Στένωση αορτής: Νέα τεχνική απεικόνισης δείχνει πότε χρειάζεται εγχείρηση και σώζει ζωές
Επιστήμονες ανέπτυξαν τεχνική MRI που βλέπει με ακρίβεια τη ροή αίματος, δίνοντας νέα όπλα στους καρδιολόγους.

Η στένωση αορτικής βαλβίδας είναι μια καρδιοπάθεια που απασχολεί ολοένα και περισσότερους ανθρώπους στις ανεπτυγμένες χώρες, με σημαντικές συνέπειες για τη δημόσια υγεία. Πρόσφατα, επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο της East Anglia παρουσίασαν μια νέα τεχνική μαγνητικής τομογραφίας που μπορεί να βελτιώσει θεαματικά τη διάγνωση. Η μέθοδος αυτή, γνωστή ως τετραδιάστατη ροή MRI, δίνει τη δυνατότητα στους γιατρούς να βλέπουν την κίνηση του αίματος μέσα στην καρδιά με εντυπωσιακή ακρίβεια, ανοίγοντας τον δρόμο για έγκαιρη και πιο στοχευμένη θεραπεία.
Τι είναι η στένωση αορτικής βαλβίδας
Στη μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό Open Heart εξηγείται ότι η στένωση της αορτικής βαλβίδας συμβαίνει όταν το άνοιγμα της κύριας βαλβίδας της καρδιάς μικραίνει και σκληραίνει, δυσκολεύοντας τη ροή του αίματος προς το σώμα. Η πίεση που δημιουργείται καταπονεί τον καρδιακό μυ και αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών. Αν και τα πρώτα σημάδια, όπως η κόπωση, η δύσπνοια ή η ζάλη, συχνά παρερμηνεύονται ως απλά συμπτώματα γήρανσης, στην πραγματικότητα αποτελούν προειδοποίηση για ένα πρόβλημα που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια ή ακόμη και αιφνίδιο θάνατο.
Μέχρι σήμερα, το βασικό εργαλείο διάγνωσης είναι το υπερηχογράφημα καρδιάς, το οποίο προσφέρει εικόνες χωρίς ακτινοβολία και χρησιμοποιείται ευρέως. Ωστόσο, δεν είναι πάντα αξιόπιστο, αφού αρκετές φορές υποτιμά τη σοβαρότητα της στένωσης. Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς μπορεί να καθυστερήσουν να υποβληθούν στη σωτήρια χειρουργική αντικατάσταση της βαλβίδας, χάνοντας πολύτιμο χρόνο.
Πώς λειτουργεί η νέα μέθοδος
Η νέα προσέγγιση με τετραδιάστατη MRI αλλάζει τα δεδομένα. Όπως αναφέρεται στο The Brighter Side News, σε αντίθεση με τις στατικές εικόνες της κλασικής τομογραφίας, αυτή η μέθοδος καταγράφει την κίνηση του αίματος προς τρεις κατευθύνσεις και προσθέτει τον παράγοντα του χρόνου ως «τέταρτη διάσταση». Έτσι, οι γιατροί μπορούν να παρακολουθήσουν πώς ακριβώς περνά το αίμα από τη στενωμένη βαλβίδα, αξιολογώντας με μεγαλύτερη ακρίβεια το πρόβλημα.
Τι έδειξαν οι κλινικές μελέτες
Σε κλινική μελέτη που έγινε σε άτομα με διαγνωσμένη στένωση, η σύγκριση υπερηχογραφήματος και τετραδιάστατης MRI έδειξε ξεκάθαρα ότι η δεύτερη μέθοδος απεικονίζει καλύτερα με την πραγματική εξέλιξη της νόσου. Οι γιατροί που είχαν στη διάθεσή τους αυτά τα δεδομένα μπορούσαν να προβλέψουν με περισσότερη σιγουριά ποιοι ασθενείς χρειάζονταν άμεση επέμβαση και ποιοι μπορούσαν να περιμένουν χωρίς περιττό χειρουργείο.
Αυτό το πλεονέκτημα είναι καθοριστικό. Η σωστή χρονική στιγμή για χειρουργική παρέμβαση αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους προβληματισμούς στην αντιμετώπιση της στένωσης. Αν γίνει πολύ νωρίς, ο ασθενής μπαίνει στη διαδικασία μιας πολύ δύσκολης επέμβασης χωρίς απόλυτη ανάγκη. Αν αντίθετα γίνει αργά, ο καρδιακός μυς μπορεί να έχει ήδη υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη. Με μια πιο αξιόπιστη απεικόνιση, οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση αντικειμενικά στοιχεία και όχι αμφίβολες εκτιμήσεις.
Παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, η τετραδιάστατη MRI δεν είναι ακόμη διαθέσιμη σε όλα τα νοσοκομεία. Απαιτεί εξειδικευμένα μηχανήματα και ειδικά καταρτισμένο προσωπικό, ενώ χρειάζεται περισσότερο χρόνο σε σχέση με το υπερηχογράφημα. Ωστόσο, όσο η τεχνολογία εξελίσσεται και τα συστήματα γίνονται πιο γρήγορα και προσβάσιμα, η εφαρμογή της αναμένεται να διευρυνθεί.