το CBS, τα ευρήματα —από τους οικονομολόγους του Berkeley και γνωστούς εμπειρογνώμονες της ανισότητας, Εμμανουέλ Σαέζ και Γκάμπριελ Ζούκμαν— υπολογίζουν τον φορολογικό συντελεστή προσμετρώντας όλους τους φόρους εισοδήματος, καθώς και τους εταιρικούς φόρους που καταβάλλονται από τις εταιρείες που ανήκουν στους πλουσιότερους Αμερικανούς. Με άλλα λόγια, αποδίδουν ένα μερίδιο των εταιρικών φόρων της Amazon σε αυτό του ιδρυτή της Amazon, Τζεφ Μπέζος, κατά τον υπολογισμό της συνολικής του φορολογικής επιβάρυνσης.
«Το οικονομικό εισόδημα των πλουσιότερων είναι ουσιαστικά τα κέρδη των επιχειρήσεων που κατέχουν», δήλωσε ο Σαέζ στο CBS MoneyWatch μέσω email. «Ο Τζεφ Μπέζος κατέχει περίπου το 10% της Amazon, και ως εκ τούτου το πραγματικό του οικονομικό εισόδημα είναι το 10% των κερδών της Amazon».
Οι εταιρικοί φόροι είναι φόροι στα κέρδη που παράγονται για τον Μπέζος, παρόμοιοι με το πώς ένας εργοδότης παρακρατά ομοσπονδιακές εισφορές εισοδήματος και κοινωνικής ασφάλισης από τον μισθό ενός εργαζομένου, πρόσθεσε.
Φορολογία εισοδήματος έναντι φορολογίας κεφαλαιακών κερδών
Οι φόροι εισοδήματος στις ΗΠΑ έχουν σχεδιαστεί για να είναι προοδευτικοί, πράγμα που σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι με υψηλότερο εισόδημα πληρώνουν μεγαλύτερο μερίδιο του εισοδήματός τους στην Υπηρεσία Εσωτερικών Εσόδων (IRS). Όμως, επειδή τα κεφαλαιακά κέρδη —τα κέρδη που προκύπτουν από την πώληση μετοχών, ομολόγων, ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων— και το επιχειρηματικό εισόδημα φορολογούνται με χαμηλότερο συντελεστή από τον ανώτατο συντελεστή για το εισόδημα που κερδίζουν οι άνθρωποι μέσω της εργασίας τους, οι πλουσιότεροι Αμερικανοί αποκομίζουν μια τεράστια φορολογική ελάφρυνση.
Για παράδειγμα, ο υψηλότερος φορολογικός συντελεστής στο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες ανέρχεται στο 37%, ο οποίος επιβάλλεται σε κάθε δολάριο που κερδίζεται πάνω από 609.351 δολάρια για μεμονωμένους φορολογούμενους. Ωστόσο, το ίδιο άτομο θα πληρώσει μόνο φορολογικό συντελεστή 20% για μακροπρόθεσμα κεφαλαιακά κέρδη, όπως κέρδη από την πώληση μετοχών, και 21% εταιρικό φορολογικό συντελεστή για εισόδημα που κερδίζεται μέσω εταιρικής σχέσης ή άλλης επιχείρησης.
Και αν οι πλούσιοι δεν πουλήσουν τις μετοχές τους, δεν χρειάζεται να πληρώσουν καθόλου φόρους για αυτόν τον πλούτο, επειδή δεν έχουν πραγματοποιήσει κεφαλαιακό κέρδος, σημείωσε ο Σαέζ.
Η πρόταση για φόρο πλούτου
Ο Σαέζ και ο Ζούκμαν είναι κορυφαίοι υποστηρικτές της επιβολής φόρου πλούτου στις ΗΠΑ για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της διευρυνόμενης ανισότητας. «Ο φόρος πλούτου είναι ο πιο άμεσος και ισχυρός τρόπος για να στοχεύσουμε ειδικά τους υπερ-πλούσιους και να αυξήσουμε την φορολογική προοδευτικότητα στην κορυφή», δήλωσε ο Σαέζ. «Ο φόρος πλούτου στους υπερ-πλούσιους είναι επίσης δημοφιλής, αλλά προφανώς θα πολεμηθεί από τους δισεκατομμυριούχους, και αυτοί έχουν δυσανάλογη επιρροή».