Νέα μέθοδος ανίχνευσης Αλτσχάιμερ: Ακριβής, ανώδυνη και γρήγορη διάγνωση
Ανώδυνη και γρήγορη διάγνωση Αλτσχάιμερ με έμφαση στην κυκλοφορία και το οξυγόνο του εγκεφάλου.

Το Αλτσχάιμερ πλήττει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, μειώνοντας σταδιακά τη μνήμη και τις γνωστικές ικανότητες. Η συμβατική διάγνωση στηρίζεται σε παρακεντήσεις της οσφυονωτιαίας περιοχής, απεικονιστικές εξετάσεις και τεστ συμπεριφοράς. Ο στόχος είναι να ανιχνευτούν οι βιοχημικές αλλαγές της πρωτεΐνης Tau στην πρώτη περίπτωση ή των αλλοιώσεων στη συμπεριφορά στη δεύτερη. Παρόλο που αυτά τα εργαλεία βοηθούν, συχνά εντοπίζουν τη νόσο αφού ήδη έχει προχωρήσει. Οι περιορισμοί τους καθιστούν επιτακτική την ανάγκη για ασφαλέστερες και πιο έγκαιρες μεθόδους ανίχνευσης.
Μελετώντας την εγκεφαλική κυκλοφορία - η μέθοδος CDI
Όπως διαβάζουμε στο The Brighter Side News, ερευνητές του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, με επικεφαλής τον ελληνικής καταγωγής Βασίλη Μαρμαρέλη, ανέπτυξαν έναν νέο, μη επεμβατικό τρόπο αξιολόγησης της εγκεφαλικής υγείας. Αντί να εξετάζουν τις πρωτεΐνες που συσσωρεύονται, επικεντρώθηκαν στον τρόπο που ο εγκέφαλος ρυθμίζει τη ροή αίματος και το οξυγόνο. Η μέθοδος, με την ονομασία Cerebrovascular Dynamics Index (CDI), υπόσχεται να αλλάξει ριζικά τον τρόπο διάγνωσης και αντιμετώπισης της νόσου Αλτσχάιμερ.
Η βασική ιδέα πίσω από τη μέθοδο είναι η παρακολούθηση της «υδραυλικής» λειτουργίας του εγκεφάλου. Καθώς αυτός απαιτεί συνεχή τροφοδοσία με οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά μέσω των αιμοφόρων αγγείων, κατά τη συγκέντρωση ή την πνευματική προσπάθεια είναι απαραίτητο να αυξηθεί η ροή αίματος, γι’ αυτό και τα αγγεία διαστέλλονται. Όμως, σε άτομα με Αλτσχάιμερ, αυτή η προσαρμογή συχνά αποτυγχάνει, με αποτέλεσμα η παροχή θρεπτικών ουσιών και οξυγόνου να μην είναι επαρκής.
Το CDI βασίζεται σε ένα υπερηχογράφημα Doppler, που καταγράφει τη ροή αίματος στις εγκεφαλικές αρτηρίες, και τη φασματοσκοπία κοντινού υπέρυθρου φωτός, που μετρά τα επίπεδα οξυγόνου στον φλοιό. Ο συνδυασμός αυτός επιτρέπει να παρακολουθείται πόσο γρήγορα αντιδρούν τα αγγεία σε αλλαγές πίεσης και διοξειδίου του άνθρακα. Το τεστ είναι ανώδυνο, δεν απαιτεί βελόνες ή ακτινοβολία και δίνει άμεσα αποτελέσματα για την ευελιξία και την αποτελεσματικότητα της εγκεφαλικής κυκλοφορίας.
Σε μια μελέτη σχεδόν 200 ατόμων, που περιλάμβανε υγιή άτομα, ασθενείς με ήπια γνωστική διαταραχή και πρώιμα στάδια Αλτσχάιμερ, το CDI ξεπέρασε τις παραδοσιακές μεθόδους. Η ακρίβεια της διάγνωσης ήταν περίπου 25% υψηλότερη από τις τυπικές απεικονιστικές εξετάσεις αμυλοειδούς. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η δυνατότητα διάκρισης ατόμων με ήπια γνωστική διαταραχή από εκείνους με Αλτσχάιμερ.
Προοπτικές για νέες θεραπείες
Αν και η παραδοσιακή θεωρία εστιάζει στην αμυλοειδή συσσώρευση και τις πρωτεΐνες Tau ως κύριες αιτίες, η νέα μέθοδος υποδεικνύει ότι η δυσλειτουργία της εγκεφαλικής ροής παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο. Αν αυτό επιβεβαιωθεί, νέες θεραπείες θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στην αποκατάσταση της κυκλοφορίας, μέσω άσκησης, διατροφής και νευρικής διέγερσης.
Η πρακτική αξία του CDI είναι σημαντική: μπορεί να επιτρέψει ταχύτερη, ασφαλέστερη και πιο ακριβή διάγνωση Αλτσχάιμερ σε κανονικά ιατρεία, χωρίς ακριβό εξοπλισμό ή επεμβατικές διαδικασίες. Παράλληλα, ανοίγει τον δρόμο για προληπτικά μέτρα και θεραπείες που βελτιώνουν τη ροή αίματος και την παροχή οξυγόνου στον εγκέφαλο, δίνοντας ελπίδα σε εκατομμύρια οικογένειες.