Το παράλογο με τις διαγραφές φοιτητών: «Χτυπά» όντως τους «αιώνιους» ή παίρνει κι άλλους η μπάλα;
Επίσημα στοιχεία φαίνεται να αποδομούν στην πράξη το μέτρο «φόβητρο» των εισαχθέντων στα Πανεπιστήμια αν δεν σπουδάσουν εντός... ορίων.
Διαχρονικά, όλες οι κυβερνήσεις που πέρασαν από τα έδρανα της Βουλής επιχείρησαν να αφήσουν το αποτύπωμά τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, με νέα διατάγματα, νόμους και καινοτομίες. Ωστόσο, δεν κατάφεραν όλες οι πολιτικές ηγεσίες να δημιουργήσουν ρεαλιστική βάση στις προσδοκίες τους, είτε λόγω φόβου του πιθανού αντίκτυπου σε ψήφους, είτε επειδή η θεωρία συχνά διαφέρει από την πράξη.
Μετά από αρκετά χρόνια κατά τα οποία το ζήτημα εμφανιζόταν μόνο ως προαναγγελία, η σημερινή κυβέρνηση προχώρησε σε μια αμφιλεγόμενη αναδιάρθρωση, που στο παρελθόν είχαν σκεφτεί κι άλλοι, αλλά τελικά δεν εφάρμοσαν: τις διαγραφές των «αιώνιων» φοιτητών.
Η ψήφιση και η αιτιολόγηση
Το μέτρο ψηφίστηκε το 2021, με τότε υπουργό Παιδείας τη Νίκη Κεραμέως . Προβλέπει ότι οι φοιτητές που υπερβαίνουν τα «ν+2» έτη σπουδών θα διαγράφονται από τις σχολές τους. Η ρύθμιση αφορά τόσο όσους εισήχθησαν εκείνη τη χρονιά όσο και όσους ήδη φοιτούσαν.
Για να γίνει κατανοητό: το γράμμα «ν» συμβολίζει τα χρόνια φοίτησης που προβλέπει το πρόγραμμα σπουδών, ενώ το «+2» είναι το επιπλέον περιθώριο που δίνεται. Έτσι, για ένα 4ετές πρόγραμμα ο φοιτητής έχει συνολικά 6 χρόνια και για ένα 5ετές, 7.
Η Νίκη Κεραμέως είχε αιτιολογήσει τότε το μέτρο στη Βουλή λέγοντας: «Φοιτητές εισάγονται μαζικά σε σχολές που δεν μπορούν να αποφοιτήσουν. Κάθε εκπαιδευτική διαδικασία πρέπει να κινείται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, να έχει αρχή, μέση και τέλος...». Ωστόσο, το πλαίσιο αυτό φαίνεται να επηρεάζει περισσότερο όσους προσπαθούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, παρά αυτούς που τις έχουν εγκαταλείψει.
Τα επίσημα στοιχεία διαψεύδουν το αφήγημα
Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έρευνα της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), αν οι διαγραφές εφαρμοστούν οριζόντια χωρίς εξαιρέσεις ή ελαφρυντικά για όσους αποδεδειγμένα προσπαθούν, τότε περίπου οι μισοί φοιτητές που βρίσκονται κοντά στο πτυχίο θα βρεθούν εκτός Πανεπιστημίων.
Κομβικό στοιχείο της έρευνας είναι ο μέσος χρόνος αποφοίτησης. Ο συνολικός δείκτης για τα ΑΕΙ είναι 1,45. Δηλαδή, ένας φοιτητής ολοκληρώνει κατά μέσο όρο το πτυχίο του σε 5,8 χρόνια για 4ετή προγράμματα και σε 7,25 χρόνια για 5ετή.
Ορισμένα ιδρύματα ξεπερνούν τον μέσο όρο, όπως η Γεωπονική (1,6), το ΔΙΠΑΕ (1,67) ή το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο (1,84). Άλλα κινούνται πιο κοντά στη μέση τιμή, όπως το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1,38), το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (1,33), το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (1,40) και το ΠΑΔΑ (1,56). Αντίθετα, χαμηλότερους δείκτες εμφανίζουν το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης (1,22) και η Πάντειος (1,11).
Ποιοι θα τα βρουν... σκούρα
Η πραγματικότητα δείχνει ότι η εκπαιδευτική πορεία δεν χωρίζεται απλά σε δύο κατηγορίες, όσους τελειώνουν ακριβώς στα ν χρόνια και όσους δεν ολοκληρώνουν ποτέ. Υπάρχει και η μεγάλη «ενδιάμεση» κατηγορία, και είναι εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο από το νέο πλαίσιο.
Οι παράμετροι που επηρεάζουν την εξίσωση
Πολλοί φοιτητές αναγκάζονται, λόγω οικονομικών δυσκολιών ή οικογενειακών υποχρεώσεων, να εργάζονται παράλληλα με τις σπουδές τους. Αυτό καθιστά την πλήρη αφοσίωση δύσκολη. Το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: αν το πτυχίο εξασφαλίζει περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες και υψηλότερες απολαβές, γιατί κάποιοι καθυστερούν ή εγκαταλείπουν;
Σε κάθε περίπτωση, όσοι ξεπερνούν το όριο του «ν+2» δεν μπορούν να θεωρηθούν αυτόματα «αιώνιοι» φοιτητές. Δεν έχουν πλέον φοιτητικά προνόμια (πάσο, εκπτώσεις κ.λπ.), ενώ η παρουσία τους στις λίστες δεν στερεί τη θέση από άλλους υποψήφιους.
Γι’ αυτό κρίνεται απαραίτητο να υπάρξει ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο, ειδικά για όσους είναι αποδεδειγμένα «ενεργοί» φοιτητές, έστω κι αν καθυστερούν. Με λίγα λόγια, το «ν+2» αποδεικνύεται μικρό διάστημα για να διαγραφεί ένας φοιτητής, όπως άλλωστε καταδεικνύει και η πλειοψηφία της ακαδημαϊκής κοινότητας.