Οι περιοριστικές δίαιτες δεν είναι ασφαλείς - Από ποια ψυχική ασθένεια κινδυνεύετε
Οι δίαιτες χαμηλών θερμίδων και θρεπτικών στοιχείων μπορεί να επηρεάζουν αρνητικά την ψυχική υγεία. Τι λέει νέα μελέτη.

Η διατροφή που βασίζεται σε φυσικές τροφές, όπως φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής άλεσης, ξηρούς καρπούς και ψάρια, σχετίζεται γενικά με χαμηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης. Αντίθετα, διατροφή πλούσια σε υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα, ζάχαρη και κορεσμένα λίπη φαίνεται να αυξάνει τον ψυχικό κίνδυνο. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι ακολουθούν δίαιτες για λόγους υγείας ή απώλειας βάρους, περιορίζοντας θερμίδες ή συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά — και οι επιπτώσεις αυτών των επιλογών στην ψυχική υγεία δεν είναι πλήρως κατανοητές.
Για να εξεταστεί η σχέση δίαιτας και κατάθλιψης, ερευνητέςανέλυσαν δεδομένα από 28.525 ενήλικες στις ΗΠΑ, μεταξύ 2007 και 2018. Όλοι οι συμμετέχοντες απάντησαν στο ερωτηματολόγιο PHQ-9, το οποίο αξιολογεί την ένταση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Συνολικά, 8% των ερωτηθέντων παρουσίασαν συμπτώματα κατάθλιψης, ενώ οι υπόλοιποι κατηγοριοποιήθηκαν με βάση το βάρος τους: 29% είχαν φυσιολογικό βάρος, 33% ήταν υπέρβαροι και 38% παχύσαρκοι.
Ποιοι ακολουθούν δίαιτες και γιατί;
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν αν ακολουθούν κάποια δίαιτα και αν ναι, ποια συγκεκριμένη, είτε για αδυνάτισμα είτε για λόγους υγείας. Οι απαντήσεις ταξινομήθηκαν σε τέσσερις κατηγορίες: 1) σε πρόγραμμα με περιορισμό θερμίδων 2) σε διαιτολόγιο με περιορισμό θρεπτικών συστατικών (π.χ. ζάχαρης, λίπους ή υδατανθράκων) 3) ειδικών διατροφών για καταστάσεις όπως ο διαβήτης και 4) χωρίς καμία δίαιτα. Η πλειοψηφία (87%) δεν ακολουθούσε καμία συγκεκριμένη δίαιτα, ενώ 8% περιόριζαν θερμίδες, 3% απέφευγαν συγκεκριμένα θρεπτικά και 2% ακολουθούσαν ειδικές διατροφές.
Κατάθλιψη και διατροφή: Τι δείχνουν οι αριθμοί
Παρατηρήθηκαν αξιοσημείωτες διαφορές ανά φύλο. Το 90% των ανδρών δεν ήταν σε δίαιτα, έναντι 85% των γυναικών. Ο περιορισμός θερμίδων ήταν συχνότερος στους παχύσαρκους (12%) και στους υπέρβαρους (8%), ενώ οι ειδικές διατροφές εμφανίστηκαν κυρίως στους παχύσαρκους (3%). Οι τιμές στο PHQ-9 ήταν κατά μέσο όρο 0,29 μονάδες υψηλότερες στους εκείνους που περιόριζαν θερμίδες σε σχέση με όσους δεν έκαναν δίαιτα.
Η πιο έντονη επίδραση εμφανίστηκε στους υπέρβαρους που ακολουθούσαν δίαιτα περιορισμού θερμίδων, με αύξηση 0,46 μονάδων στην κλίμακα PHQ-9. Όσοι απέφευγαν συγκεκριμένα θρεπτικά παρουσίασαν ακόμη μεγαλύτερη αύξηση: 0,61 μονάδες. Αυτές οι δίαιτες συσχετίστηκαν επίσης με υψηλότερες βαθμολογίες σε γνωστικά-συναισθηματικά συμπτώματα (σκέψεις και συναισθήματα) και σωματικά συμπτώματα (άγχος για το σώμα).
Προειδοποίηση για ανισορροπίες και έλλειψη θρεπτικών
Στους άνδρες, οι περιοριστικές δίαιτες εμφάνισαν πιο έντονες επιπτώσεις. Ο περιορισμός θρεπτικών στοιχείων σχετίστηκε με αυξημένα γνωστικά-συναισθηματικά συμπτώματα, ενώ και οι τρεις κατηγορίες δίαιτας οδήγησαν σε περισσότερα σωματικά συμπτώματα. Παράλληλα, οι παχύσαρκοι που ακολουθούσαν ειδική διατροφή εμφάνισαν υψηλότερα επίπεδα καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε σχέση με άτομα φυσιολογικού βάρους που δεν έκαναν δίαιτα.
Αν και πρόκειται για παρατηρητική μελέτη και δεν αποδεικνύεται αιτιακή σχέση, τα ευρήματα αντικρούουν παλαιότερες έρευνες που υποστήριζαν ότι οι χαμηλοθερμιδικές δίαιτες βελτιώνουν την ψυχική υγεία. Οι ερευνητές εξηγούν ότι σε ελεγχόμενες μελέτες οι δίαιτες είναι ισορροπημένες και παρακολουθούνται αυστηρά, ενώ στην καθημερινότητα μπορεί να προκαλούν ελλείψεις σε πρωτεΐνες, βιταμίνες και άλλα βασικά στοιχεία, επιβαρύνοντας την ψυχολογία.
Επιπλέον, η αποτυχία απώλειας βάρους ή το φαινόμενο του «γιο-γιο» μπορεί να επιτείνει την κατάθλιψη. Ιδιαίτερα στους άνδρες, που έχουν αυξημένες διατροφικές ανάγκες, οι δίαιτες χαμηλές σε υδατάνθρακες (γλυκόζη) ή ωμέγα-3 λιπαρά ενδέχεται να πλήττουν τη λειτουργία του εγκεφάλου και να επιδεινώνουν τα συμπτώματα. Όπως σχολιάζει ο καθηγητής Sumantra Ray, η έρευνα θέτει κρίσιμα ερωτήματα για τη σύνδεση διατροφής και ψυχικής υγείας, κυρίως όσον αφορά δίαιτες φτωχές σε θρεπτικά συστατικά που υποστηρίζουν τη γνωστική λειτουργία.