Κληρονόμοι στέλνουν στα δικαστήρια το Ίδρυμα Γουλανδρή και το Met Νέας Υόρκης για πίνακα Βαν Γκογκ
Το Met είχε αποκτήσει το έργο του Βίνσεντ βαν Γκογκ «Μαζεύοντας ελιές» για 125.000 δολάρια (περίπου 108.000 ευρώ) το 1956 και το πούλησε στον Έλληνα εφοπλιστή το 1972.
Μήνυση κατά του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης (Met) και του ελληνικού Ιδρύματος Γουλανδρή έχουν καταθέσει οι κληρονόμοι ενός εβραϊκού ζευγαριού που διέφυγε από τη Γερμανία τη δεκαετία του 1930, διεκδικώντας την επιστροφή ενός πίνακα του Βαν Γκογκ, ο οποίος, όπως υποστηρίζουν, λεηλατήθηκε από τους Ναζί.
Το Met είχε αποκτήσει το έργο του Βίνσεντ βαν Γκογκ «Μαζεύοντας ελιές» για 125.000 δολάρια (περίπου 108.000 ευρώ) το 1956 και το πούλησε στον Έλληνα εφοπλιστή το 1972.
Η αγωγή, την οποία αποκάλυψαν πρώτοι οι New York Times, υποστηρίζει ότι το αμερικανικό μουσείο «γνώριζε ή θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ο πίνακας είχε πιθανότατα λεηλατηθεί από τους Ναζί». Οι κληρονόμοι ζητούν την επιστροφή του έργου και αποζημίωση.
Οι ενάγοντες είναι απόγονοι της Hedwig και του Frederick Stern, ενός εβραϊκού ζευγαριού από το Μόναχο που αγόρασε τον «Olive Picking» το 1935.
Ένα χρόνο αργότερα, οι Στερν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Γερμανία για τις Ηνωμένες Πολιτείες με τα έξι παιδιά τους, καθώς οι ναζιστικές διώξεις κατά των Εβραίων εντείνονταν.
Τι υποστηρίζουν στην αγωγή
Η αγωγή υποστηρίζει ότι δεν τους επιτράπηκε να πάρουν μαζί τους το έργο· αντίθετα, οι αρχές το χαρακτήρισαν "γερμανική πολιτιστική ιδιοκτησία".
Το 1938, ο πίνακας πωλήθηκε δήθεν για λογαριασμό των Sterns, όμως, σύμφωνα με την αγωγή, τα έσοδα κατασχέθηκαν από τους Ναζί. Το έργο εντοπίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου αγοράστηκε από τον Βίνσεντ Άστορ —επιφανή επιχειρηματία και φιλάνθρωπο— πριν καταλήξει στο Met.
Το μουσείο τον πούλησε στη συνέχεια στον Έλληνα συλλέκτη Βασίλη Γουλανδρή και τη σύζυγό του Ελίζα. Ο πίνακας εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο Γουλανδρή στην Αθήνα και, σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, αποτιμάται σε περισσότερα από 75.000 δολάρια (περίπου 64.800 ευρώ).
Στον ιστότοπο του Ιδρύματος Γουλανδρή, η ενότητα που αφορά την προέλευση του έργου παραλείπει την περίοδο μεταξύ 1924 και 1948, χωρίς να γίνεται αναφορά στους Sterns.
Η αγωγή αναφέρει ότι τη συναλλαγή του 1972 επέβλεψε ο Theodore Rousseau Jr., επιμελητής ευρωπαϊκής ζωγραφικής του Met.
«Κρίσιμα, ο Rousseau ήταν επίσης ένας από τους σημαντικότερους εμπειρογνώμονες στον κόσμο για τη λεηλασία της ναζιστικής τέχνης», αναφέρει η αγωγή. «Ο Rousseau δεν έλαβε κανένα μέτρο για να βεβαιωθεί ο ίδιος ή η Met για οτιδήποτε σχετικά με τις μεταφορές του πίνακα από ή εντός της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του πολέμου».
Οι ενάγοντες είχαν υποβάλει παρόμοια αγωγή το 2022 στην Καλιφόρνια, η οποία απορρίφθηκε το 2024 λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.
«Κατά τις δεκαετίες μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αυτός ο λεηλατημένος από τους Ναζί πίνακας έχει επανειλημμένα και μυστικά διακινηθεί, αγοραστεί και πωληθεί στη Νέα Υόρκη και μέσω αυτής», ανέφεραν οι δικηγόροι των κληρονόμων στην κατάθεση.
Το Met, από την πλευρά του, επιμένει ότι δεν είχε γνώση της σχέσης του έργου με την οικογένεια Stern.
«Ως απάντηση στη συστηματική, εκτεταμένη λεηλασία από το ναζιστικό καθεστώς, η προέλευση των έργων που άλλαξαν χέρια στην κατεχόμενη από τη Γερμανία Ευρώπη κατά τη διάρκεια της ναζιστικής εποχής αποτελεί εδώ και καιρό έναν τομέα ιδιαίτερης εστίασης για το Met», αναφέρει το μουσείο στην ιστοσελίδα του.
Ίδρυμα Γουλανδρή: «Έχουμε εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη»
Το Ίδρυμα Βασίλης και Ελίζα Γουλανδρή σχολίασε στην ελληνική υπηρεσία του euronews αυτή τη νέα μήνυση από τους ίδιους ενάγοντες που είχαν χάσει τη δίκη του 2024. «Παρακολουθούμε την υπόθεση και έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη» είπε μεταξύ άλλων το ίδρυμα που στο παρελθόν είχε απορρίψει τους ισχυρισμούς ότι απέκρυψε μέρος της ιστορίας του πίνακα, λέγοντας τότε ότι η αγωγή επιχειρούσε την σπίλωση του ιδρύματος.