Το άγχος «σαμποτάρει» τη σκέψη, ειδικά όταν συνυπάρχει με κατάθλιψη
Νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι το άγχος επηρεάζει κρίσιμες εγκεφαλικές λειτουργίες, ειδικά σε άτομα με κατάθλιψη.

Το άγχος είναι η φυσική αντίδραση του οργανισμού που μάς βοηθά να αντεπεξέλθουμε σε κρίσιμες στιγμές. Ωστόσο, μπορεί να έχει καταστροφική επίδραση στον εγκέφαλο, ειδικά αν υπάρχουν ψυχικά νοσήματα, αναφέρει νέα μελέτη, δημοσιευμένη στο περιοδικό Journal of Affective Disorders Reports. Πιο συγκεκριμένα, επισημαίνεται ότι το άγχος, αντί να οξύνει τις νοητικές μας ικανότητες, φαίνεται πως διαταράσσει βασικές γνωστικές λειτουργίες που είναι απαραίτητες για τη ρύθμιση των συναισθημάτων, ιδιαίτερα σε άτομα με κατάθλιψη, άγχος ή οριακή διαταραχή προσωπικότητας.
Πώς το στρες διαλύει τη σκέψη μας
Όπως διαβάζουμε στο ΖΜΕ Science, οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα από 17 διεθνείς μελέτες, εξετάζοντας πώς το λεγόμενο «οξύ άγχος» επηρεάζει τις εκτελεστικές λειτουργίες του εγκεφάλου. Αυτές περιλαμβάνουν τη βραχυπρόθεσμη μνήμη, την ικανότητα αυτοελέγχου και την ευελιξία της σκέψης. Όλες αυτές είναι κρίσιμες για την ψυχραιμία και την συναισθηματική διαχείριση, ειδικά σε δύσκολες καταστάσεις. Το ανησυχητικό είναι πως το άγχος φάνηκε να μειώνει σημαντικά αυτές τις δεξιότητες, κυρίως σε άτομα που έχουν ήδη θέματα με την ψυχική τους υγεία.
Για παράδειγμα, τα άτομα με καταθλιπτικά συμπτώματα παρουσίασαν μείωση στην ικανότητα διατήρησης και διαχείρισης πληροφοριών κατά τη διάρκεια έντονου άγχους. Παράλληλα, όσοι είχαν οριακή διαταραχή προσωπικότητας δυσκολεύτηκαν να ελέγξουν παρορμητικές αντιδράσεις όταν βρέθηκαν υπό πίεση. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και άτομα χωρίς επίσημη διάγνωση ψυχικής διαταραχής έδειξαν σημάδια γνωστικής απορρύθμισης.
Οι επιπτώσεις αυτών των ευρημάτων είναι σημαντικές για την ψυχοθεραπεία. Πολλές από τις δημοφιλέστερες θεραπευτικές προσεγγίσεις, όπως η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, βασίζονται ακριβώς σε αυτές τις εκτελεστικές λειτουργίες. Όταν όμως το άγχος τις αποδυναμώνει, τότε το άτομο ίσως αδυνατεί να εφαρμόσει τις τεχνικές που του προτείνονται, ειδικά όταν βιώνει έντονη συναισθηματική δυσφορία. Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί πολλοί άνθρωποι δεν ανταποκρίνονται αποτελεσματικά σε τέτοιου είδους θεραπείες.
Γιατί οι θεραπείες συχνά αποτυγχάνουν
Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό το εύρημα δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε τις γνωσιακές προσεγγίσεις, αλλά ότι πρέπει να τις προσαρμόσουμε. Ίσως είναι πιο ωφέλιμο να ενισχύονται πρώτα οι γνωστικές δεξιότητες του ατόμου πριν ξεκινήσει κάποια απαιτητική ψυχοθεραπεία. Ή να διακόπτονται προσωρινά οι συνεδρίες κατά περιόδους υψηλού άγχους, ώστε να μην υπονομεύεται η διαδικασία. Η σωστή χρονική στιγμή, όπως υπογραμμίζουν οι ειδικοί, είναι εξίσου σημαντική με την ίδια τη μέθοδο που επιλέγεται.
Ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης είναι ότι ακόμη και άτομα με ήπια συμπτώματα κατάθλιψης, χωρίς να πληρούν, δηλαδή, κριτήρια διάγνωσης, παρουσίασαν γνωστική εξασθένηση όταν ήρθαν αντιμέτωπα με άγχος. Αυτό σημαίνει ότι η επίδραση του στρες δεν είναι απόλυτη ή περιορισμένη σε βαριές περιπτώσεις. Μάλλον λειτουργεί σε μια κλίμακα που μας αφορά όλους, ανεξαιρέτως διάγνωσης, επηρεάζοντας τον τρόπο που σκεφτόμαστε και ανταποκρινόμαστε σε δύσκολες καταστάσεις.
Η νέα εποχή της ψυχικής υγείας
Η μελέτη εντάσσεται σε μια νέα τάση στην ψυχιατρική, η οποία δεν επικεντρώνεται πλέον σε στατικές κατηγορίες διαταραχών, αλλά σε διαστάσεις δυσλειτουργίας που διαπερνούν πολλά ψυχικά προβλήματα. Ένα τέτοιο ενιαίο πλαίσιο είναι το μοντέλο HiTOP, το οποίο ομαδοποιεί την κατάθλιψη, την αγχώδη διαταραχή και την οριακή διαταραχή προσωπικότητας κάτω από την ίδια κατηγορία: των «διαταραχών δυσφορίας». Και οι τρεις έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: μια αλλοιωμένη αντίδραση στο στρες.
Η νευροβιολογική βάση αυτής της αλλοίωσης φαίνεται σε μελέτες που δείχνουν ότι οι πάσχοντες έχουν είτε αδύναμες είτε υπερβολικές ορμονικές αντιδράσεις στο στρες, καθώς και μειωμένη εγκεφαλική δραστηριότητα σε περιοχές που είναι υπεύθυνες για τον έλεγχο των παρορμήσεων. Είναι σαν ο εγκέφαλος να χάνει το «φρένο» του ακριβώς τη στιγμή που το χρειάζεται περισσότερο, οδηγώντας σε συναισθηματικές εκρήξεις ή αδυναμία λογικής σκέψης.