Θερμοκρασία και ύπνος: Τι δείχνει έρευνα του Harvard για την ποιότητα του ύπνου στους ηλικιωμένους
Νέα μελέτη δείχνει ότι οι ηλικιωμένοι κοιμούνται καλύτερα σε πιο ζεστό περιβάλλον, ανατρέποντας τη διαδεδομένη συμβουλή για κρύα δωμάτια.

Η ποιότητα του ύπνου απασχολεί όλο και περισσότερους ανθρώπους, καθώς η έλλειψη ξεκούρασης προκαλεί, αν μη τι άλλο σοβαρά προβλήματα υγείας. Το ένα τρίτο των ενηλίκων σύμφωνα με το Centers for Disease Control and Prevention των ΗΠΑ δεν κοιμούνται τις προτεινόμενες επτά ώρες καθημερινά, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο παχυσαρκίας, καρδιοπάθειας, υπέρτασης και κατάθλιψης. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο, αφού οι αλλαγές στον κιρκάδιο ρυθμό, οι χρόνιοι πόνοι και τα φάρμακα διαταράσσουν τον ύπνο τους, με αποτέλεσμα να ξυπνούν συχνά και να ξεκουράζονται λιγότερο.
Μια νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στο Science of the Total Environment έρχεται να φωτίσει ακριβώς το πώς η θερμοκρασία του υπνοδωματίου μπορεί να καθορίσει την ποιότητα του ύπνου στους ηλικιωμένους. Η ερευνητική ομάδα, του Harvard Medical School, παρακολούθησε περίπου 11.000 νύχτες 50 ατόμων άνω των 65 ετών, καταγράφοντας λεπτομερώς την ποιότητα του ύπνου τους και τις συνθήκες στο δωμάτιο.
Ζεστό δωμάτιο, καλύτερος ύπνος
Τα αποτελέσματα, όπως αναφέρεται στο The Brighter Side News ανέτρεψαν τη διαδεδομένη πεποίθηση ότι «το κρύο δωμάτιο βοηθάει τον ύπνο». Αντίθετα, οι συμμετέχοντες έδειξαν να κοιμούνται καλύτερα σε θερμοκρασίες μεταξύ 20 και 25 βαθμών Κελσίου. Όταν η θερμοκρασία έπεφτε πιο χαμηλά, η ποιότητα του ύπνου μειωνόταν, με αποτέλεσμα λιγότερη ξεκούραση και περισσότερα ξυπνήματα μέσα στη νύχτα. Ακόμη και μια μικρή απόκλιση, μόλις 3 βαθμών, μπορούσε να μειώσει την ποιότητα του ύπνου κατά 10%, κάτι που για άτομα που ήδη κοιμούνται δύσκολα, κάνει μεγάλη διαφορά.
Η εξήγηση φαίνεται να κρύβεται στη μειωμένη ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει τη θερμοκρασία του σώματος. Ένα περιβάλλον που για τους νέους θεωρείται «δροσερό και άνετο», μπορεί για τους μεγαλύτερους να είναι ενοχλητικά κρύο, αναγκάζοντας το σώμα τους να καταναλώνει περισσότερη ενέργεια για να παραμείνει ζεστό. Έτσι, αντί για ανάπαυση, δημιουργείται σωματική ένταση που αποδιοργανώνει τον ύπνο.
Διαφορετικές ανάγκες, διαφορετικές λύσεις
Ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ ατόμων παραμένουν. Δεν έχουν όλοι οι ηλικιωμένοι την ίδια ιδανική θερμοκρασία. Κάποιοι αισθάνονται πιο άνετα σε πιο δροσερό περιβάλλον, ενώ άλλοι χρειάζονται περισσότερη ζεστασιά. Αυτές οι διαφοροποιήσεις μπορεί να επηρεάσουν και τα ζευγάρια που μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι. Γι’ αυτό και αυξάνονται τα φαινόμενα «sleep divorce», δηλαδή της επιλογής να κοιμάται το κάθε μέλος χωριστά, ώστε να προσαρμόζει τις συνθήκες στον δικό του ιδανικό ύπνο χωρίς να επηρεάζεται από τον σύντροφο.
Η μελέτη επισημαίνει επίσης ότι η θερμοκρασία είναι μόνο ένα κομμάτι του παζλ. Η αποφυγή καφεΐνης και αλκοόλ, τα ελαφριά βραδινά γεύματα και οι ήρεμες βραδινές συνήθειες, όπως διάβασμα ή χαλαρή μουσική, βοηθούν τον οργανισμό να μπει πιο ομαλά στη διαδικασία της ξεκούρασης. Ο συνδυασμός περιβαλλοντικών παραγόντων και σωστών συνηθειών μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα του ύπνου χωρίς φαρμακευτικές λύσεις.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η μελέτη αυτή αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καθώς οι ευάλωτες ομάδες κινδυνεύουν να βιώσουν επιδείνωση των προβλημάτων ύπνου τους σε συνθήκες πιο ζεστών καλοκαιριών. Η πρακτική αξία είναι ξεκάθαρη: μικρές αλλαγές στο περιβάλλον μπορούν να βελτιώσουν την καθημερινότητα των ηλικιωμένων και να μειώσουν τις νυχτερινές αφυπνίσεις.