Οι γυναίκες ζουν περισσότερο από τους άντρες και τώρα ξέρουμε γιατί
Η επιστήμη δείχνει πως η μακροζωία των γυναικών δεν είναι τυχαία αλλά αποτέλεσμα εκατομμυρίων ετών εξέλιξης.

Οι γυναίκες ζουν περισσότερο από τους άντρες και αυτό ισχύει σχεδόν σε κάθε χώρα και σε κάθε ιστορική περίοδο. Ισχύει ακόμη και σε άλλα είδη του ζωικού βασιλείου. Κάνοντας ένα βήμα παραπάνω και απαντώντας στο «γιατί;» μια νέα διεθνής μελέτη φαίνεται να δίνει μια πιο καθαρή εικόνα.
Όπως διαβάζουμε στο IFL Science, οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ εξέτασαν 1.176 είδη θηλαστικών και πτηνών σε αιχμαλωσία – τη μεγαλύτερη ανάλυση που έχει γίνει ποτέ σχετικά για τις διαφορές προσδόκιμου ζωής ανάμεσα στα δύο φύλα. Διαπίστωσαν ότι τα θηλυκά θηλαστικά ζουν κατά μέσο όρο 12% περισσότερο από τα αρσενικά. Αντίθετα, στα πτηνά τα αρσενικά φαίνεται να έχουν το προβάδισμα, ζώντας περίπου 5% περισσότερο.
Η θεωρία των Χ και Υ χρωμοσωμάτων
Μία από τις επικρατέστερες θεωρίες, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό Science Advances, γνωστή ως «υπόθεση των ετερογαμετικών χρωμοσωμάτων», υποστηρίζει ότι η διαφορά οφείλεται στα χρωμοσώματα του φύλου. Τα θηλυκά θηλαστικά έχουν δύο Χ χρωμοσώματα, ενώ τα αρσενικά ένα Χ και ένα Υ. Η ύπαρξη δύο Χ χρωμοσωμάτων φαίνεται να προσφέρει ένα είδος «γενετικής ασπίδας», προστατεύοντας από επιβλαβείς μεταλλάξεις. Αντίθετα, στα πτηνά το ετερογαμετικό φύλο είναι τα θηλυκά, γεγονός που ίσως εξηγεί γιατί εκεί τα αρσενικά ζουν περισσότερο.
Η ανάλυση έδειξε ότι περίπου το 72% των θηλαστικών είχαν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής στα θηλυκά, ενώ το 68% των πτηνών παρουσίαζε το αντίθετο. Ωστόσο, υπήρχαν αρκετές εξαιρέσεις. Για παράδειγμα, σε πολλά αρπακτικά πτηνά τα θηλυκά είναι και μεγαλύτερα σε μέγεθος και μακροβιότερα από τα αρσενικά. Οι επιστήμονες τονίζουν ότι τα χρωμοσώματα δεν αρκούν για να εξηγήσουν πλήρως το φαινόμενο.
Ο ρόλος του ανταγωνισμού για πόρους και αναπαραγωγή
Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τις στρατηγικές αναπαραγωγής, εντόπισαν έναν ακόμη κρίσιμο παράγοντα: τον ανταγωνισμό για το ζευγάρωμα. Σε πολλά είδη θηλαστικών, τα αρσενικά αναπτύσσουν χαρακτηριστικά, π.χ. εντυπωσιακό χρώμα, μεγαλύτερο σώμα ή «όπλα» όπως κέρατα και χαυλιόδοντες, για να προσελκύον τα θηλυκά, τα οποία όμως, έχουν ενεργειακό κόστος και συχνά μειώνουν τη διάρκεια ζωής τους. Σε αντιδιαστολή, στα πτηνά, όπου κυριαρχούν οι μονογαμικές σχέσεις, ο ανταγωνισμός είναι μικρότερος και τα αρσενικά φαίνεται να ζουν περισσότερο.
Η πολυγαμία και οι έντονες διαφορές μεγέθους μεταξύ των φύλων συνδέονται, σύμφωνα με τη μελέτη, με μεγαλύτερη μακροζωία των θηλυκών. Παράλληλα, στα είδη όπου το θηλυκό συμμετέχει περισσότερο στην ανατροφή των μικρών – όπως στα περισσότερα θηλαστικά – είναι και το φύλο που παρουσιάζει μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής. Ειδικά στα πρωτεύοντα, αυτή η παράταση λειτουργεί ως εξελικτικό πλεονέκτημα, αφού επιτρέπει στις μητέρες να φροντίζουν τους απογόνους τους μέχρι να ενηλικιωθούν.
Οι περιορισμοί της μελέτης
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μελέτη βασίστηκε σε ζώα που ζουν σε ζωολογικούς κήπους, δηλαδή σε περιβάλλοντα προστατευμένα από απειλές όπως η πείνα, τα αρπακτικά και οι ακραίες καιρικές συνθήκες. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες η διαφορά ανάμεσα στα φύλα παρέμεινε. Αυτό δείχνει πως οι βιολογικές ρίζες της μακροζωίας των θηλυκών είναι βαθιά χαραγμένες στην εξέλιξη και δεν οφείλονται αποκλειστικά σε περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Το ίδιο μοτίβο παρατηρείται και στους ανθρώπους. Παρότι οι σύγχρονες ιατρικές και κοινωνικές εξελίξεις έχουν περιορίσει τη διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών, οι γυναίκες εξακολουθούν να ζουν περισσότερο. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η «γονιδιακή κληρονομιά» της μακροζωίας των θηλυκών υπάρχει εδώ και εκατομμύρια χρόνια, ήδη από τους κοινούς προγόνους μας με τους πιθήκους και τους γορίλες. Με άλλα λόγια, η μακροζωία των θηλυκών είναι γεγονός και όχι υπόθεση.
