Υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα: Ακόμα και στις ίδιες ποσότητες με τα φυσικά προκαλούν παχυσαρκία
Η σύγχρονη διατροφή με βιομηχανικά προϊόντα υπονομεύει την υγεία σε βάθος χρόνου λένε οι επιστήμονες και έχουν τις αποδείξεις.
Για δεκαετίες, οι επιστήμονες προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί η παχυσαρκία , ο διαβήτης και τα προβλήματα γονιμότητας σχετίζονται. Η εύκολη απάντηση ήταν ότι τρώμε περισσότερο και κινούμαστε λιγότερο. Όμως μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης δείχνει ότι η αιτία δεν είναι μόνο οι θερμίδες, αλλά το ίδιο το είδος της τροφής που καταναλώνουμε. Ακόμα κι όταν οι ποσότητες είναι ίδιες, τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα φαίνεται πως διαταράσσουν την ορμονική ισορροπία, αυξάνουν το λίπος και μειώνουν την ποιότητα του σπέρματος σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Οι ίδιες θερμίδες, διαφορετικά αποτελέσματα
Στην έρευνα συμμετείχαν 43 υγιείς άνδρες ηλικίας 20 έως 35 ετών, οι οποίοι ακολούθησαν δύο διαφορετικά διατροφικά σχήματα, διάρκειας τριών εβδομάδων το καθένα. Όπως γράφεται στο ZME Science, στη μία φάση η διατροφή τους βασιζόταν σε φρέσκα, ανεπεξέργαστα υλικά, ενώ στην άλλη περιλάμβανε κυρίως βιομηχανικά παρασκευασμένα προϊόντα. Οι θερμίδες, τα μακροθρεπτικά συστατικά και η αναλογία πρωτεϊνών, λιπών και υδατανθράκων ήταν ακριβώς ίδιες. Παρ’ όλα αυτά, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά διαφορετικά.
Μέσα σε μόλις τρεις εβδομάδες, εκείνοι που έτρωγαν επεξεργασμένα τρόφιμα πήραν κατά μέσο όρο ένα κιλό λίπους, ανεξάρτητα αν κατανάλωναν παραπάνω θερμίδες ή όχι. Οι δείκτες του μεταβολισμού τους επιδεινώθηκαν: αυξήθηκαν η χοληστερόλη, η αναλογία LDL/HDL και η διαστολική πίεση. Οι ερευνητές μιλούν για μια «σιωπηλή καταιγίδα» στον οργανισμό, καθώς τόσες πολλές λειτουργίες επηρεάστηκαν σε τόσο μικρό διάστημα.
Οι επιπτώσεις δεν περιορίστηκαν στο βάρος. Η διατροφή με επεξεργασμένα τρόφιμα οδήγησε σε μείωση ορμονών που σχετίζονται με την αναπαραγωγή, όπως της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), η οποία είναι απαραίτητη για την παραγωγή σπερματοζωαρίων. Παράλληλα παρατηρήθηκε πτώση στην κινητικότητα του σπέρματος και τάση μείωσης στα επίπεδα τεστοστερόνης. Οι αλλαγές αυτές δεν μπορούν να αποδοθούν στην ποσότητα φαγητού, αλλά στον τρόπο που αυτό έχει παραχθεί και έχει υποστεί επεξεργασία.
Οι κρυφές ουσίες που περνούν από τη συσκευασία στο πιάτο μας
Ακόμη πιο ανησυχητικό ήταν ότι στο αίμα των συμμετεχόντων καταγράφηκαν αυξημένα επίπεδα φθαλικών ενώσεων, ουσιών που προέρχονται από τα υλικά συσκευασίας και θεωρούνται διαταράκτες του ενδοκρινικού συστήματος. Παράλληλα μειώθηκαν στοιχεία όπως το λίθιο και ο υδράργυρος, τα οποία σε μικρές συγκεντρώσεις παίζουν ρόλο στη λειτουργία του εγκεφάλου και του αναπαραγωγικού συστήματος. Αν και οι συνέπειες αυτών των μεταβολών δεν είναι πλήρως κατανοητές, δείχνουν ότι η επεξεργασία των τροφών φέρνει στον οργανισμό ουσίες που δεν θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί.
Το τι θεωρείται «υπερεπεξεργασμένο» ορίζεται μέσα από την κατηγοριοποίηση NOVA, που διαχωρίζει τα τρόφιμα με βάση τον βαθμό επεξεργασίας τους. Στην πιο «επικίνδυνη» κατηγορία ανήκουν τα σνακ τύπου chips, τα αναψυκτικά, τα έτοιμα κατεψυγμένα γεύματα, τα βιομηχανικά αρτοσκευάσματα και πολλά ακόμα προϊόντα που περιέχουν πρόσθετα, γαλακτωματοποιητές, τεχνητά αρώματα και σταθεροποιητές. Είναι σχεδιασμένα για να έχουν γεύση που ελκύει, μεγάλη διάρκεια ζωής και ευκολία κατανάλωσης, αλλά το κόστος στην υγεία είναι δυσανάλογα μεγάλο.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά αποδείχθηκε σε τέτοιο βαθμό ότι η ίδια ποσότητα θερμίδων δρα διαφορετικά στον οργανισμό ανάλογα με το αν προέρχεται από φυσικά ή βιομηχανικά επεξεργασμένα συστατικά. Μέχρι τώρα η κυρίαρχη άποψη ήταν ότι τα προβλήματα προκαλούνται επειδή τρώμε περισσότερο. Όμως η συγκεκριμένη μελέτη δείχνει πως ακόμα και χωρίς υπερκατανάλωση, οι αρνητικές επιπτώσεις είναι άμεσες.
Γιατί χρειάζεται αλλαγή στις διατροφικές οδηγίες
Αν λάβουμε υπόψη ότι σε πολλές δυτικές χώρες πάνω από το μισό των ημερήσιων θερμίδων προέρχεται από τέτοια τρόφιμα, γίνεται φανερό γιατί οι δείκτες υγείας χειροτερεύουν. Η πτώση της ποιότητας του σπέρματος, που έχει μειωθεί κατά 50% από τη δεκαετία του 1970, ίσως να συνδέεται και με αυτή την αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες.
Παρότι η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο Cell Metabolism διήρκεσε μόνο τρεις εβδομάδες και δεν γνωρίζουμε αν οι βλάβες είναι μόνιμες ή αναστρέψιμες, το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: το τι τρώμε έχει εξίσου μεγάλη σημασία με το πόσο τρώμε. Οι διατροφικές οδηγίες ίσως χρειαστεί να αναθεωρηθούν ώστε να δίνουν έμφαση όχι μόνο στις θερμίδες αλλά και στον βαθμό επεξεργασίας των τροφών.