Γιατί οδηγούνται πλέον στη φυλακή οι εμπρηστές – Τα νέα «όπλα» των αρχών και οι νέες αυστηρές ποινές
Ισόβια, βαριές καθείρξεις, δήμευση περιουσίας: Ο νέος Ποινικός Κώδικας «καίει» τους εμπρηστές.
Στη φυλακή κατέληξαν οι δύο κατηγορούμενοι για τον εμπρησμό στα Συχαινά, μετά τις απολογίες τους στον ανακριτή. Ο 27χρονος και ο 19χρονος κρίθηκαν προφυλακιστέοι για εμπρησμό σε δασική και μη δασική έκταση, κατά συρροή και σε συναυτουργία.
Οι αστυνομικοί αξιοποίησαν στοιχεία από κεραίες κινητής τηλεφωνίας, φωτογραφίες, βίντεο και μαρτυρίες κατοίκων για να τους ταυτοποιήσουν, στήνοντας δικογραφία με «δεμένα» αποδεικτικά. Με το νέο modus operandi των διωκτικών αρχών, οι ύποπτοι οδηγούνται ταχύτατα στη Δικαιοσύνη.
Την ίδια ώρα, απολογείται και ο 25χρονος που συνελήφθη για τη φωτιά στο Γηροκομείο Πατρών, με τις αρχές να διαθέτουν φωτογραφικό υλικό που τον «καίει», αν και οι συνήγοροι υπεράσπισης του,επιμένουν ότι ο πελάτης τους βρέθηκε στο σημείο αποκλειστικά με την ιδιότητα του εθελοντή.
Παράλληλα, εξετάζονται ως ύποπτες εμπρησμού οι πυρκαγιές σε Ζάκυνθο, Βόνιτσα και Φλάμπουρα Πρέβεζας.
Οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα που στέλνουν τους εμπρηστές πίσω από τα κάγκελα
Με τον νέο Ποινικό Κώδικα (Ν. 5090/2024), οι ποινές για εμπρησμό έγιναν εξαιρετικά αυστηρές:
- Εμπρησμός από αμέλεια με θύματα ή μεγάλη οικολογική καταστροφή: κακούργημα, κάθειρξη 10–20 χρόνια, πρόστιμο έως 200.000 ευρώ και δήμευση περιουσίας.
- Εμπρησμός από πρόθεση: βαρύ κακούργημα, με ποινές που δεν αναστέλλονται ούτε μετατρέπονται.
- Αν υπάρξουν θάνατοι, η ποινή είναι μόνο ισόβια, με δυνατότητα αποφυλάκισης μετά τα 18 χρόνια.
Σε αντίθεση, με τον Ποινικό Κώδικα του 2019, οι ίδιες πράξεις αντιμετωπίζονταν ως πλημμελήματα, με μικρές ποινές και συχνά με αναστολή – όπως στην περίπτωση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι.
Πλέον, καμία ποινή άνω του ενός έτους δεν είναι «εικονική»: εκτίεται κανονικά. Ως εκ τούτου, όλες ποινές που αφορούν εμπρησμό δάσους, με τις αλλαγές που θέσπισε η σημερινή κυβέρνηση, εκτίονται στη φυλακή, δεν αναστέλλονται ούτε μετατρέπονται με κανένα τρόπο, η δε έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ισχύ (άρθρο 42 Ν. 5090/2024).